Πεσών κατά τη διάρκεια του τετραετούς ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ. Γεννήθηκε στην Κακοπετριά το 1935 και πέθανε στο χωριό Κούρδαλι στις 20 Ιουνίου 1958. Μεγάλωσε στην Αμμόχωστο, από το Εμπορικό Λύκειο της οποίας αποφοίτησε. Στη συνέχεια άρχισε να εργάζεται ως στρατιωτικός υπάλληλος. Εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ μετά την έναρξη του αγώνα, κι έδρασε κυρίως στην πόλη της Αμμοχώστου, ως μέλος ομάδας κρούσεως. Μετά την εκτέλεση στην Αμμόχωστο, τον Απρίλιο του 1958, του Βρετανού ανακριτή Ντίαρ, καταζητήθηκε κι αναγκάστηκε ν' ανέβει στο βουνό. Προωθήθηκε στην περιοχή Πιτσιλιάς όπου ενίσχυσε τις εκεί αντάρτικες ομάδες, δρώντας με ενθουσιασμό, μέχρι τον θάνατό του, που συνέβη υπό τις ακόλουθες τραγικές συνθήκες:
Στις 20 Ιουνίου 1958 ο Αλέκος Κωνσταντίνου πήγε στον συνοικισμό Κούρδαλι (κοντά στα Σπήλια), συνοδεύοντας τον Παναγιώτη Γεωργιάδη, αρχηγό ομάδας της περιοχής, για σύσκεψη. Η σύσκεψη έγινε στο σπίτι του Ανδρέα Πατσαλίδη, που καταγόταν από το Κούρδαλι, στο οποίο φυλάσσονταν και πυρομαχικά της οργάνωσης. Παρευρισκόταν κι ο Κώστας Αναξαγόρα, από τα Σπήλια. Μετά τη σύσκεψη, ο Γεωργιάδης θέλησε να εκπαιδεύσει τους Αναξαγόρα και Πατσαλίδη στην κατασκευή βομβών. Κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης σημειώθηκε ατύχημα και φοβερή έκρηξη που γκρέμισε το σπίτι. Κι οι τέσσερις αγωνιστές κατατεμαχίστηκαν και πολτοποιήθηκαν: Π. Γεωργιάδης, 28 χρόνων, Αλ. Κωνσταντίνου, 23 χρόνων, Κ. Αναξαγόρας, 23 χρόνων, και Α. Πατσαλίδης, 25 χρόνων. Αρχικά αναγνωρίστηκαν μόνο τα πτώματα των Πατσαλίδη και Αναξαγόρα. Η αναγνώριση του κατατεμαχισμένου πτώματος του Γεωργιάδη έγινε την επομένη. Ο τέταρτος δεν αναγνωρίστηκε παρά μερικές μέρες αργότερα, οπότε η οργάνωση ειδοποίησε την οικογένεια του Αλέκου Κωνσταντίνου ότι αυτός ήταν ο τελευταίος από τους νεκρούς της τρομερής έκρηξης, ο οποίος είχε στο μεταξύ ταφεί στο χωριό Σπήλια, με δαπάνες της κοινότητας, που δεν γνώριζε την ταυτότητά του όταν τελούσε την κηδεία.