Ένας από τους 300 «Αλαμάνους» αγίους της Κύπρου, που είχαν έλθει από την Παλαιστίνη κι είχαν ασκητεύσει σε διάφορα μέρη του νησιού. Αναφέρεται από τον μεσαιωνικό χρονογράφο Λεόντιο Μαχαιρά (Χρονικόν, παρ. 32) ότι είχε ασκητεύσει κοντά στο χωριό Ορμίδια της επαρχίας Λάρνακας.
... εἰς τήν Ὁρμετίαν ὁ ἃγιος Κωνσταντῖνος στρατιώτης...
Πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του αγίου Κωνσταντίνου του Αλαμάνου περιέχονται στο εις την ακολουθία του σωζόμενο συναξάριον, από όπου έχουμε και την πληροφορία ότι ο άγιος βρήκε μαρτυρικό θάνατο αφού αρνήθηκε ν’ αποκηρύξει τη χριστιανική του πίστη και να θυσιάσει στα είδωλα. Ο θάνατός του τοποθετείται χρονολογικά επί των ημερών του Ρωμαίου διοικητή της Κύπρου Αντίστιους Σαμπίνους (Antistius Sabinus), δηλαδή μεταξύ του 292 και του 305 μ.Χ., και βέβαια επί ημερών του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, οπότε κι αρκετοί άλλοι είχαν μαρτυρήσει υπέρ του Χριστιανισμού στην Κύπρο.
Είναι χαρακτηριστικό το ότι ο Μαχαιράς διευκρινίζει πως ο Κωνσταντίνος ήταν στρατιώτης, αν και δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των στρατιωτικών αγίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Σύμφωνα προς το σωζόμενο συναξάριον του αγίου, ο Κωνσταντίνος όταν αποφάσισε ν’ ακολουθήσει τον μοναχικό βίο, ασκήτευσε αρχικά στην έρημο του Ιορδάνη, απ' όπου όμως αργότερα ήλθε με καράβι στην Κύπρο, μαζί με ομάδα κι άλλων «Αλαμάνων» αγίων. Το καράβι μάλιστα είχε ναυαγήσει, αλλά η ομάδα των αγίων αυτών είχε κατορθώσει να σωθεί και να φθάσει στο νησί. Ο Κωνσταντίνος, μαζί με τρεις συντρόφους του, κατέφυγαν σε μια τοποθεσία που λεγόταν Τραχεία κι απ’ όπου εξορμούσαν σε περιοδείες στην Κύπρο, διδάσκοντας τον Χριστιανισμό.
Ο τότε Ρωμαίος διοικητής της Κύπρου, όταν πληροφορήθηκε για τη δραστηριότητά τους αυτή, συνέλαβε τόσο τον Κωνσταντίνο όσο και τους συντρόφους του (των οποίων τα ονόματα δεν διεσώθησαν), τους ανέκρινε, τους φυλάκισε και τους υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια. Τελικά, επειδή δεν αποκήρυξαν, παρά τα μαρτύρια, τη θρησκεία τους, ο ηγεμόνας του νησιού τους εξετέλεσε.
Στις πηγές, ο ηγεμόνας αυτός αναφέρεται με την ονομασία Σαβίνος (που υποθέτουμε σχεδόν με βεβαιότητα ότι πρόκειται περί του Antistius Sabinus) τον οποίο ο Κωνσταντίνος Σάθας περιγράφει ως εξωμότη κι αμείλικτο διώκτη των πρώην ομοθρήσκων του Χριστιανών (βλέπε: Sathas, Vies des Saints allem., 22 - 24). Ο παπά Σταύρος Παπαγαθαγγέλου, στο κείμενό του για τον άγιο Κωνσταντίνο (Μορφές πού ἃγιασαν τήν Κύπρο, τ. Β΄, 1983, σσ. 149-155) σημειώνει ότι δεν υπήρξε ηγεμόνας με το όνομα Σαβίνος κατά την εποχή του μαρτυρίου του αγίου Κωνσταντίνου, γι’ αυτό και διατυπώνει την άποψη ότι πρόκειται ίσως για δυο διαφορετικούς αγίους με το ίδιο όνομα, εκ των οποίων ο ένας έζησε στην εποχή του Antistius Sabinus κι είναι ο μεγαλομάρτυρας, ενώ ο δεύτερος έζησε τον 12ο αιώνα κι είναι ο Αλαμάνος.
Ωστόσο, πιθανώς ο άγιος Κωνσταντίνος που μαρτύρησε επί ημερών του Antistius Sabinus να ήταν ο ίδιος με τον άγιο που αργότερα θεωρήθηκε επίσης ως ένας από τους «Αλαμάνους», επειδή είχε φθάσει στην Κύπρο από την Παλαιστίνη, όπως οι λοιποί «Αλαμάνοι», έστω και σε διαφορετική χρονική περίοδο.
Ο άγιος Κωνσταντίνος ετάφη από ευλαβείς Χριστιανούς κοντά στον χώρο του ασκητηρίου του, στο χωριό Ορμίδια. Η αναφερόμενη Τραχεία (ή Τραχιά) είναι τοποθεσία μεταξύ των χωριών Ορμήδιας και Άχνας όπου υπάρχει και σήμερα εκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία της Τραχιάς (ή Τρασ'ιάς).
Η παράδοση αναφέρει ότι ο τάφος του αγίου Κωνσταντίνου έγινε πολύ σύντομα πηγή θαυμάτων που θεράπευσε πολλούς πάσχοντες. Ένας απ’ αυτούς ήταν και κάποιος μη κατονομαζόμενος ηγεμόνας της Κύπρου, κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια, που επεσκέφθη τον τάφο του αγίου παρακαλώντας να θεραπευθεί, επειδή έπασχε από δυσεντερία και κώφωση˙ αμέσως θεραπεύθηκε, οπότε κι έκτισε εκεί εκκλησία αφιερωμένη στον άγιο.
Η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του αγίου Κωνσταντίνου την 1η Ιουλίου. Η ακολουθία του εξεδόθη, μαζί με τις ακολουθίες άλλων τοπικών αγίων, στη Βενετία το 1779, με επιμέλεια του αρχιμανδρίτη Κυπριανού και δαπάνη του αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσάνθου.