Μεγάλη βασιλική που έχει αποκαλυφθεί ολόγυρα από την εκκλησία της Αγίας Κυριακής στην Κάτω Πάφο. Είναι μια από τις μεγαλύτερες βασιλικές της Κύπρου. Το σχέδιο της βασιλικής αυτής είναι πολύ ακανόνιστο. Το ανατολικό τμήμα του κυρίως ναού είναι ευρύτερο από το δυτικό, και το νότιο πιο μακρύ από το βόρειο. Ο κυρίως ναός έχει μέσο εσωτερικό μήκος, χωρίς την αψίδα, 52 μ. και μέσο πλάτος 49 μ. Στα δυτικά έχει νάρθηκα πλάτους 4 μ. περίπου που επεκτείνεται νοτιότερα με τη μορφή μακρού διαδρόμου που ενώνει τη βασιλική με τα προσκτίσματά της τα οποία βρίσκονται νοτιότερα. Στα δυτικά του νάρθηκα υπάρχει τετράστωο αίθριο που έχει τη μορφή πλαγιαστού ορθογωνίου μήκους 24 μ. και πλάτους 32 μ. περίπου. Το συνολικό μήκος της βασιλικής ξεπερνά τα 100 μ. και το πλάτος, περιλαμβανομένων και των διαδρόμων, που έχουν εν μέρει ανασκαφεί, κατά μήκος του βόρειου και νότιου τοίχου τα 50 μ.
Αρχικά η βασιλική ήταν διαιρεμένη σε επτά κλίτη με έξι κιονοστοιχίες. Το μέσο κλίτος της βασιλικής και τα δυο εσωτερικά κλίτη που το περιβάλλουν από βορρά και νότο καταλήγουν σε αψίδες ημικυκλικές εσωτερικά και πεντάπλευρη εξωτερικά (μέσο κλίτος) και τρίπλευρες τα εσωτερικά πλάγια κλίτη. Η αψίδα του μέσου κλίτους έχει διάμετρο 8 μ. περίπου ενώ οι αψίδες των πλάγιων κλιτών έχουν διάμετρο 3 μ. Αντίθετα όμως με όλες τις άλλες βασιλικές της Κύπρου, η βασιλική της Αγίας Κυριακής παρουσιάζει μια ιδιομορφία: Στο μέσο κλίτος έχει μια δεύτερη αψίδα 12 μ. δυτικότερα της εξωτερικής αψίδας. Η αψίδα αυτή, που είναι ημικυκλική εσωτερικά και τρίπλευρη εξωτερικά, κατεδαφίστηκε τον 6ο αιώνα και αντικαταστάθηκε από μια άλλη ημικυκλική αψίδα που σχηματίστηκε από λίθινους αρράβδωτους κίονες τοποθετημένους τον ένα κοντά στον άλλο και επιχρισμένους εσωτερικά και εξωτερικά με γύψο. Η δεύτερη αυτή εσωτερική αψίδα του μέσου κλίτους της βασιλικής της Αγίας Κυριακής θυμίζει την αψίδα που βρισκόταν στη διασταύρωση των κλιτών της σταυρικής βασιλικής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Έφεσο, της βασιλικής των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη και τη διάταξη του μέσου κλίτους της εκτός των τειχών βασιλικής της Κωρύκου.
Το μέσο κλίτος της βασιλικής της Αγίας Κυριακής, μεταξύ των δυο αψίδων του μέσου κλίτους χωριζόταν από τα πλάγια, με 4 γρανιτένιους κίονες, δυο σε κάθε στυλοβάτη, ύψους 7,15 μ. και 0,95 μ. διαμέτρου. Οι βάσεις και τα κιονόκρανα αυτών των κιόνων ήταν μαρμάρινα. Στους στυλοβάτες που χώριζαν το μέσο κλίτος από τα πλάγια υπήρχαν άλλοι 9 ή 10 μαρμάρινοι κίονες μεταξύ της εσωτερικής αψίδας και του δυτικού τοίχου της βασιλικής. Κατά συνέπεια σε κάθε κιονοστοιχία του μέσου κλίτους υπήρχαν 11 ή 12 κίονες. Οι μαρμάρινοι κίονες του μέσου κλίτους ήταν μικρότεροι των 4 γρανιτένιων κιόνων. Γι΄ αυτό είναι πολύ πιθανό ο χώρος μεταξύ των δυο αψίδων του μέσου κλίτους να καλύπτονταν κάπως ψηλότερα από το υπόλοιπο τμήμα του μέσου κλίτους, όπως στη βασιλική της Βηθλεέμ και τη βασιλική του Λεχαίου.
Από τα μέχρι σήμερα ευρήματα της ανασκαφής φαίνεται ότι οι πλάγιες κιονοστοιχίες αποτελούνταν από μαρμάρινους και γρανιτένιους κίονες εναλλάξ. Όλων όμως των κιόνων οι βάσεις και τα κιονόκρανα ήταν μαρμάρινα. Πολλοί από τους κίονες, τα κιονόκρανα και τις βάσεις προέρχονται από παλαιότερα κτίρια που είχαν καταστραφεί κατά τους σεισμούς του 332 και του 342 μ.Χ.
Το δάπεδο της βασιλικής ήταν καλυμμένο με ψηφιδωτά με γεωμετρικά και άλλα σχέδια και με συμβολικές σκηνές (όπως η έλαφος που σβήνει τη δίψα της, η άμπελος) που συνοδεύονταν από τα σχετικά βιβλικά κείμενα. Η τεχνοτροπία των ψηφιδωτών τα τοποθετεί στο τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ.
Κατά τον 6ο αιώνα έγινε ευρείας έκτασης ανακαίνιση της βασιλικής. Τα τρία κλίτη, από κάθε πλευρά του μέσου κλίτους, συμπτύχθηκαν σε δυο ευρύτερα. Η εσωτερική αψίδα κατεδαφίστηκε και δημιουργήθηκε η δεύτερη εσωτερική αψίδα. Οι κίονες που σχημάτισαν την αψίδα αυτή (σώζονται τα κάτω τμήματα ένδεκα κιόνων), τοποθετήθηκαν πάνω στο ψηφιδωτό δάπεδο του τέλους του 4ου αιώνα. Το δάπεδο του μέσου κλίτους της βασιλικής, μεταξύ της αψίδας που κατεδαφίστηκε και της εξωτερικής αψίδας, υπερυψώθηκε κατά 40 εκ. και καλύφθηκε με νέο ψηφιδωτό. Το ανατολικό τμήμα των πλάγιων κλιτών, που ήταν υπερυψωμένο, επεκτάθηκε κατά 1,50 μ. δυτικότερα και καλύφθηκε με ψηφιδωτό. Τα ψηφιδωτά των δυο βορείων πλάγιων κλιτών αντικαταστάθηκαν με νέα ψηφιδωτά και ο στυλοβάτης, που καταργήθηκε μεταξύ των δυο νοτίων πλαγίων κλιτών, καλύφθηκε με απλό ψηφιδωτό χωρίς διάκοσμο. Την ανακαίνιση της βασιλικής, ή τουλάχιστον του ψηφιδωτού δαπέδου των βορείων κλιτών, μνημονεύει επιγραφή στο ψηφιδωτό δάπεδο του μέσου βόρειου κλίτους μπροστά στην είσοδο προς τον νάρθηκα. Η επιγραφή αναφέρει ότι καί τοῦτο τό καλόν ἔργον έγινε επί Σε[ργί]ου τοῦ ἁγιωτάτου ἐπισκόπου. Ο επίσκοπος αυτός της Πάφου είναι άγνωστος από αλλού. Η μορφή όμως των γραμμάτων της επιγραφής όπως και το ψηφιδωτό βοηθούν στη χρονολόγηση του επισκόπου Σεργίου στον 6ο αιώνα μ.Χ. Το δάπεδο του μέσου κλίτους, δυτικά της αψίδας που κατεδαφίστηκε, καλύφθηκε με μαρμαροθέτημα, όπως φαίνεται από τα υπολείμματα που βρέθηκαν.
Οι τοίχοι της βασιλικής ήταν επενδυμένοι εσωτερικά, μέχρις ενός ορισμένου ύψους, ίσως μέχρι του ύψους των τόξων των παραθύρων, με μαρμάρινες πλάκες, όπως αποδεικνύει η διατήρηση του μαρμάρινου τοιχοβάτη στο κάτω τμήμα των τοίχων. Κατά την ανασκαφή της βασιλικής βρέθηκαν κομμάτια εντοίχιων ψηφιδωτών και κομμάτια από τοιχογραφίες που διακοσμούσαν το πάνω μέρος των τοίχων του φωταγωγού του μέσου κλίτους και τις αψίδες.
Δυτικά του κυρίως ναού ο νάρθηκας εκτείνεται νοτιότερα και επικοινωνεί πρώτα με ευρύ ανηφορικό διάδρομο κατά μήκος του νοτίου κλίτους της βασιλικής, το δάπεδο του οποίου είναι στρωμένο με λίθινες πλάκες. Σ' απόσταση 10 μ. περίπου από τη νοτιοδυτική γωνία του κυρίως ναού ο διάδρομος αυτός κλείεται με θύρα που οδηγεί σε δωμάτιο ή άλλο επιμήκη διάδρομο ή παρεκκλήσι που δεν έχει ανασκαφεί επειδή βρίσκεται κάτω από τον δρόμο. Νοτιότερα του ανηφορικού διαδρόμου βρίσκονται άλλα δωμάτια των οποίων το ψηφιδωτό δάπεδο βρίσκεται ψηλότερα. Ο νάρθηκας με τη μορφή διαδρόμου συνεχίζει νοτιότερα αλλά δεν έχει διευκρινισθεί μέχρι πού φθάνει. Το δάπεδο του νάρθηκα που βρίσκεται γύρω στα 40 εκατοστόμετρα πιο χαμηλά από το δάπεδο του κυρίως ναού, έχει καταστραφεί και μόνο υπολείμματα του ψηφιδωτού που το κάλυπτε έχουν σωθεί. Ο νάρθηκας επικοινωνούσε με τον κυρίως ναό με τρεις θύρες. Μια οδηγούσε στο μέσο κλίτος, άλλη στο βόρειο εσωτερικό κλίτος και τρίτη στο νότιο εσωτερικό κλίτος. Η τελευταία αυτή είσοδος εντοιχίστηκε, άγνωστο πότε. Μπροστά από τις δυο εισόδους που σώζονται υπάρχουν δυο κτιστά σκαλοπάτια που οδηγούσαν από τον νάρθηκα στον κυρίως ναό. Βρέθηκαν ενδείξεις ότι ο νάρθηκας ήταν διαιρεμένος εγκάρσια είτε με τόξα είτε με ξύλινες δοκούς που υποβάσταζαν το δάπεδο του γυναικωνίτη.
Το αίθριο της βασιλικής ήταν πλαγιαστό ορθογώνιο. Ο νότιος τοίχος όμως του αιθρίου δεν βρισκόταν στη νοητή επέκταση του νότιου τοίχου του κυρίως ναού, αλλά κατά την επέκταση του νότιου εσωτερικού στυλοβάτη που χώριζε τα δυο νότια κλίτη της βασιλικής. Παράλληλα ο βόρειος τοίχος του νάρθηκα βρισκόταν βορειότερα του βόρειου τοίχου της βασιλικής. Ο λόγος γι' αυτή τη μετακίνηση του αιθρίου βορειότερα δεν έχει εξακριβωθεί γιατί δεν έχει ανασκαφεί ακόμη ο χώρος νοτίως και βορείως του αιθρίου. Το δάπεδο των τεσσάρων στοών του αιθρίου βρισκόταν χαμηλότερα από το δάπεδο του νάρθηκα και καλυπτόνταν με ψηφιδωτό από το οποίο κομμάτια μόνο έχουν σωθεί. Η ανατολική στοά του αιθρίου ήταν ευρύτερη από τις άλλες και τραπεζιόσχημη, πολύ ευρύτερη στο βόρειο μέρος και στενότερη στο νότιο. Με τον τρόπο αυτό η κατά μήκος ανωμαλία που παρουσίαζε η βασιλική διορθωνόταν. Λόγω όμως του μεγάλου πλάτους του βόρειου τμήματος της ανατολικής στοάς του αιθρίου, για να καταστεί δυνατή η στέγαση της, αλλά και για να αποκρυβεί η ανωμαλία, χτίστηκε τοίχος αμέσως μετά την κεντρική είσοδο προς τον νάρθηκα που βαίνει σχεδόν παράλληλα με τον στυλοβάτη της στοάς. Το τριγωνικό διαμέρισμα που σχηματιζόταν στο βόρειο ήμισυ της στοάς εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από τον δρόμο κι έτσι δεν είναι γνωστό αν επικοινωνούσε με τη στοά και σε τι χρησίμευε. Η νότια, η δυτική και η βόρεια στοά του αιθρίου στηρίζονταν σε κολόνες ενώ η ανατολική σε κτιστούς πεσσούς.
Στον δυτικό τοίχο του αιθρίου υπήρχαν τρεις είσοδοι που βρέθηκαν εντοιχισμένες από ισχυρό τοίχο πάχους πέραν του ενός μέτρου που βαίνει κατά μήκος του δυτικού τοίχου του αιθρίου και προχωρεί νοτιότερα. Μπροστά από την κεντρική είσοδο υπήρχε λιθόστρωτο από τετραγωνισμένες λίθινες πλάκες.
Στο μέσο, περίπου, της αυλής του αιθρίου υπήρχε κυκλική φιάλη στο κέντρο της οποίας υπήρχε αναβρυτήριο. Το δάπεδο της φιάλης ήταν στρωμένο με ψηφιδωτό ενώ τα τοιχώματά της καλύπτονταν με υδραυλικό κονίαμα. Με ψηφιδωτό δάπεδο ήταν καλυμμένη και η αυλή του αιθρίου. Κατά μήκος των στυλοβατών υπήρχε, προς την πλευρά της αυλής, λιθόστρωτος διάδρομος.
Η βασιλική καταστράφηκε κατά τη δεύτερη αραβική επιδρομή το 653 μ.Χ. Οι Άραβες φαίνεται ότι εγκαταστάθηκαν στον χώρο της βασιλικής για αρκετά χρόνια όπως μαρτυρούν οι αραβικές επιγραφές και τα αραβικά νομίσματα που βρέθηκαν κατά την ανασκαφή της βασιλικής. Τότε ο νάρθηκας της βασιλικής μετατράπηκε σε στάβλο, όπως μαρτυρούν οι φάτνες που βρέθηκαν και το κεκλιμένο επίπεδο πάνω από τα σκαλοπάτια που οδηγούσαν από την ανατολική στοά του αιθρίου στον νάρθηκα. Μετά την απομάκρυνση της αραβικής φρουράς το 680 από τον Γεζίτ, η βασιλική που είχε ερειπωθεί δεν ξανακτίσθηκε. Άλλωστε ακολούθησε σε λίγα χρόνια η μετοίκηση στον Ελλήσποντο και η φοβερή επιδρομή του Αμπντ-αλ Μαλίκ.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια