Γιατρός, ιστοριοδίφης και λαογράφος. Γεννήθηκε το 1877 στη Λευκωσία αλλά έζησε και έδρασε στη Λάρνακα. Ο πατέρας του, ο καπνοβιομήχανος Γεώργιος Κυριαζής, καταγόταν από τον Βόλο και η μητέρα του, Ζαφείρω Χασαπόγλου, έφθανε συγγενής με τον προύχοντα Χατζηπετράκη Τσελεπή Κυθερείου που διέφυγε τις σφαγές του 1821.
Ο Ν. Κυριαζής φοίτησε στην Ελληνική Σχολή Λευκωσίας, την οποία ίδρυσε ο αρχιεπίσκοπος Φιλόθεος (1734-1759), ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα στο Αυτοτελές σχολείο Λευκωσίας, το Αλληλοδιδακτικόν του Αγίου Ιωάννη, της Φανερωμένης, και του Αγίου Σάββα. Το 1884 γράφτηκε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο από το οποίο αποφοίτησε το 1890 και στη συνέχεια στο Τέτσειο Λύκειο Λάρνακας.
Το 1896 πήγε για ανώτερες σπουδές στην Αθήνα, όπου και παρακολούθησε ιατρική στο Εθνικό Πανεπιστήμιο από το οποίο αποφοίτησε το 1900. Από το ίδιο Πανεπιστήμιο πήρε και τον τίτλο του διδάκτορα με διατριβή για την ασθένεια της σύφιλης. Για εμπλουτισμό των ιατρικών του γνώσεων μετεκπαιδεύθηκε στα Πανεπιστήμια του Παρισιού και του Μομπελλιέ από όπου αποφοίτησε το 1904, με ειδίκευση στη χειρουργική, δερματολογία, μαιευτική και διφθερίτιδα.
Μετά τις σπουδές του επέστρεψε και εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Λάρνακα.
Ο Κυριαζής, εκτός από την ιατρική, αναμείχθηκε ενεργά στα κοινά της πόλης και τις πατρίδας του. Υπήρξε μέλος της Πολιτικής Οργανώσεως Κύπρου, μέλος του Εθνικού Συμβουλίου, εθναρχικός σύμβουλος (1922-1924) και εργάστηκε με ζήλο για το εθνικό ζήτημα. Επανειλημμένα εξελέγη δημοτικός σύμβουλος (1915-1917), αντιδήμαρχος (1918-1920), δημαρχεύων Λάρνακας για μερικούς μήνες το 1920, όταν ο τότε δήμαρχος της πόλης Φίλιος Ζαννέτος, απουσίαζε στο Λονδίνο μαζί με τα υπόλοιπα μέλη κυπριακής πρεσβείας, πρόεδρος της εκκλησιαστικής επιτροπής (1922-1924, 1927-1928), οπότε ίδρυσε και το τότε Μουσείο Αγίου Λαζάρου το οποίο στεγαζόταν στο κτίριο του Αλληλοδιδακτικού σχολείου και περιελάμβανε παλαιές βυζαντινές εικόνες και εκκλησιαστικά αντικείμενα. Τα κειμήλια αυτά μεταφέρθηκαν αργότερα στο ευρισκόμενο στην τουρκική συνοικία της πόλης κάστρο, το οποίο στέγαζε το επαρχιακό Μουσείο Λάρνακας, με αποτέλεσμα να πέσουν στα χέρια των Τούρκων μετά τις διακοινοτικές ταραχές του 1963 και να χαθούν.
Από το 1938 μέχρι το 1956 υπήρξε επίτιμος έφορος του επαρχιακού Μουσείου Λάρνακας.
Για αρκετά χρόνια πρόσφερε δωρεάν τις υπηρεσίες του σαν γιατρός στα σχολεία της πόλης του.
Διετέλεσε δημοτικός γιατρός από το 1917 έως το 1925 και διευθυντής του λοιμοκαθαρτήριου [καραντίνα]. Συνέβαλε αποφασιστικά στην καταπολέμηση της πανώλης, που είχε πλήξει αρχές του 20ού αιώνα την επαρχία.
Ερευνητής
Ο Κυριαζής έγινε περισσότερο γνωστός για την προσφορά του στον τομέα της Κυπριολογικής έρευνας. Από το 1909 άρχισε να δημοσιεύει άρθρα και μελέτες του στον κυπριακό και τον ελλαδικό Τύπο. Εργασίες του υπάρχουν στις διάφορες εφημερίδες της εποχής, όπως στο Νέον Έθνος, στην Ελευθερία, στον Νέο Κυπριακό Φύλακα και άλλες.
Διάφορες μελέτες του πάνω σε ιστορικά και λαογραφικά θέματα εκδόθηκαν σε ανεξάρτητους τόμους, όπως η Κυπριακή Βιβλιογραφία (Λάρνακα, 1935), έργο σημαντικό ακόμη και σήμερα για την Κυπριολογία, το Ἱστορικαί σελίδες: Ἡ πόλις τῆς Λάρνακος ὑπό τό φῶς ἱστορικῶν ἐγγράφων (Λάρνακα, 1929), Συλλογή ἱστορικῶν εἰδήσεων τῆς πόλεως. Λάρνακα - Σκάλα (Λάρνακα, 1946), το Κοινωνική Δρᾶσις της πόλεως Σκάλα - Λάρνακα (Λάρνακα, 1947), το Κυπριακαί Παροιμίαι (1940), το Ἱστορικαί Εἰδήσεις Ἱερᾶς Μονής Σταυροβουνίου (Λάρνακα, 1948), το Ἱστορία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Λάρνακα, 1949), Τά μοναστήρια ἐν Κύπρῳ (Λάρνακα, 1950), το Ἐπωνυμία τῆς Παναγίας (Λάρνακα, 1950) και τα Χωριά τῆς Κύπρου (Λάρνακα, 1952). Εκτός από τα πιο πάνω παραμένουν ανέκδοτες οι μελέτες του: Τοπωνύμια τῆς Κύπρου, Ἱστορία τοῦ Δήμου Λάρνακος και Ἱστορία τῆς Ὑγιεινῆς.
Το αποκορύφωμα του έργου του υπήρξε το επιστημονικό περιοδικό Κυπριακά Χρονικά, το οποίο εκδιδόταν κάθε χρόνο από το 1923 μέχρι το 1937 εκτός των ετών 1928 και 1932 που δεν κυκλοφόρησε για οικονομικούς λόγους. Ο Κυριαζής υπήρξε η ψυχή του περιοδικού αυτού· διετέλεσε μέλος της συντακτικής επιτροπής από το πρώτο τεύχος. Ταξίδευε σε όλο το νησί μαζεύοντας υλικό από μοναστήρια, ναούς, βιβλιοθήκες, αρχεία, μητροπόλεις, μουσεία, χειρόγραφα, προξενικά αρχεία, ιδιωτικές συλλογές κλπ., για τις στήλες του περιοδικού. Ενώ τα Κυπριακά Χρονικά εκδίδονταν με ζημιά, ιδιαίτερα μετά την εξορία του μητροπολίτη Κιτίου Νικόδημου Μυλωνά, ο Κυριαζής εξακολουθούσε να τα εκδίδει μόνος του για αρκετά χρόνια. Συχνά μάλιστα επισκεπτόταν ο ίδιος γνωστούς και φίλους προσπαθώντας να διαθέσει αντίτυπα του περιοδικού για να καλύψει μέρος από τα έξοδά του.
Η παρουσίαση του υλικού που συγκέντρωσε μέσα στα έργα του γινόνταν χωρίς προηγούμενη επιστημονική επεξεργασία και ταξινόμηση μια και ο ίδιος δεν είχε σπουδάσει τις σχετικές επιστήμες. Η σημασία όμως της όλης του προσφοράς δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη γιατί το μεγαλύτερο μέρος από το υλικό του θα χανόταν χωρίς τη δική του έρευνα, συγκέντρωση και παρουσίαση.
Η προσφορά του Ν. Κυριαζή υπήρξε ανεκτίμητη γιατί ασχολήθηκε με την Κυπριολογία σε μια περίοδο κατά την οποία η αγγλική αποικιοκρατία, μετά τα Οκτωβριανά (1931), είχε θέσει σαν στόχο τον πλήρη αφελληνισμό της Κύπρου.
Ο Ν. Κυριαζής πέθανε στις 20 Αυγούστου 1956, σε ηλικία 79 ετών. Η βιβλιοθήκη του δωρήθηκε από στη Βιβλιοθήκη Φανερωμένης.
Πηγή:
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια