Φιλόλογος, εκπαιδευτικός, συγγραφέας και λαογράφος. Γεννήθηκε στο Ξερό της επαρχίας Λευκωσίας το 1931. Πέθανε την 1η Νοεμβρίου 2011.
Ο Χρύσανθος Κυπριανού αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο και φοίτησε στη συνέχεια στην Αμερικανική Ακαδημία της Λάρνακας. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, παιδαγωγικά στο Πανεπιστήμιο του Leeds και εκπαιδευτική τηλεόραση στο C.E.T.O. (Centre for Educational Television Overseas) που εδρεύει στο Λονδίνο.
Εργάστηκε ως καθηγητής σε γυμνάσια της Κύπρου, υποδιευθυντής στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και γυμνασιάρχης στο Γυμνάσιο Λαπήθου και το Παγκύπριο Γυμνάσιο. Από το 1972 υπηρέτησε ως επιθεωρητής φιλολογικών μαθημάτων και από το 1984 επαρχιακός επιθεωρητής Πάφου. Από το 1986 ανέλαβε καθήκοντα συντονιστή σε θέματα διδακτικών βιβλίων, σύνδεσμος λειτουργός μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας, μέχρι και την αφυπηρέτησή του το 1991.
Διετέλεσε μέλος της εφορείας του Σώματος Προσκόπων Κύπρου. Υπήρξε από το 1965 μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Ελληνικού Πνευματικού Ομίλου Κύπρου και αντιπρόεδρος της Βιβλιογραφικής Εταιρείας Κύπρου. Είχε εκλεγεί μέλος πολλών επιστημονικών ιδρυμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου (Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία, Επιστημονική Εταιρεία της Ελλάδος, Ονοματολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Επιστημονικός και Φιλολογικός Σύλλογος Αμμοχώστου κ.α.). Έλαβε μέρος σε διεθνή συνέδρια στη Λευκωσία και στη Γερμανία. Έδωσε κατά καιρούς μεγάλο αριθμό διαλέξεων σε διάφορα σωματεία και σχολεία, δίδαξε θεατρικά έργα σε συλλόγους και αρχαίες ελληνικές τραγωδίες στα σχολεία.
Το 1971 ίδρυσε και έκτοτε διηύθυνε το περιοδικό Λαογραφική Κύπρος. Πρόκειται για περιοδικό σημαντικό σε ποιότητα και όγκο και με συμμετοχή πολλών συνεργατών από την Κύπρο, την Ελλάδα και άλλες χώρες. Εκτός από τη Λαογραφική Κύπρο είχε σε διάφορες περιόδους τη διεύθυνση και επιμέλεια της εκδόσεως πολλών μαθητικών περιοδικών καθώς και περιοδικών εκδόσεων του υπουργείου Παιδείας. Ίδρυσε επίσης το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης του Γυμνασίου Λαπήθου και οργάνωσε εκθέσεις λαϊκής τέχνης στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και σε άλλα σχολεία της υπαίθρου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον επέδειξε στη μελέτη του λαϊκού πολιτισμού και θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Κυπρίους λαογράφους. Ανέπτυξε το ενδιαφέρον για τη λαογραφία ανάμεσα στους μαθητές, συνέβαλε στη διαμόρφωση του αναλυτικού προγράμματος του μαθήματος της λαογραφίας στην Παιδαγωγική Ακαδημία, δίδαξε λαογραφία στην Αστυνομική Σχολή Κύπρου, στην Παιδαγωγική Ακαδημία και στη Σχολή Ξεναγών του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού και συνεργάστηκε στην οργάνωση και καθιέρωση της γιορτής του Δήμου Λευκωσίας «Λαϊκό Πανηγύρι της Πύλης Αμμοχώστου». Για την επίδοσή του στη λαογραφία εξελέγη τακτικός εταίρος της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας που εδρεύει στην Αθήνα.
Ανήκε επίσης στη δημοσιογραφική οικογένεια. Διετέλεσε για χρόνια ανταποκριτής και συνεργάτης της εφημερίδας Ἐλευθερία της Λευκωσίας. Εκτός από αυτή δημοσίευσε άρθρα και μελέτες σε πολλές εφημερίδες της Κύπρου και σε περιοδικά της Ελλάδας. Συνεργάστηκε επίσης με περισσότερα από είκοσι κυπριακά περιοδικά.
Βιβλία
Τα βιβλία του, που ανέρχονται σε δεκάδες και οι εκατοντάδες των μελετών του μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες:
Α. Φιλολογικά - Εκπαιδευτικά: Μελέτες για τον «Αίαντα» του Σοφοκλή, τους αρχαίους λυρικούς ποιητές, την επτανησιακή λογοτεχνία, την κυπριακή πεζογραφία της Φραγκοκρατίας, τον Λεόντιο Μαχαιρά, τον Βασίλη Μιχαηλίδη, τον Λιπέρτη και άλλους˙ βιβλιοκρισίες, παιδαγωγικά και εκπαιδευτικά θέματα, όπως η εκπαιδευτική τηλεόραση, η εφηβεία, οι «ελεύθερες δραστηριότητες» των σχολείων, ο ρόλος των επιθεωρητών κ.α.
Β. Βιβλιογραφικά: Ευρετήρια περιοδικών, εκδόσεων οργανισμών, βιβλιοθηκών, εκθέσεων βιβλίων, βιβλιογραφήσεις και άλλα.
Γ. Λαογραφικά: Σωρεία μελετών, συλλογών και βιβλιοκρισιών.
Πηγή:
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια