Ήρωας του ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα του 1955-1959. Γεννήθηκε το 1934 στο χωριό Παλιομέτοχο της επαρχίας Λευκωσίας κι εκτελέστηκε από τους Άγγλους στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας την 21 Σεπτεμβρίου 1956 με απαγχονισμό. (Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος- Αρχείο ΡΙΚ)
Την ίδια μέρα και ώρα, μαζί με τον Κουτσόφτα εκτελέστηκαν και δυο άλλοι ήρωες της ΕΟΚΑ, ο συγχωριανός του Ανδρέας Παναγίδης και ο Στέλιος Μαυρομμάτης.
Ο Ανδρέας Παναγίδης, εκτός από συγχωριανός και φίλος του Μιχαήλ Κουτσόφτα, ανήκε στην ίδια μ' αυτόν ομάδα κρούσεως της ΕΟΚΑ και συνελήφθη μαζί του ύστερα από επιχείρηση στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, και οι δυο δε, μαζί με τον συναγωνιστή τους Παρασκευά Χοιροπούλη, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν για τον φόνο Άγγλου σμηνία της αεροπορίας ονόματι Χέιντελ.
Οι ήρωες αυτοί του αγώνα της ΕΟΚΑ ανήκαν στην ομάδα Παλιομετόχου. Η μοιραία καταδρομική επιχείρηση, κατά την εκτέλεση της οποίας συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν, τους είχε ανατεθεί στις αρχές Μαΐου, 1956. Η εντολή που είχαν πάρει από τον υπεύθυνο της οργάνωσης της περιοχής Παλιομετόχου, ήταν η διενέργεια αντιποίνων μετά την αναμενόμενη εκτέλεση δι' απαγχονισμού των πρώτων ηρώων της αγχόνης Μιχαήλ Καραολή και Ανδρέα Δημητρίου που είχαν ήδη καταδικαστεί σε θάνατο.
Η ομάδα των Μιχαήλ Κουτσόφτα, Ανδρέα Παναγίδη και Παρασκευά Χοιροπούλη, κατήρτισε σχέδιο επίθεσης εναντίον του αεροδρομίου Λευκωσίας. Η επίθεση έγινε στις 16 Μαΐου του 1956, νωρίς το πρωί. Η ομάδα των τριών ήταν οπλισμένη μόνο με ένα περίστροφο που κρατούσε ο Μιχαήλ Κουτσόφτας. Ενώ όμως οι προηγούμενες παρατηρήσεις της ομάδας έδειξαν ότι ο στόχος που είχε επιλεγεί εφρουρείτο συνήθως από 2 Άγγλους στρατιώτες, που θα αιχμαλωτίζονταν βάσει του σχεδίου, όταν έγινε η επίθεση διαπιστώθηκε ότι η φρουρά ήταν ενισχυμένη και αποτελούνταν από 5 στρατιώτες. Ωστόσο ο Κουτσόφτας δεν ματαίωσε την επιχείρηση. Στη συμπλοκή που ακολούθησε, ο Κουτσόφτας πυροβόλησε και σκότωσε ένα από τους Άγγλους, τον Χέιντελ. Σε σύντομο διάστημα κατέφθασαν ισχυρές στρατιωτικές ενισχύσεις που καταδίωξαν τους τρεις αγωνιστές. Ο Ανδρέας Παναγίδης συνελήφθη πρώτος. Ο Κουτσόφτας, καταδιωκόμενος από τους Άγγλους, συνελήφθη αφού στρατιωτικό ελικόπτερο τον ανάγκασε να πέσει στο έδαφος. Ο τρίτος της ομάδας και ο νεαρότερος, ο Χοιροπούλης, ανεκαλύφθη και συνελήφθη ύστερα από 5 περίπου ώρες κατά τις οποίες κρυβόταν πάνω σ' ένα δέντρο.
Αφού και οι τρεις συλληφθέντες υπέστησαν πολλά βασανιστήρια, τελικά δικάστηκαν (ένας από τους δικηγόρους υπεράσπισής τους ήταν ο Γλαύκος Κληρίδης) και καταδικάστηκαν. Οι Κουτσόφτας και Παναγίδης καταδικάστηκαν σε θάνατο δι’ απαγχονισμού, ενώ ο Χοιροπούλης, λόγω του νεαρού της ηλικίας του (ήταν τότε 18 χρόνων) καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά.
Έτσι, την 21 Σεπτεμβρίου 1956, οι Κουτσόφτας και Παναγίδης οδηγήθηκαν στην αγχόνη μαζί με τον Στέλιο Μαυρομμάτη που είχε καταδικαστεί σε θάνατο ύστερα από κατηγορία για ένοπλη επίθεση εναντίον Άγγλων στη Λευκωσία. Σύμφωνα προς τις μαρτυρίες, κατά το διάστημα της κράτησής τους στις Φυλακές, καθώς και όταν βάδιζαν προς την αγχόνη, οι ήρωες αυτοί του αγώνα τραγουδούσαν πατριωτικά τραγούδια κι αισθάνονταν περήφανοι γιατί πέθαιναν για την ελευθερία της πατρίδας τους. Τόσο σε επιστολές που έστειλε από τις Φυλακές, όσο και σε συνομιλίες του με συγγενείς και συναγωνιστές του, ο Μιχαήλ Κουτσόφτας επέδειξε μέχρι την τελευταία του στιγμή, πατριωτισμό, τόλμη, υπερηφάνεια και γενναιότητα που εξέπληξαν. Μεταξύ άλλων, έλεγε: Οι μόνες λέξεις που μπορούν ν' ακούσουν από τα χείλη μας οι δυνάστες είναι αυτές: Ελευθερία ή Θάνατος. Αυτές τις λέξεις τις έμαθαν και αυτοί οι τοίχοι των φυλακών...
Όπως κι ο Ανδρέας Παναγίδης, ο Κουτσόφτας ήταν εργάτης, χωρίς ανώτερη μόρφωση.