Όνομα δυο γειτονικών χωριών στην επαρχία Λευκωσίας, που είναι γνωστά ως Κάτω Κουτραφάς και Πάνω Κουτραφάς. Το χωριό Πάνω Κουτραφάς είναι σήμερα εγκαταλειμμένο.
Κουτραφάς Κάτω: Αμιγές ελληνικό χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, περί τα 38 χμ. νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας Λευκωσίας. Βρίσκεται κοντά στη «γραμμή Αττίλα», ένα δε μεγάλο μέρος της έκτασής του είναι μέσα στη «νεκρή» ζώνη. Στα νοτιοδυτικά του χωριού (περί τα 6 χμ.) και μέσα στα διοικητικά του όρια, βρίσκεται ο οικισμός Μάντρες.
Ο Κάτω Κουτραφάς είναι κτισμένος στη δυτική όχθη του ποταμού της Ελιάς, σε μέσο υψόμετρο 185 μέτρων. Το λοφώδες τοπίο του χωριού είναι διαμελισμένο από το ποτάμιο δίκτυο του ποταμού αυτού. Το υψόμετρο από τα 150 μ. στα βόρεια σύνορα του χωριού, αυξάνεται στα 185 μ. κοντά στον οικισμό και στα 500 μ. πολύ κοντά στα νότιά του σύνορα.
Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού απαντώνται οι άμμοι, τα χαλίκια και οι άργιλοι της Πλειστόκαινης γεωλογικής περιόδου, οι λάβες και διαβάσες του πυριγενούς συμπλέγματος Τροόδους, οι υφαλογενείς ασβεστόλιθοι του σχηματισμού Κορωνιάς, οι πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις, και οι αποθέσεις του σχηματισμού Πάχνας (εναλλασσόμενες στρώσεις κιμωλιών, μαργών και ψαμμιτών). Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν ερυθρογαίες, φαιοχώματα, πυριτιούχα και προσχωσιγενή εδάφη.
Ο Κάτω Κουτραφάς δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 310 χιλιοστόμετρα. Στην περιοχή του καλλιεργούνται τα αμπέλια (οινοποιήσιμες ποικιλίες), τα εσπεριδοειδή, οι ελιές, τα σιτηρά, τα νομευτικά φυτά, λίγα λαχανικά (κυρίως πατάτες) και λίγα φρουτόδεντρα (χρυσομηλιές και δαμασκηνιές). Υπάρχουν επίσης αρκετές ακαλλιέργητες εκτάσεις όπου φυτρώνει άγρια φυσική βλάστηση από πεύκα, μαζιές, θυμαριές και ξισταρκές. Μέρος του δάσους Αδελφοί, στα νοτιοδυτικά του χωριού, εμπίπτει στα διοικητικά του όρια.
Από συγκοινωνιακής απόψεως, ο Κάτω Κουτραφάς βρίσκεται δίπλα στον κύριο δρόμο Λευκωσίας - Τροόδους, ο οποίος τον συνδέει τόσο με την πρωτεύουσα, όσο και με τα ορεινά θέρετρα του Τροόδους. Στα βορειοδυτικά συνδέεται οδικά με το κατεχόμενο χωριό Αγκολέμι (περί τα 3 χμ.), στα νοτιοανατολικά με το χωριό Πάνω Κουτραφάς (περί τα 2 χμ.), και στα νοτιοδυτικά με το χωριό Ευρύχου (περί τα 11 χμ.) και μέσω του με τα θέρετρα του Τροόδους. Συνδέεται επίσης στα βορειοανατολικά με το χωριό Περιστερώνα (περί τα 11 χμ.) και μέσω του με τη Λευκωσία.
Ο Κάτω Κουτραφάς γνώρισε πληθυσμιακές αυξομειώσεις. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:
Χρονολογία | Κάτοικοι |
---|---|
1881 | 71 |
1891 | 25 |
1901 | 8 |
1911 | 55 |
1921 | 64 |
1931 | 130 |
1946 | 30 |
1960 | 76 |
1973 | 58 |
1976 | 56 |
1982 | 45 |
1992 | 30 |
2001 | 14 |
2011 | 4 |
2021 | 19 |
Το 1881 ο πληθυσμός του συνυπολογιζόταν με τον πληθυσμό του γειτονικού χωριού Πάνω Κουτραφάς. Από το 1982 ο πληθυσμός του Κάτω Κουτραφά συνυπολογίζεται με εκείνο του γειτονικού χωριού Μάντρες.
Το χωριό υφίστατο κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας με το ίδιο όνομα και βρίσκεται σημειωμένο σε παλαιούς χάρτες ως Cutrafa. Εξάλλου, κατά τον ντε Μας Λατρί, ο Κάτω Κουτραφάς ήταν φέουδο που ανήκε στους κόμητες της Έδεσσας. Περί τα μέσα του 15ου αιώνα, όμως, αναφέρεται ότι ανήκε στον ευγενή ντε Νάβες, κοντοσταύλη της Κύπρου.
Ο Φλώριος Βουστρώνιος (16ος αιώνας) γράφει στον πληθυντικό: Cutrafades (Κουτραφάδες). Υπονοεί έτσι την ύπαρξη δύο γειτονικών οικισμών που αποτελούσαν δύο διαφορετικά φέουδα κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Ο Φλώριος, αναφερόμενος εξάλλου στην αναδιανομή των φέουδων που είχε κάνει ο βασιλιάς της Κύπρου Ιάκωβος Β΄ μετά την άνοδό του στο θρόνο το 1460, σημειώνει παραχώρηση του (ενός) χωριού στον αξιωματούχο Σορ ντε Νάβες, αλλά και δωρεά του (άλλου) χωριού στον αξιωματούχο Ιωάννη Ταφούρ.
Η ονομασία του χωριού προήλθε, κατά τον Νέαρχο Κληρίδη, από το επώνυμο του πρώτου οικιστή της περιοχής που ήταν άνθρωπος ο οποίος αρεσκόταν στο κουτρούβιν* (=ανθός της καππαρκάς*). Η ερμηνεία αυτή (κουτροβοφάς - Κουτραφάς) φαίνεται αρκετά παρατραβηγμένη. Εάν η ονομασία του χωριού δεν προέρχεται από επώνυμο οικογένειας που κατείχε την περιοχή κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας (κούτρα [η], από τη λατινική λέξη scutra, σημαίνει μέτωπο, κούτελο, κεφάλι), τότε η ονομασία του χωριού πιθανόν να είναι της Βυζαντινής περιόδου. Από τη λέξη κούτρα προέρχεται και η μεσαιωνική λέξη κουτρούλης, που σημαίνει τον άνθρωπο που έχει κούτρα (=κεφαλή) σαν τρούλλο, δηλαδή φαλακρό.
Στον Κάτω Κουτραφά υπάρχει αστυνομικός σταθμός. Η εκκλησία του χωριού, αφιερωμένη στην Παναγία, κτίστηκε τον 18ο αιώνα αντικαθιστώντας παλαιότερη. Σύμφωνα προς τοπική παράδοση, η αρχική εκκλησία είχε κτιστεί από τη Ρήγαινα, την ωραία και μυστηριώδη βασίλισσα των κυπριακών θρύλων. Η παράδοση δεν φαίνεται να είναι άσχετη προς τους μεσαιωνικούς χρόνους οπότε το χωριό αποτελούσε φέουδο ευγενών. Ο Γκάννις γράφει ότι από την παλαιά εκκλησία απέμειναν η δυτική και η βόρεια θύρα, η πρώτη με λευκό μαρμάρινο ανώφλι και σκαλιστές παραστάδες και η δεύτερη με ανώφλι από λευκό και μαύρο μάρμαρο υποστηριζόμενο από δυο λεπτές κολόνες με κομψά γοτθικά κιονόκρανα.
Το χωριό, που αρχικά ονομαζόταν Κουτραφάς, πήρε το χαρακτηριστικό Κάτω Κουτραφάς κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, πιθανότατα τον 17ο αιώνα, όταν Τούρκοι εγκαταστάθηκαν κοντά σ' αυτό, ιδρύοντας ένα δεύτερο μικρό οικισμό που ονομάστηκε Πάνω Κουτραφάς.
Κουτραφάς Πάνω: Αμιγές τουρκοκυπριακό χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, περί τα 40 χμ. νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας Λευκωσίας.
Ο Πάνω Κουτραφάς είναι κτισμένος σε μέσο υψόμετρο 220 μέτρων. Το λοφώδες τοπίο του χωριού είναι διαμελισμένο από το ποτάμιο δίκτυο του ποταμού της Ελιάς.
Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού απαντώνται οι άμμοι, τα χαλίκια και οι άργιλοι της Πλειστόκαινης γεωλογικής περιόδου, οι αποθέσεις του σχηματισμού Πάχνας (εναλλασσόμενες στρώσεις κιμωλιών, μαργών και ψαμμιτών), οι πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις, και οι λάβες του πυριγενούς συμπλέγματος του Τροόδους. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν ερυθρογαίες και προσχωσιγενή εδάφη.
Ο Πάνω Κουτραφάς δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 325 χιλιοστόμετρα. Στην περιοχή του καλλιεργούνται τα σιτηρά, τα νομευτικά φυτά, οι ελιές και λίγες αμυγδαλιές.
Από συγκοινωνιακής απόψεως, ο Πάνω Κουτραφάς συνδέεται στα βορειοδυτικά με το γειτονικό χωριό Κάτω Κουτραφάς (περί τα 2 χμ.) και στα νότια με το χωριό Νικητάρι (περί τα 3 χμ.) και μέσω του με την εκκλησία της Ασίνου (περί τα 6 χμ.).
Ο Πάνω Κουτραφάς γνώρισε πληθυσμιακές αυξομειώσεις. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:
Χρονολογία | Κάτοικοι |
---|---|
1881 | 71 |
1891 | 99 |
1901 | 89 |
1911 | 86 |
1921 | 84 |
1931 | 54 |
1946 | 63 |
1960 | 50 |
2011 | 17 |
2021 | 64 |
Το 1881 ο πληθυσμός του συνυπολογιζόταν με τον πληθυσμό του γειτονικού χωριού Κάτω Κουτραφάς. Μετά το 1964, εξαιτίας των διακοινοτικών ταραχών που ακολούθησαν την ανταρσία των Τουρκοκυπρίων, οι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι του Πάνω Κουτραφά εγκατέλειψαν το χωριό τους και μετακινήθηκαν σε γειτονικά αμιγή τουρκοκυπριακά και μεικτά χωριά, στο πλαίσιο οδηγιών της Άγκυρας για δημιουργία στο νησί ισχυρών τουρκοκυπριακών θυλάκων. Στις επόμενες απογραφές πληθυσμού το χωριό εμφανίζεται σαν εγκαταλειμμένο.
Το χωριό, που ποτέ δεν φαίνεται να ήταν μεγάλο, ιδρύθηκε από Τούρκους κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, πιθανότατα τον 17ο αιώνα. Επειδή κτίστηκε δίπλα στο χωριό που ονομαζόταν Κουτραφάς, το νέο τουρκοχώρι πήρε την ονομασία Πάνω Κουτραφάς για να ξεχωρίζει από το παλαιό που ονομάστηκε Κάτω Κουτραφάς.
Για την ονομασία Κουτραφάς βλέπε στο χωριό Κουτραφάς Κάτω.