Κρεμμύδκια ή κρομμύδκια

Image

Κρόμμυον το κοινόν ή κρόμμυον το κεφαλωτόν. Επιστημονική ονομασία: Allium cepa. Οικογένεια: Λιλιιδών (Lilliaceae). Αγγλική ονομασία: Onion. Λαχανευόμενο από τα αρχαιότατα χρόνια φυτό, ιθαγενές της μέσης Ασίας. Ανήκει σε γένος φυτών που περιλαμβάνει περί τα 250 είδη εκ των οποίων τα περισσότερα είναι βολβόρριζα, πολλά είναι φαρμακευτικά και άλλα κοσμητικά. Γνωστότερα συγγενικά είδη είναι το αμπελόπρασον (Α. ampeloprasum), το ερυθρόν (Α. roseum), το νεαπολιτανικόν (Α. neapolitanum), το πράσον (Α. porrum), το σκοροδόπρασον (Α. scorodoprasum), το στρογγύλον (Α. rotuntum) που στην Κύπρο είναι γνωστό ως αρκόπρασον, το σκόροδον ή σκόρδο (Α. sativum) κλπ.

 

Το κρεμμύδι το κοινόν στην Κύπρο απαντάται ακόμη και με την αρχαία του ονομασία, αλλά σε γένος αρσενικό: ο κρόμμυος. Πρβλ. και το γνωστό ποίημα:

 

... Ψουμίν τζ' ελιάν που το πρωίν

τζ'αί κρόμμυον που πάνω,

γέρημη φτώσ 'εια έφασ' μας

στον κόσμον παραπάνω...

 

Εδώ το κρεμμύδι (ο κρόμμυος) παρουσιάζεται μαζί με το ψωμί και την ελιά ως σύμβολα της φτώχειας και της δυστυχίας, ως φθηνότατη τροφή που αποτελούν το μοναδικό γεύμα του φτωχού ανθρώπου.

 

Το κρεμμύδι, γνωστό ήδη από την εποχή του Ομήρου ο οποίος και το αναφέρει, εκαλλιεργείτο στην Κύπρο από τα αρχαία χρόνια. Ο Λουκιανός, στους Ἐταιρικούς Διαλόγους του (14.322) μνημονεύει τα κυπριακά κρεμμύδια, γράφοντας:

 

... Ὦ μακαρία ἐκείνη, ἥτιςραστήν σέ, ὦ Δωρίων, ἒξει ۬ κρόμμυα γάρ αὐτῇ οἴσεις ἐκ Κύπρου καί τυρόν...

 

Δηλαδή:

... Ω, ευτυχισμένη εκείνη που θα σ' έχει εσένα εραστή, Δωρίων, γιατί θα της φέρνεις απ' την Κύπρο κρεμμύδια και τυριά...

 

Εξάλλου, από το κρεμμύδι θεωρείται ότι προήλθε η αρχαία ονομασία του ακρωτηρίου του Κορμακίτη, που λεγόταν Κρόμμυον ή και Κρομμύου ἄκρα. Το ίδιο το χωριό Κορμακίτης αναφέρεται σε αρχαίες φιλολογικές πηγές ως Κρομμυακίτης.

 

Βλέπε λήμμα: Κορμακίτης ακρωτήρι

 

Το κρεμμύδι πολλαπλασιάζεται με σπορά, αλλά και με βολβίδια. Κατά το πρώτο έτος της σποράς, που γίνεται τον Φεβρουάριο ή Μάρτιο, παράγεται το κοκκάριον, που στην Κύπρο λέγεται κωννάριν (το), δηλαδή μικροί βολβοί. Αυτοί φυτεύονται κατά τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο. Στη μαγειρική χρησιμοποιούνται εκτεταμένα τόσο τα χλωρά κρεμμύδια (που λέγονται κρεμμυδάκια ή κρομμυούδκια) όσο και ο βολβός των ξηρών κρεμμυδιών. Ο βολβός εχρησιμοποιείτο παλαιότερα και ως μαλακτικό κατάπλασμα, ενώ οι εξωτερικοί του χιτώνες (τα κρομμυόφυλλα) εχρησιμοποιούντο για βαφή αυγών το Πάσχα, κυρίως δε για βαφή του μεταξιού και άλλων υφασμάτων. Επίσης κοπανισμένο κρεμμύδι εχρησιμοποιείτο σε πληγές.

 

Βλέπε λήμμα: Βαφική τέχνη

 

Η δριμεία οσμή και η ιδιάζουσα γεύση του κρεμμυδιού οφείλεται στα αιθέρια έλαιά του που προκαλούν και το ερέθισμα των ματιών εκείνου που καθαρίζει κρεμμύδια, με αποτέλεσμα να δακρύζει.

 

Βλέπε λήμμα: Γιατροσόφια

 

Από τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, πέρα από τον Όμηρο, αναφορές στα κρεμμύδια κάνουν ο Ηρόδοτος, ο Θεόφραστος και ο Διοσκουρίδης ο οποίος αποδίδει στο φυτό αυτό πολλές θεραπευτικές δυνάμεις. Πολλές θεραπευτικές συνταγές με χρήση κρεμμυδιών περιλαμβάνουν και τα παλαιά κυπριακά λαϊκά γιατροσόφια, όπως, για παράδειγμα, το Ἰατροσοφικόν του μοναχού του Μαχαιρά Μητροφάνη.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

Φώτο Γκάλερι

Image
Image