Λόλιον (Lolium), κοινώς αίρα ή και ήρα. Οικογένεια: Αγρωστωδών (Graminae). Αγγλική ονομασία: Darnel. Αυτοφυόμενο στην Κύπρο ζιζάνιο των σιταγρών. Από τα 7 περίπου είδη που απαντώνται στην Ευρώπη, στην Ασία και στην Αφρική, στην Κύπρο αυτοφύονται τα ακόλουθα 5:
1. Lolium temulentum.
2. L. strictum.
3. L. perenne.
4. L. rigidum.
5. L. multiflorum.
To λόλιον είναι φυτό της τάξης των λεπυρανθών, γρασίδι με ρίζα ινώδη, με καλαμοειδές λεπτό κι όρθιο στέλεχος και με απλωτά φύλλα. Σχηματίζει στενούς στάχεις με 3-25 άνθη. Είναι κτηνοτροφικό φυτό εκτός από το είδος λόλιον το μεθυστικόν (Lolium temulenlum) που είναι τοξικό και δηλητηριώδες και που στην Ελλάδα είναι επίσης γνωστό με την ονομασία κουντούρα και με τις ονομασίες ήρα, νήρα και αίρα.
Το λόλιον το μεθυστικόν είναι φυτό μονοετές και κοινότατο ζιζάνιο των σιταγρών. Αυτοφύεται κυρίως ανάμεσα σε φυτείες από σιτάρι και κριθάρι. Είναι φυτό επιβλαβές για ανθρώπους και ζώα γιατί οι σπόροι του περιέχουν τοξική και μεθυστική ουσία που προκαλεί μέθη ή σκοτοδίνη, εμετούς, κάποτε δε και τον θάνατο. Αντίθετα προς τους καρπούς του, το ίδιο το φυτό είναι αβλαβές και —πριν ωριμάσει — κτηνοτροφικό.
Οι επιβλαβείς ιδιότητες των σπόρων του ήσαν γνωστότατες από την Αρχαιότητα, γι’ αυτό και πάντοτε διαχωρίζονταν από τους σπόρους των δημητριακών που χρησιμοποιούνταν για αλευροποίηση, αρτοποιία ή τροφή των ζώων.
Στην Κύπρο, σε παλαιότερες εποχές, συχνά κατά λάθος κατασκευάζονταν ψωμιά που μαζί με το σιτάρι περιείχαν και κουντούραν που είχε επίσης αλευροποιηθεί. Τέτοια ψωμιά λέγονταν κουντουρκαρίδκια (τα). Το ψωμί κουντουρκαρίδιν προκαλούσε επίσης ζάλη, εμετούς και αποχαύνωση, που διαρκούσε ανάλογα προς την περιεκτικότητά του σε κουντούραν, συνήθως δε από μισή μέχρι μια μέρα.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια