Είδος υφάσματος από μετάξι. Λεγόταν έτσι γιατί παραγόταν κατ’ ευθείαν από το κουκκούλλιν. Υφαινόταν στον αργαλειό από χοντρότερη κλωστή μεταξιού που κατασκευαζόταν με την ακόλουθη διαδικασία:
Τα κουκκούλια του μεταξιού βράζονταν περασμένα σε κλωστές. Μετά κλείνονταν μέσα σε κουρούκλες (=λεπτό ύφασμα) για να παραμείνουν καθαρά, και σκεπάζονταν με τριχινισμένη στάχτη για να μαλακώσουν και ν’ αραιώσουν οι ίνες τους. Βράζονταν στη συνέχεια για μισή ως μια ώρα σε αλουσίβα (νερό με στάχτη) και ύστερα τοποθετούνταν πάλι σε στάχτη όπου παρέμεναν μέχρι και 24 ώρες. Στη συνέχεια τα κουκκούλια τρίβονταν και ανοίγονταν ώστε το καθένα απ’ αυτά γινόταν σε μέγεθος πορτοκαλιού. Οι γυναίκες το περνούσαν τότε στο χέρι τους και ξετύλιγαν την κλωστή του μεταξιού που τυλιγόταν σε αδράχτι. Η κλωστή αυτή ήταν πιο χοντρή από εκείνη που παραγόταν από τον μεταξά*, αλλά και πιο μαλακή.
Οκτώ περίπου οκάδες κουκκούλια έδιναν μια οκά μετάξι. Μια οκά μετάξι, όταν υφαινόταν, έδινε περί τους 25 πήχεις ολομέταξο ύφασμα. Συνήθως όμως το μετάξι υφαινόταν μαζί με άλλου είδους κλωστές που ήσαν πιο φθηνές (όπως ο εισαγόμενος στην Κύπρο χιλαλιές) οπότε μια οκά μετάξι έδινε περί τους 50 πήχεις υφάσματος.
Από τα κουκκουλλάρικα υφάσματα που τα ύφαιναν μόνες τους, οι Κυπρίες οικοκυρές κατασκεύαζαν διάφορα απαραίτητα για το νοικοκυριό τους είδη, όπως και είδη ένδυσης. Μάλιστα κατά την πρώτη νύχτα του γάμου οι νεόνυμφοι συνηθιζόταν να κοιμούνται στο νυμφικό κρεβάτι του οποίου τα σεντόνια ήσαν κουκκουλλάρικα, μαλακά και δροσερά.
Βλέπε και λήμμα μετάξιν.