Χωριό της επαρχίας Λεμεσού στη γεωγραφική περιφέρεια των αμπελοχωριών, περί τα 29 χμ. βορειοδυτικά της πόλης της Λεμεσού. Είναι το μικρότερο σε διοικητική έκταση χωριό της επαρχίας του (180 εκτάρια).
Η Κουκά είναι κτισμένη σε ορεινή περιοχή, σε μέσο υψόμετρο 740 μέτρων. Το τοπίο του χωριού είναι διαμελισμένο από το ποτάμιο δίκτυο του ποταμού Κούρη. Το ανάγλυφο είναι τραχύ βουνίσιο με στενές βαθιές κοιλάδες και απότομες πλαγιές.
Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν οι αποθέσεις του σχηματισμού Λευκάρων (κρητίδες, μάργες και μαργαϊκές κρητίδες), οι αποθέσεις του σχηματισμού Πέρα Πεδιού (ραδιολαρίτες και φαιόχωμα), οι λάβες και οι διαβάσες του πυριγενούς συμπλέγματος Τροόδους. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν φαιοχώματα, ασβεστούχα και πυριτιούχα εδάφη.
Η Κουκά δέχεται μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 710 χιλιοστόμετρα. Στην περιοχή της καλλιεργούνται τα αμπέλια (οινοποιήσιμες ποικιλίες) και λίγα φρουτόδεντρα (κυρίως μηλιές). Στις επικλινείς πλαγιές κατασκευάστηκαν αναβαθμίδες για την καλλιέργεια του αμπελιού. Ωστόσο η μεγαλύτερη έκταση του χωριού είναι ακαλλιέργητη και σ’ αυτή φυτρώνει άγρια φυσική βλάστηση. Η κτηνοτροφία είναι ανύπαρκτη.
Το τραχύ απότομο ανάγλυφο επηρέασε το συγκοινωνιακό δίκτυο του χωριού που δεν είναι πυκνό. Ένας μόνο ελικοειδής δρόμος συνδέει την Κουκά στα βορειοδυτικά με το χωριό Πέρα Πεδί (περί τα 2 χμ.) και στα νότια με το χωριό Σιλίκου (περί τα 2,5 χμ.).
Το δύσκολο γεωγραφικό περιβάλλον εμπόδισε την πληθυσμιακή ανάπτυξη του χωριού, του οποίου ο πληθυσμός παρέμεινε αραιός, ενώ τα τελεθταία χρόνια παρατηρήθηκε μια σοβαρή τάση εγκατάλειψής του.
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:
Χρονολογία | Κάτοικοι |
---|---|
1881 | 51 |
1891 | 42 |
1901 | 39 |
1911 | 56 |
1921 | 53 |
1931 | 40 |
1946 | 46 |
1960 | 63 |
1973 | 29 |
1976 | 23 |
1982 | 16 |
1992 | 14 |
2001 | 4 |
2011 | 27 |
2021 | 14 |
Το μικρό και σχεδόν ανύπαρκτο σήμερα αυτό χωριό υφίστατο ήδη κατά τα μεσαιωνικά χρόνια. Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας το χωριό αναφέρεται από τον χρονογράφο Γεώργιο Βουστρώνιο, με το ίδιο όνομα που φέρει και σήμερα. Κατά τον Βουστρώνιο, το χωριό παραχωρήθηκε από τον βασιλιά της Κύπρου Ιάκωβο Β' (1460-1473) μαζί με τον κοντινό του Μονιάτη, στον Μπαλιάν Σαλάκχα. Πιο πριν τα χωριά αυτά ανήκαν στον ευγενή Αλέξανδρο Καππαδόκα. Λίγες μόνο μέρες πιο ύστερα, ο Ιάκωβος Β΄ αφαίρεσε τα χωριά από τον Σαλάκχα και τα έδωσε στον Μπέννετ από τον Μοριά.
Ωστόσο ο ιστορικός Φλώριος Βουστρώνιος (16ος αιώνας) δίνει την πληροφορία ότι, κατά την αναδιανομή των φέουδων που είχε κάνει ο βασιλιάς της Κύπρου Ιάκωβος Β΄ μετά την άνοδό του στο θρόνο το 1460, η Κουκά (Cuca) και άλλα 7 ακόμη χωριά, είχαν δοθεί στον αξιωματούχο Ιωάννη Πέρες Φαμπρέγκ.
Σύμφωνα όμως προς την παράδοση το χωριό είναι αρχαιότερο της περιόδου της Φραγκοκρατίας και φαίνεται ότι είχε δημιουργηθεί γύρω από την εκκλησία του Τιμίου Σταυρού, της οποίας ιδρυτής ήταν κάποιος Κοκάς, δηλαδή άνθρωπος που είχε στο κεφάλι του κόκαν (=κοτσίδα). Ο άνθρωπος αυτός, που είχε δώσει στο χωριό την ονομασία του, ήταν κάτοχος ενός πολύτιμου σταυρού στο εσωτερικό του οποίου βρίσκονταν φυλαγμένα τα πριονίδια που προήλθαν από το τίμιο ξύλο όταν η Αγία Ελένη — σύμφωνα πάντα προς την παράδοση — είχε κόψει το υποπόδιο από τον σταυρό του Χριστού για να κατασκευάσει απ' αυτό τρεις άλλους μικρότερους σταυρούς. Ο σταυρός που περιείχε τα πριονίδια έγινε γνωστός ως σταυρός του Κοκά και σαν τέτοιο τον αναφέρει ο μεσαιωνικός χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς (Χρονικόν, παρ. 28):...ὁμοίως εὑρίσκεται ὁ σταυρός... τοῦ λεγομένου Κοκᾶ, ὃπου βρύει μύρον...
Βλέπε λήμμα: Αγία Ελένη και Κύπρος
Στο όνομα, λοιπόν, του θαυματουργού αυτού σταυρού τοῦΚοκᾶ (ενός απ’ αυτούς που άφησε η Αγία Ελένη όταν πέρασε από την Κύπρο), είχε κτιστεί η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού στο χωριό που πήρε την ονομασία Κουκά.
Την παράδοση για τα πριονίδια του τιμίου ξύλου αναφέρει κι ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός ( Ἱστορία Χρονολογική.... 1788, σ. 358) που γράφει:
Εἰς χωρίον Κουκᾶ κάτωθεν τοῦ Κοιλανίου, εἶναι ναός τοῦ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, εἰς ὅν ἐναπετέθησαν τά τρίμματα τοῦ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ὃταν ἡ Ἁγία Ἑλένη ἔσχισεν εἰς τμήματα τόν τίμιον σταυρόν εἰς τόν Βασιλοπόταμον. Φέρουσι μεγάλην εὐωδίαν.
Ο ίδιος συγγραφέας, αναφερόμενος στην επίσκεψη της αγίας Ελένης στην Κύπρο (4ος μ.Χ. αιώνας) γράφει σχετικά (ό.π.π., σσ. 97-98):
...καί εἰς αὐτούς τούς θείους ναούς ἀφιέρωσε μέρη ἐκ τοῦ τιμίου ξύλου διά προφύλαξιν τῆς Νήσου, καί τῶν κατοίκων της καύχημα˙ δέν ἀκριβολογήθη προσέτι ἡ καλή Μήτηρ τῶν Κυπρίων, νά ἀφήσῃ καί εἰς ἄλλα μέρη τῆς Νήσου ἱερά ἐκ τούτου ἀναθήματα, ὡς εἰς χωρίον Κουκᾶ τά τρίμματα τοῦ τιμίου ξύλου, καί εἰς τό Ὄμοδος μέρος τοῦ Καννάβου μεθ’ ὅν ἔδεσαν τόν Κύριον οἱ παράνομοι...
Αφήνεται εδώ να νοηθεί ότι η Κουκά υφίστατο όταν η αγία Ελένη επισκέφθηκε την Κύπρο τον 4ο μ.Χ. αιώνα, τούτο όμως δεν μπορεί ν’ αποδειχθεί.
Κατά τη γιορτή του Τιμίου Σταυρού γίνεται στην Κουκά πανηγύρι. Παρά το ότι το ίδιο το χωριό είναι πολύ μικρό, ωστόσο στο πανηγύρι του συγκεντρώνεται πολύς κόσμος από όλη την γύρω περιοχή και κυρίως από τα κοντινά μεγάλα χωριά.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια