Το κόσκινο. Απλό οικιακό ή γεωργικό εργαλείο διαλογής ξηρών καρπών με βάση το μέγεθός τους. Η κατασκευή του είναι απλή και γίνεται ως εξής: Ένα αρκετά λεπτό σε πάχος τεμάχιο ειδικού ξύλου λυγίζεται και σχηματίζει κύλινδρο με διάμετρο περί τα 50 ή 60 εκατοστόμετρα. Στο κάτω μέρος του ξύλινου αυτού κυλίνδρου τοποθετείται τεντωμένο δέρμα ζώου (τραούλλου) ή λεπτή μεταλλική λαμαρίνα (ττενεκκές), που στερεώνεται γερά στην εξωτερική επιφάνεια του κυλίνδρου. Στο τεντωμένο δέρμα ή στη λαμαρίνα υπάρχουν τρύπες διαφόρων μεγεθών και πυκνότητας στα διάφορα είδη κοσσ'ίνων. Οι τρύπες αυτές είτε ανοίγονται είτε (σε περίπτωση που χρησιμοποιείται δέρμα σε λωρίδες) αφήνονται κατά το πλέξιμο που γίνεται σταυροειδώς.
Οι καρποί των οποίων θα γίνει η διαλογή ρίχνονται στο εσωτερικό της κατασκευής αυτής. Με το κούνημα, οι σπόροι περνούν από τις τρύπες και πέφτουν σε απλωμένο ρούχο, ενώ στον πάτο του κόσσ΄ινου παραμένουν τα στελέχη και άλλες ακαθαρσίες που δεν μπορούν να περάσουν.
Οι τρύπες του κόσσ'ινου έχουν μέγεθος ανάλογο προς το είδος των καρπών για τους οποίους προορίζεται. Έτσι υπάρχουν κόσσ'ινα του σιταρκού, του κριθθαρκού κλπ. Διακρίνονται επίσης τα διάφορα είδη κοσσ΄ίνων και σε είδη ως προς τον τρόπο και το υλικό κατασκευής τους και την πυκνότητά τους σε τρύπες, όπως: αρβάλιν, κατασκευασμένο από πλεγμένες λωρίδες δέρματος (υπάρχει αρβάλιν σιταρκού και αρβάλιν κριθθαρκού), αρκόν, κατασκευασμένο από δέρμα ή μέταλλο (με πιο πυκνές και λεπτές τρύπες, ώστε κατά το κοσκίνισμα έπεφτε το χώμα και παρέμεναν σ' αυτό μόνο οι κόκκοι του σιταριού ή του κριθαριού), η ταμπουτσ'ιά, από δέρμα ή μέταλλο που εχρησιμοποιείτο πάλι για τα δημητριακά κλπ.
Το κόσσ'ινον εχρησιμοποιείτο και για το λεγόμενο παρανέμισμαν των δημητριακών. Δηλαδή μετά το ανέμισμα που γινόταν η κυρίως διαλογή των καρπών, με τη χρήση κόσσ'ινου γινόταν μια δεύτερη κοπιαστική εργασία: τοποθετούνταν σ' αυτό ποσότητες της παραγωγής και στη συνέχεια, κρατώντας το κόσσ'ινον ψηλά, η αγρότισσα το κουνούσε φέρνοντάς το ταυτόχρονα σε κάθετη θέση, σταδιακά۬ έτσι έπεφταν απ' αυτό και παρασύρονταν από τον αέρα σε κάποια απόσταση τα κόντυλα του σιταριού, ενώ οι σπόροι που ήταν βαρύτεροι έπεφταν σε πιο κοντινή απόσταση κι έτσι γινόταν ο διαχωρισμός.
Τα διάφορα είδη κοσσ'ίνων κατασκευάζονταν από ειδικούς τεχνίτες, συνηθέστερα δε από τους καζαντζ'ήες και τους μάντηες. Παρόμοια στην κατασκευή ήταν και άλλα είδη, όπως η τατσ'ια που είχε όμως πολύ λεπτές τρύπες κι εχρησιμοποιείτο για να καθαριστεί το αλεύρι.
Η εργασία με το κόσσ'ινον λέγεται κοσσ'ίνισμαν (=κοσκίνισμα), το δε ρήμα είναι κοσσ'ινίζω. Τα διάφορα είδη κοσσ'ίνων δίνουν, πάλι, και τα αντίστοιχα ρήματα και ονομασίες των εργασιών μ΄ αυτά (όπως αρβάλισμαν - αρβαλίζω, ταμπούτσ'ιασμαν – ταμπουτσ'ιάζω).
Πρβλ. επίσης την κυπριακή παροιμία: Τζ'εινούρκον είσαι κόσσι'νον, τζαι πού να σε κρεμμάσω;