Στην Ευρώπη υπάρχουν δυο είδη του πτηνού αυτού, που ανήκουν στην οικογένεια Otididae. Είναι το είδος Otis tarda και το είδος Otis tetrax. Και τα δυο αυτά είδη επισκέπτονται σπάνια την Κύπρο κατά τον χειμώνα, προερχόμενα από την Τουρκία όταν οι εκεί καιρικές συνθήκες είναι πολύ κακές. Τα πουλιά αυτά εμφανίζονται στην Κύπρο σε πολύ μικρούς αριθμούς, και κυρίως στην Καρπασία και στη Μεσαορία. Μεταναστεύουν από την Ευρώπη, όχι όμως προς την Αφρική αλλά σε χώρες όπως η Τουρκία, η Συρία και το Ιράκ.
Ο Otis tarda είναι το μεγαλύτερο από τα πουλιά που κυνηγιούνται στην Ευρώπη, το δε βάρος του είναι περίπου το ίδιο με του οικόβιου γάλου. Η κεφαλή κι ο λαιμός του έχουν χρώμα ανοιχτό σταχτί, το άνω μέρος του κορμού έχει ραβδώσεις κοκκινοκαφέ και μαύρες και το χρώμα της κοιλιάς του είναι σχεδόν άσπρο. Όταν πετά φαίνεται από κάτω ολόασπρος με μαύρα τα άκρα των φτερών του. Το αρσενικό πουλί έχει κοντά στο στόμα του φτερά που μοιάζουν με μεγάλα μουστάκια, και κόκκινο κολλάρο στο κάτω μέρος του λαιμού του. Το μέγεθος του αρσενικού φθάνει τα 40 εκατοστόμετρα, ενώ του θηλυκού μόνο 30. Γεννά στην Κεντρική Ευρώπη, Ισπανία, Πολωνία, Μικρά Ασία και Κεντρική Ασία. Την εποχή των ερώτων τους, το αρσενικό εκτελεί θεαματικούς χορούς γύρω από το θηλυκό, που διαρκούν πολλή ώρα. Την φωλιά του την κάνει στο έδαφος και γεννά 2-3 αυγά με λαδί χρώμα. Η τελευταία φορά κατά την οποία παρατηρήθηκε στην Κύπρο ήταν στις αρχές του 1974 στη χερσόνησο της Καρπασίας μαζί με πολλές αγριόχηνες. Τότε είχαν σκοτωθεί από κυνηγούς της περιοχής περί τα 25 πουλιά.
Ο άλλος αρκόγαλος, ο Otis tetrax, είναι μικρότερος σε μέγεθος από τον προηγούμενο, ενώ τα χρώματά του είναι παρόμοια εκτός του ότι ο αρσενικός έχει κατάμαυρο λαιμό. Το μέγεθός του φθάνει μόνο τα 17 εκατοστά. Γεννά στην Ανατολική Ευρώπη, κυρίως στην πρώην Σοβιετική Ένωση, και στη Δυτική Ασία. Τα πρώτα επίσημα στοιχεία που υπάρχουν για την εμφάνισή του στην Κύπρο είναι του 1820, όταν ένα τέτοιο πουλί σκοτώθηκε στο νησί από το βαρώνο von Sack's και μέχρι σήμερα βρίσκεται σε μουσείο του Βερολίνου. Μια άλλη μαρτυρία, του Bucknill, αναφέρει ότι τον Ιανουάριο του 1910, όταν ο χειμώνας ήταν πολύ βαρύς, δώδεκα τέτοια πουλιά σκοτώθηκαν στη Μεσαορία. Από τότε πολύ λίγες φορές έχει παρατηρηθεί στην Κύπρο, τα δε τελευταία 30 χρόνια δεν φάνηκε καθόλου. Κι αυτός ο αρκόγαλος κάνει τη φωλιά του στο έδαφος. Το κρέας του είναι πολύ εύγευστο, γι' αυτό κι είναι πανάκριβο.
Τα πουλιά αυτά, αν και ονομάζονται εδώ αρκόγαλοι, δεν έχουν καμιά συγγένεια με τον πραγματικό αγριόγαλο της Βόρειας Αμερικής (Meleagris gallopanos), που εισήχθη πρόσφατα στην Ευρώπη και κατόρθωσε να επιβιώσει μόνο στα πυκνά δάση της Γερμανίας σε μικρούς αριθμούς, και που είναι προστατευόμενος.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια