Κοράκου- Korakou. Χωριό της επαρχίας Λευκωσίας το οποίο βρίσκεται στη γεωγραφική περιφέρεια της Σολιάς, περί τα 51 χμ. νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας. Στα βόρεια της Κοράκου και μέσα στα διοικητικά της όρια βρίσκεται το εγκαταλειμμένο τουρκοκυπριακό χωριό Αγρολάδου.
Η Κοράκου είναι κτισμένη κοντά στη δυτική όχθη του ποταμού Καρκώτη, σε μέσο υψόμετρο 420 μέτρων. Από τις δυο πλευρές της κοιλάδας του Καρκώτη το ανάγλυφο ανεβαίνει κάπως απότομα, παρέχοντας έτσι προστασία στις καλλιέργειες από τους ανέμους. Στα δυτικά του χωριού το ανάγλυφο είναι βουνίσιο και το υψόμετρο φθάνει τα 921 μέτρα (κορφή Μοσφιλερή). Το τοπίο είναι διαμελισμένο από μικρά ρυάκια που ρέουν προς την κοιλάδα.
Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν οι λάβες και οι διαβάσες του πυριγενούς συμπλέγματος του Τροόδους, και οι πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν φαιοχώματα, πυριτιούχα και προσχωσιγενή εδάφη.
Η Κοράκου δέχεται μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 400 χιλιοστόμετρα. Στην περιοχή της καλλιεργούνται τα οπωροφόρα δέντρα (μηλιές, αχλαδιές, ροδακινιές, δαμασκηνιές, μεσπιλιές και συκιές), τα αμπέλια (οινοποιήσιμες ποικιλίες), οι ελιές, τα όσπρια (κουκιά, φασόλια και λουβιά), το κριθάρι, τα νομευτικά φυτά, τα λαχανικά (μπιζέλια, πατάτες και φασολάκια) και λίγες αμυγδαλιές. Ωστόσο η μεγαλύτερη έκταση του χωριού είναι ακαλλιέργητη. Μέρος του δάσους Τροόδους, στα δυτικά του οικισμού, εμπίπτει στα διοικητικά του όρια. Στο δάσος φυτρώνει άγρια φυσική βλάστηση από πεύκα, ξισταρκές και μαζιές. Η κτηνοτροφία είναι περιορισμένη.
Από συγκοινωνιακής απόψεως, η Κοράκου συνδέεται στα νότια με το χωριό Τεμβριά (περί τα 2 χμ.) και στα ανατολικά με το χωριό Ευρύχου (περί τα 2 χμ.) και μέσω του με την πρωτεύουσα αλλά και με τα ορεινά θέρετρα του Τροόδους. Συνδέεται επίσης, με χωματόδρομο, στα βόρεια με το χωριό Αγρολάδου (περί τα 500 μέτρα).
Η Κοράκου γνώρισε πληθυσμιακές αυξομειώσεις. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:
Χρονολογία | Κάτοικοι |
---|---|
1881 | 364 |
1891 | 351 |
1901 | 329 |
1911 | 323 |
1921 | 356 |
1931 | 391 |
1946 | 524 (494 Έλληνες και 30 Τούρκοι) |
1960 | 548 (535 Έλληνες και 13 Τούρκοι) |
1973 | 473 (όλοι Έλληνες) |
1976 | 701 |
1982 | 618 |
1992 | 584 |
2001 | 500 |
2011 | 521 |
2021 | 494 |
Μετά το 1964, εξαιτίας των διακοινοτικών ταραχών που ακολούθησαν την ανταρσία των Τουρκοκυπρίων, οι λιγοστοί Τουρκοκύπριοι της Κοράκου εγκατέλειψαν το χωριό τους και μετακινήθηκαν σε γειτονικά αμιγή τουρκοκυπριακά και μεικτά χωριά, στο πλαίσιο οδηγιών της Άγκυρας για δημιουργία στο νησί ισχυρών θυλάκων.
Βλέπε λήμμα: Θύλακες Τουρκοκυπρίων
Μετά την τουρκική εισβολή του 1974, η Κοράκου δέχτηκε αριθμό Ελληνοκυπρίων εκτοπισμένων, κυρίως από την πεδιάδα της Μόρφου. Το μεταλλείο της Σκουριώτισσας, σε μικρή απόσταση στα βόρεια του χωριού, βοήθησε, πριν από την τουρκική εισβολή, στην εργοδότηση αρκετού πληθυσμού του χωριού και της περιοχής. Σήμερα ένας σημαντικός αριθμός των κατοίκων διακινείται στη Λευκωσία για εργοδότηση.
Ιστορικά στοιχεία
Το χωριό βρίσκεται σημειωμένο σε παλαιούς χάρτες ως Coracu, Coraco και Coraci. Υφίστατο κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, οπότε κι αποτελούσε φέουδο. Κατά τον ντε Μας Λατρί, η Κοράκου είχε παραχωρηθεί πριν από το 1307 από τον βασιλιά της Κύπρου Ερρίκο Β' στον Badin d' Ibelin, της μεγάλης γνωστής οικογένειας των Ιβελίνων, που ήταν ένας από τους ευγενείς της Κύπρου οι οποίοι είχαν παραμείνει πιστοί στον βασιλιά όταν αυτός είχε υποστεί τις συνέπειες πραξικοπήματος εναντίον του από τον αδελφό του. Συνεπώς πιο πριν η Κοράκου αποτελούσε ιδιοκτησία του βασιλιά. Αργότερα περιήλθε και πάλι στην κυριότητα της βασιλικής οικογένειας της Κύπρου. Κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος κατά του Ερρίκου Β' και του σφετερισμού του θρόνου από τον αδελφό του Αμάλριχο (Αμωρύ), στην Κοράκου που του ανήκε είχε εκτοπισθεί ο Ιβελίνος.
Την ύπαρξη του χωριού κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια επιβεβαιώνουν και δυο αναφορές σε αντίστοιχα μεσαιωνικά χειρόγραφα. Στο ένα η Κοράκου μνημονεύεται ως ανήκουσα στο τμήμα εκείνο της Μαραθάσας που ανήκε στους δυο κόμητες της Έδεσσας (παρά το ότι το χωριό βρίσκεται στην περιοχή της Σολιάς αντί της Μαραθάσας). Στο άλλο χειρόγραφο το χωριό μνημονεύεται μεταξύ εκείνων που διοικητικά ανήκαν στο διαμέρισμα της Πεντάγυιας.
Ο Φλώριος Βουστρώνιος (16ος αιώνας) αναφέρει την Κοράκου (γράφοντάς την: Coracu) ως ένα των οικισμών που υδρεύονταν από τον ποταμό Καρκώτη. Γράφει ακόμη ότι κατά το 1308 ανήκε στον ευγενή Μπατίν ντ’ Ιμπελέν, της μεγάλης οικογένειας των Ιβελίνων. Ο Μπατίν είχε τεθεί τότε υπό περιορισμό στο χωριό που του ανήκε, την Κοράκου, με διαταγή του λόρδου της Τύρου Αμωρύ ντε Λουζινιάν, ο ποίος είχε εκθρονίσει τον αδελφό του, βασιλιά Ερρίκο Β΄. Ο Μπατίν είχε παραμείνει πιστός στον Ερρίκο. Λίγο μετά τον περιορισμό του στην Κοράκου, διατάχθηκε να εγκαταλείψει την Κύπρο και αναχώρησε από την Κερύνεια για την Αρμενία. Στον Μπατίν ντ’ Ιμπελέν ανήκε τότε και η Βιτσάδα. Πιθανότατα τα χωριά αυτά του επεστράφησαν και παρέμειναν στην οικογένεια των Ιβελίνων, μετά τη δολοφονία του Αμωρύ και την επιστροφή του βασιλιά Ερρίκου Β΄ στο θρόνο.
Τοπική παράδοση αναφέρει ότι το χωριό πήρε την ονομασία του από το όνομα κάποιου «αρχαίου βασιλιά» που είχε ζήσει στην περιοχή και ονομαζόταν Κόρακας. Τη θεωρία αυτή αποδέχεται ο Νέαρχος Κληρίδης, μόνο που Κόρακα θέλει τον πρώτο οικιστή του χωριού κι όχι βασιλιά. Κι ο Σίμος Μενάρδος εξηγεί γιατί από τη φράση [τα κτήματα] τοῦ Κοράκου προήλθε αργότερα η θηλυκή αναφορά τῆς Κοράκου και ἡ Κοράκου. Δεν βλέπουμε όμως τον λόγο γιατί να μη ευσταθεί και η άποψη ότι η φράση του Κοράκου, αρχικά ως απλό τοπωνύμιο, να προήλθε από το πουλί κόραξ, όπως ο ιέραξ(=γεράκι) έδωσε την ονομασία του χωριού Γερακιές. Εξάλλου πολλά άλλα τοπωνύμια απαντώνται στην Κύπρο ως Κόρακας, Μούττη του Κοράκου κλπ.
Από τις εκκλησίες του χωριού, εκείνη της Παναγίας Ελεούσας είναι οικοδόμημα του 18ου αιώνα. Σε λόφο βρίσκεται και η εκκλησία η αφιερωμένη στον απόστολο Λουκά, κτίσμα του 1697 σύμφωνα προς επιγραφή πάνω από τη βόρεια είσοδό της. Μια τρίτη εκκλησία, αφιερωμένη στον άγιο Μάμα, είναι του 17ου αιώνα. Ο Τζέφρυ αναφέρει και εκκλησία αφιερωμένη στην αγία Βαρβάρα, που βρίσκεται κοντά στο χωριό. Είναι χαρακτηριστικό ότι όλες οι εκκλησίες της Κοράκου είναι ξυλόστεγες.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια