Βιόλα η εύοσμος (Viola odorata), κοινώς μενεξές. Επιστ. όνομα: Viola cypria. Αγγλικά: Sweet violet. Οικογένεια: Βιολιδών. Αυτοφυόμενο στην Κύπρο αγριολούλουδο. Φυτρώνει κυρίως στα βουνά του Τροόδους και δίνει ωραία λουλούδια τον Απριλίου. Ένα συγγενικό είδος που επίσης φυτρώνει στην Κύπρο είναι η λεγόμενη μπλε βιολέτα (Viola sieheana).
Το είδος αυτό ανήκει στο γένος Viola το οποίο χαρακτηρίζεται από ευρεία εξάπλωση κυρίως στο βόρειο ημισφαίριο και περιλαμβάνει περίπου 400 είδη 5 από τα οποία συναντώνται στην Κύπρο ενώ ένα υποείδος θεωρείται και ιθαγενές. Το φυτό χαρακτηρίζεται ως ερμαφρόδιτο αφού στο άνθος συναντώνται συνήθως 5 στήμονες με πολύ κοντά νημάτια οι οποίοι περιβάλλουν την ωοθήκη και ανθοφορία παρατηρείται την περίοδο Φεβρουαρίου – Απριλίου. Το φυτό θεωρείται ιθαγενές χωρών της Ευρώπης και της δυτικής Ασίας ενώ στην Κύπρο παρατηρείται σε διάφορους τύπους οικοτόπων κυρίως από τα 400 – 1200 μ. υψόμετρο.
Η βιολέτα στην αρχαία Ελλάδα
Η βιολέτα αποτελεί ένα από τα είδη που συμβόλισαν την ανανέωση της άνοιξης και τον θρίαμβο της αγάπης και κατέχει έτσι την δική της ιστορία τόσο στην λαϊκή παράδοση όσο και στην παραδοσιακή ιατρική. Αρχικά αναφέρεται ότι ο Αριστοφάνης στα έργα του «Ἀχαρνῆς» και «Ιππῆς» αναφέρει την Αθήνα ως «ιοστεφής» που παραπέμπει στα ία δηλαδή τις βιολέτες. Σύμφωνα με τον θρύλο, η προέλευση του ελληνικού ονόματος «Ία» για τις βιολέτες προέρχεται από τον βασιλιά Ίωνα ο οποίος οδηγώντας τον λαό του στην Αττική τον υποδέχθηκαν νύμφες του νερού οι οποίες του στεφάνωσαν το κεφάλι με βιολέτες. Για το λόγο αυτό το φυτό αποτέλεσε το έμβλημα της πόλης και ήταν απαραίτητο στοιχείο διακόσμησης στα σπίτια, σε βωμούς αλλά και σε διάφορες τελετουργίες όπως οι γάμοι. Επιπρόσθετα, η Περσεφόνη, μυθική κόρη της θεάς Δήμητρας, μάζευε βιολέτες την ώρα που απήχθηκε από τον θεό του Κάτω Κόσμου, Πλούτωνα ενώ, βιολέτες άνθιζαν σε κάθε σημείο που ξάπλωνε ο Ορφέας που αποτέλεσε την κύρια εκπροσώπηση της τραγουδιστικής τέχνης και της λύρας στην αρχαία Ελλάδα.
Σύμφωνα με ένα μύθο, το φυτό οφείλει την ύπαρξη του στην νύμφη Ιώ την οποία ερωτεύτηκε παράφορα ο Δίας όμως για να την κρύψει από την παράφορα ζηλιάρα Ήρα την μετέτρεψε σε αγελάδα. Όταν όμως ο Δίας είδε την Ιώ να κλαίει για την σκληρή υφή και άσχημη γεύση του σκληρού γρασιδιού, μετέτρεψε τα δάκρυα της σε υπέροχες βιολέτες με μεθυστικό άρωμα για να τρέφεται μόνο αυτή. Σύμφωνα με ένα άλλο μύθο το φυτό με το βιολετί χρώμα του οφείλεται στην θεά Αφροδίτη. Η θεά παρουσιάζεται να διαφωνούσε με τον γιο της Έρωτα για το αν είναι ομορφότερη από μια ομάδα νεαρών παρθένων και ο Έρως αμφισβητώντας την μητέρα του ευνόησε τα νεαρά κορίτσια. Έτσι, η Αφροδίτη θολωμένη από την ζήλια της χτύπησε τόσο έντονα τα νεαρά κορίτσια μέχρι που μωλώπισαν και μετέπειτα τις μετάτρεψε σε βιολέτες. Η συσχέτιση αυτή του φυτού με την θεά του έρωτα αποτέλεσε την βάση για να χρησιμοποιούνται μέρη του φυτού σε φίλτρα αγάπης αλλά και ως αφροδισιακό ενώ ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένο τόσο στην αρχαία Ελλάδα όσο και στην αρχαία Ρώμη ως σύμβολο αγνότητας και σεμνότητας και για το λόγο αυτό χώροι ταφής μικρών παιδιών στολίζονταν κατεξοχήν με βιολέτες.
Ως σύμβολο αγνότητας εμφανίζεται και στην θρησκευτική παράδοση αφού σύμφωνα με θρησκευτικές πηγές το φυτό άνθισε όταν η Μαρία, μητέρα του Ιησού είπε «Ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμά σου» στον Αρχάγγελο Γαβριήλ όταν Αυτός της ανάγγειλε την χαρμόσυνη είδηση της επικείμενης γέννησης του Ιησού Χριστού. Η περιεκτικότητα του φυτού σε σαλικικό οξύ που αποτελεί συστατικό της ασπιρίνης καθόρισε την χρήση των φρέσκων ή αποξηραμένων φύλλων και ανθών του φυτού από την αρχαιότητα για αντιμετώπιση πονοκεφάλων και ημικρανιών ενώ χρησιμοποιήθηκε ευρέως για την αντιμετώπιση της βρογχίτιδας, του βήχα, του άσθματος κλπ. Τέλος, το γλυκό άρωμα της βιολέτας το καθιστά ιδανικό για την αρωματοποιία και την σαπωνοποιία.
Πηγές
Χατζηκυριάκου Ν. Γ, 2007: Αρωματικά και Αρτυματικά Φυτά στην Κύπρο. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου, 2007
Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (ΚΥΚΠΕΕ)