Κονταρίνι Contarini οικογένεια

Image

Μεγάλη αριστοκρατική οικογένεια της Βενετίας που άκμασε κατά τα μεσαιωνικά χρόνια. Οκτώ συνολικά μέλη της οικογένειας Κονταρίνι έγιναν, σε διάφορες εποχές, δόγηδες της Βενετίας, με πρώτο τον Δομήνικο Κονταρίνι (1043 -1070) που επί ημερών του αποπερατώθηκε ο περίφημος ναός του Αγίου Μάρκου, και τελευταίο τον Αλβέζιο Κονταρίνι (1676-1684).

 

Διάφορα μέλη της οικογένειας Κονταρίνι σχετίστηκαν και με την Κύπρο, κυρίως δε διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο κατά την περίοδο της βασιλείας της Αικατερίνης Κορνάρο*. Και τούτο γιατί η Βενετή αυτή βασίλισσα της Κύπρου, που ανήκε σε επίσης μεγάλη οικογένεια της Βενετίας, την οικογένεια Κορνάρο*, ήταν συγγενής των Κονταρίνι. Έτσι, κατά τη δύσκολη περίοδο κατά την οποία βασίλεψε στην Κύπρο η Αικατερίνη, αρχικά ως σύζυγος του βασιλιά της Κύπρου Ιακώβου Β' του Νόθου (1460-1473) που τον παντρεύτηκε το 1472, ένα χρόνο πριν από τον θάνατό του, κι ύστερα μόνη της, από το 1473, μέχρι το 1489 οπότε αναγκάστηκε να μεταβιβάσει την Κύπρο στη Δημοκρατία της Βενετίας, διάφοροι Κονταρίνι έδρασαν στην Κύπρο. Συγκεκριμένα αναφέρονται:

 

Κονταρίνι Γεώργιος: Ήταν ξάδελφος της Αικατερίνης Κορνάρο. Κατείχε υψηλά αξιώματα στην Κύπρο επί ημερών της Αικατερίνης και παρέμεινε στο νησί και μετά την εκθρόνιση της βασίλισσας και την κατάληψη της Κύπρου από τη Βενετία. Πέθανε στην Κύπρο το 1510 και τάφηκε στην εκκλησία του μοναστηριού του Αγίου Δομινίκου στη Λευκωσία (ο ντε Μας Λατρί αναφέρει ως χρονιά θανάτου του το 1491).

 

Ήταν ένας από τους έμπιστους συμβούλους και βοηθούς της Αικατερίνης στη διακυβέρνηση του βασιλείου της Κύπρου, έφερε τον τίτλο του κόμητα της Γιάφφα και της Ασκαλώνος, του είχαν δε παραχωρηθεί από τη βασίλισσα πολλές τιμές αλλά και τιμάρια στην Κύπρο (περιλαμβανομένων των χωριών Βαβατσινιά, Δάλι, Άγιος Σέργιος Αμμοχώστου, Πλατανιστάσα και Καλοψίδα — βλέπε ντε Μας Λατρί, ‘Les comtes de Jaffa et d' Ascalon...’, Arch. Veneto, XVIII, 1879, B', pp. 401-3, και Revue des Questions Historiques, 1879, p. 199). Κατείχε επίσης τη ζωτική θέση του διοικητή της Αμμοχώστου.

 

Το γεγονός ότι η βασίλισσα Αικατερίνη Κορνάρο τον εμπιστευόταν αλλά και τον είχε ανάγκη, αποδεικνύεται και από γράμμα της προς αυτόν με ημερομηνία 1.12.1484. Ο Γεώργιος Κονταρίνι είχε πάρει από τη βασίλισσα την άδεια να μεταβεί από την Κύπρο στη Βενετία, το Δεκέμβριο του 1482, για προσωπικές υποθέσεις. Στη Βενετία νυμφεύθηκε την ξαδέλφη του Ισαβέλλα, κόρη του Νικολάου Κονταρίνι. Γράφοντάς του από την Κύπρο την 1.12.1484 για να τον συγχαρεί, η Αικατερίνη του ζητεί ταυτόχρονα να επιστρέψει στην Κύπρο χωρίς να καθυστερήσει περισσότερο, διότι «είχε απόλυτη ανάγκη της βοήθειάς του για ζητήματα διακυβέρνησης», διαφορετικά θα έχανε «την υψηλή θέση που κατείχε στην εκτίμηση (εύνοιά) της».

 

Είναι γεγονός ότι η βασίλισσα Αικατερίνη αντιμετώπιζε τρομερά προβλήματα εξαιτίας των ποικίλων πιέσεων των Βενετών που, μετά τον θάνατο του συζύγου της, βασιλιά Ιακώβου Β΄, το 1473, είχαν θέσει την Κύπρο «υπό την προστασία τους» και προσπαθούσαν να την αποκτήσουν και τυπικά — πράγμα που πέτυχαν το 1489 με την παραχώρηση του νησιού στη Βενετία από την Κυπρία βασίλισσα. Επίσης, η Αικατερίνη αντιμετώπιζε και συνωμοσίες στο εσωτερικό, κυρίως από τους υποστηρικτές της πρώην βασίλισσας Καρλόττας* που είχε εκθρονιστεί το 1460 από τον ετεροθαλή αδελφό της Ιάκωβο Β' αλλά που δεν είχε παύσει να διεκδικεί τον θρόνο της και που είχε κινητοποιηθεί προς αυτή την κατεύθυνση ξανά, αμέσως μετά τον θάνατο του Ιακώβου (βλέπε λήμμα Καρλόττα αλλά και λήμμα Αλμπερίκος Λουδοβίκος). Ιδίως μετά τη δολοφονία του θείου της Αικατερίνης και βασικότερου συμβούλου και υποστηρικτή της, του Ανδρέα Κορνάρο (στις 13.11.1473) καθώς και άλλων βενετόφιλων, από στελέχη του καταλανικού κόμματος, η βασίλισσα είχε απόλυτη ανάγκη από ικανούς υποστηρικτές της, περισσότερο δε από έμπιστους συγγενείς.

 

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο των συνωμοσιών, των δολοπλοκιών, των πιέσεων από διάφορες κατευθύνσεις και των μεγάλων προβλημάτων, η Αικατερίνη είχε στηριχθεί στη βοήθεια των Κονταρίνι — του Γεωργίου και άλλων — που κι αυτοί όμως απετέλεσαν στόχους. Ο Γεώργιος Κονταρίνι κινδύνευσε να εξουδετερωθεί σε κάποια στιγμή, χάνοντας μάλιστα τους τίτλους του, που όμως λίγο αργότερα (30.5.1476) του αποδόθηκαν ξανά από τη βασίλισσα, με την έγκριση και της Βενετίας. Γράφοντας στον Γεώργιο Κονταρίνι στις 3.6.1476 για να τον συγχαρεί για την επανάκτηση του τίτλου του κόμητα της Γιάφφα, ο Βενετός προβλεπτής Βίκτωρ Σοράντζο, εξυμνεί ταυτόχρονα με θερμά λόγια τις ικανότητες, την εξυπνάδα και τη δύναμη του χαρακτήρα του. Με τον Σοράντζο ο Γεώργιος Κονταρίνι διατηρούσε επαφή με συνεχή αλληλογραφία. Σε διάφορα γράμματά του, που ο Σοράντζο διαβίβαζε στον δόγη της Βενετίας, ο Γεώργιος Κονταρίνι διεκτραγωδούσε τα ανυπέρβλητα προβλήματα που αντιμετώπιζε η Αικατερίνη Κορνάρο και ζητούσε από τη Δημοκρατία της Βενετίας να την ενισχύει, να την βοηθεί και να της συμπαρίσταται. Σ’ ένα μάλιστα από τα γράμματα αυτά, προς τη Βενετία, οι Κονταρίνι και Σοράντζο αναφέρουν ότι είχαν υπάρξει μάρτυρες λεηλασίας των προσωπικών κοσμημάτων της ίδιας της βασίλισσας από την κατοικία της στην Αμμόχωστο, το τέλος του 1473. Δράστες ήσαν ο Λουδοβίκος Αλμπερίκος, ο Ρίτζο ντι Μαρίνο και άλλοι του καταλανικού κόμματος, που τότε αναγκάστηκαν να φύγουν από την Κύπρο, κυνηγημένοι από βενετσιάνικο στρατό. Τότε ήταν που διάφορα κτήματα του Αλμπερίκου δόθηκαν στον Γεώργιο Κονταρίνι.

 

(Για το παρασκήνιο που εξανάγκασε τελικά την Αικατερίνη Κορνάρο να εκχωρήσει την Κύπρο στη Βενετία το 1489, στο οποίο μοιραία κι ο Γεώργιος Κονταρίνι ήταν αναμεμειγμένος, βλέπε λήμμα Κορνάρο Αικατερίνη).

 

Κονταρίνι Θωμάς: Γιος του Γεωργίου Κονταρίνι. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, το 1510, απέκτησε τους τίτλους που ο Γεώργιος Κονταρίνι κατείχε στην Κύπρο, καθώς και την περιουσία του. Κατά τη διάρκεια της κατοχής της Κύπρου από τη Βενετία, οι τίτλοι αμφισβητήθηκαν, κυρίως από την οικογένεια Τζιουστινιάνι. Ο Θωμάς Κονταρίνι αποτάθηκε στο Συμβούλιο των Δέκα της Βενετίας, που το 1524 έλυσε το ζήτημα υπέρ του. Η περιουσία του στην Κύπρο περιελάμβανε 12 χωριά. Η ετήσια συνεισφορά του στο κρατικό ταμείο ανερχόταν στις 3.000 δουκάτα. Ο Θωμάς Κονταρίνι πέθανε το 1560. Διάδοχός του, κληρονόμος του τίτλου του κόμητα της Γιάφφα, ήταν ο γιος του Γεώργιος Κονταρίνι.

 

Κονταρίνι Γεώργιος: Γιος του Θωμά Κονταρίνι κι εγγονός του Γεωργίου Κονταρίνι. Κληρονόμησε από τον πατέρα του τον τίτλο του κόμητα της Γιάφφα και την περιουσία του. Το 1562 εκποίησε μέρος της περιουσίας του στην Κύπρο (πούλησε 4 από τα 12 χωριά που κατείχε) κι αγόρασε κτηματική περιουσία στα περίχωρα της Βενετίας, εν όψει του κινδύνου τουρκικής εισβολής στην Κύπρο.

 

Ήταν ο τελευταίος των Κονταρίνι στο νησί. Μετά την τουρκική κατάκτηση της Κύπρου (1570-71) ο κλάδος αυτός της οικογένειας Κονταρίνι εγκαταστάθηκε στη Βενετία.

 

Κονταρίνι Βερνάρδος: Υπηρέτησε ως εκπρόσωπος της Βενετίας στην Κύπρο επί ημερών του βασιλιά της Κύπρου Ιωάννη Β' (1432-1458), συγκεκριμένα δε κατά το 1452-53. Χειρίστηκε διάφορα σοβαρά προβλήματα που αφορούσαν τις σχέσεις της Βενετίας με το βασίλειο της Κύπρου, καθώς και των Βενετών εμπόρων που ζούσαν στην Κύπρο.

 

Κονταρίνι Παύλος: Έδρασε στην Κύπρο επί ημερών της βασίλισσας Αικατερίνης Κορνάρο, που ήταν συγγενής του (=ξαδέλφη του). Ο Παύλος Κονταρίνι ήταν αδελφός του Γεωργίου Κονταρίνι και υπηρέτησε κατά το 1473-4 ως διοικητής της Κερύνειας. Κατά τον Γεώργιο Βουστρώνιο, η βασίλισσα τον είχε διορίσει διοικητή της Κερύνειας στις 23 Αυγούστου του 1473. Βρέθηκε αναμεμειγμένος στη μεγάλη συνωμοσία των Καταλανών και άλλων, που ευνοούσαν τα σχέδια του Φερδινάνδου της Νεαπόλεως ν’ αποκτήσει την Κύπρο. Η απόκτηση της Κύπρου είχε επιχειρηθεί από τον Φερδινάνδο μέσω ενός γάμου που θα ήταν είτε ο δικός του γάμος με τη χήρα βασίλισσα της Κύπρου Αικατερίνη Κορνάρο, είτε γάμος της βασίλισσας με ένα από τους γιους του. Το ισχυρό καταλανικό κόμμα της Κύπρου, προκειμένου να προωθήσει τα σχέδια αυτά, είχε καταφύγει ακόμη και σε απάνθρωπους εκβιασμούς προς τη βασίλισσα της οποίας πήραν το παιδί, τον γιο της Ιάκωβο που ήταν βρέφος. Διέπραξαν ακόμη αρκετές δολοφονίες — σκότωσαν μεταξύ άλλων τον Ανδρέα Κορνάρο, θείο της βασίλισσας, η οποία είχε απομονωθεί (βλέπε λήμμα Αλμπερίκος Λουδοβίκος).

 

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, υποχρέωσαν τη βασίλισσα να διατάξει τον ξάδελφό της Παύλο Κονταρίνι να παραδώσει την Κερύνεια και το κάστρο της στους επιτρόπους της Νεαπόλεως και στους ηγέτες του καταλανικού κόμματος. Στις 15.11.1473 ο Λουδοβίκος Αλμπερίκος μετέφερε στον Παύλο Κονταρίνι στην Κερύνεια σχετικό γράμμα της βασίλισσας. Ο Κονταρίνι αρνήθηκε να παραδώσει την πόλη κι ένα τόσο σπουδαίο φρούριο, σ’ ένα ξένο (=τον Αλμπερίκο) γιατί κατάλαβε ότι το γράμμα ήταν πλαστό (είχε συμφωνήσει με τον θείο του Ανδρέα Κορνάρο στην αλληλογραφία να υπάρχουν μερικά μυστικά σημεία που να φανερώνουν την αυθεντικότητα κάθε εγγράφου, φαίνεται δε ότι τα σημεία αυτά δεν γνώριζε ούτε η βασίλισσα, γι’ αυτό και δεν τα είχε τοποθετήσει στο γράμμα που είχε αναγκαστεί να υπογράψει). Λίγο αργότερα όμως η βασίλισσα αναγκάστηκε να στείλει στην Κερύνεια ένα πρόσωπο που ο Παύλος Κονταρίνι εμπιστευόταν, τον βισκούντη της Λευκωσίας Νικόλα Μοραμπίτ, στον οποίο παραδόθηκε η Κερύνεια.

 

Όμως μετά την τελική αποτυχία του Αλμπερίκου και των άλλων συνωμοτών και τη φυγή τους από την Κύπρο το τέλος του 1473, κι αφού λεηλάτησαν και συναπεκόμισαν αρκετούς θησαυρούς από την Αμμόχωστο, η Αικατερίνη Κορνάρο επαναδιόρισε τον Παύλο Κονταρίνι διοικητή της Κερύνειας στις 28.1.1474.

 

Κονταρίνι Πέτρος: Υπηρέτησε στην Κύπρο ως εκπρόσωπος (πρέσβης) της Βενετίας το 1443, επί ημερών του βασιλιά της Κύπρου Ιωάννη Β' (1432-1458).

 

Κονταρίνι Φραγκίσκος: Υπηρέτησε κατά τα τελευταία χρόνια του 15ου αιώνα, κι όταν η Κύπρος κατεχόταν από τη Βενετία, ως διοικητής της Πάφου. Το 1500 κατηγορήθηκε για κακή διοίκηση που περιελάμβανε ακόμη και ποικίλες εγκληματικές ενέργειες και βασανισμούς. Δικάστηκε από τις βενετικές αρχές και βρέθηκε ένοχος. Καταδικάστηκε και καθαιρέθηκε προσωρινά από όλα τα αξιώματά του, αλλά και διά βίου από κάθε αξίωμα στην Κύπρο.

 

Από την οικογένεια Κονταρίνι προέρχονται και δυο Λατίνοι επίσκοποι που υπηρέτησαν στην Κύπρο. Και οι δυο υπήρξαν κάτοχοι του επισκοπικού θρόνου της Πάφου κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας.

 

Κονταρίνι Πέτρος: Επίσκοπος Πάφου. Διορίστηκε τον Ιούλιο του 1557 (κατά τον Le Quien) ή τον Σεπτέμβριο του ιδίου χρόνου (κατά τον Gams) και παρέμεινε μέχρι το 1563 οπότε αναφέρεται ότι παραιτήθηκε. Το 1563 προσυπέγραψε τις αποφάσεις της εν Τριδέντῳ συνόδου.

 

Κονταρίνι Φραγκίσκος: Διορίστηκε επίσκοπος Πάφου το 1563, σε διαδοχή του παραιτηθέντος επισκόπου Πέτρου Κονταρίνι. Διατήρησε το αξίωμα του επισκόπου Πάφου μέχρι και την κατάκτηση της Κύπρου από τους Τούρκους (1570).

 

Ο επίσκοπος Φραγκίσκος Κονταρίνι είναι γνωστός ιδιαίτερα εξαιτίας του ηρωισμού και της γενναιότητας που επέδειξε κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Λευκωσίας από τους Τούρκους το 1570, όπου πολέμησε μέχρι τέλους και σκοτώθηκε κατά την ημέρα της αλωσεώς της (9 Σεπτεμβρίου του 1570). Κατά τη διάρκεια της 40ήμερης πολιορκίας της Λευκωσίας από τους Τούρκους, ο επίσκοπος Κονταρίνι όχι μόνο μετείχε ενεργά στην αντίσταση της πρωτεύουσας, αλλά συνεχώς εμψύχωνε και ενθουσίαζε με το παράδειγμά του τους υπόλοιπους υπερασπιστές της. Επίσης, με δικά του έξοδα, σχημάτισε κι εξόπλισε στρατιωτικό σώμα από 100 άνδρες που πολέμησε υπό τις διαταγές του, όπως μαρτυρεί ο Α. Calepio, που εξυμνεί τις πράξεις του, όπως και άλλοι χρονικογράφοι (Paruta, Foglieta).

 

Ως προς τον τρόπο που σκοτώθηκε, οι συγγραφείς της εποχής δεν συμφωνούν μεταξύ τους και είναι φυσικό να μη αντελήφθησαν σωστά όλα τα γεγονότα μέσα στο χάος της ημέρας της αλώσεως. Ο Foglieta λέγει ότι ο επίσκοπος έπεσε μαχόμενος στον προμαχώνα Ποδοκάταρο (απέναντι από το σημερινό κτίριο της Αρχιεπισκοπής) τον οποίο υπερασπιζόταν. Ο Calepio γράφει ότι είχε συλληφθεί αιχμάλωτος και πέθανε από τραύματα ενώ μεταφερόταν αλυσόδετος στην Κωνσταντινούπολη. Άλλοι γράφουν ότι είχε παραδοθεί μετά την άλωση της πόλης σ’ ένα μουλλά που είχε υποσχεθεί ότι θα σεβόταν τη ζωή του, αλλά εκτελέστηκε επί τόπου από ένα γενίτσαρο.

 

Α. ΠΑΥΛΙΔΗΣ