Μεγάλο έντομο που το μήκος του φθάνει τα 42 χιλιοστόμετρα. Επιστημονική ονομασία: Gryllotalpa gryllotalpa. Είναι κοινότατο στην Κύπρο και απαντάται σχεδόν παντού, στα χωράφια, στους κήπους, στις αυλές των σπιτιών. Έχει χρώμα ανοικτό καφέ στο πάνω μέρος του και κιτρινωπό στην κοιλιά. Το κεφάλι του είναι μικρό και φέρει κοντές κεραίες. Ο προθώρακάς του είναι μεγάλος και σκληρός σχήματος αυγοειδούς, με πυκνό χνούδι. Η κοιλιά του, μεγάλη και χοντρή, καταλήγει σε δυο μακριά τριχωτά κερκίδια σαν ουρές. Έχει 6 πόδια. Τα μπροστινά είναι ισχυρότατα με πλατιούς μηρούς, οι δε κνήμες του είναι πλατιές σαν φτυάρι με μεγάλα δόντια στραμμένα προς τα έξω, που τα χρησιμοποιεί για να ανοίγει τις πολλές υπόγειες στοές στις οποίες κυκλοφορεί. Έχει επίσης μεγάλα φτερά που συμπτύσσονται κάτω από δυο σκληρά πτερύγια, σπάνια όμως τα χρησιμοποιεί.
Ο κολοτζ'υθθάς σκάβει ακανόνιστες στοές ψάχνοντας μέσα στο έδαφος για την τροφή του που είναι έντομα, σκουλήκια και ρίζες μικρών φυτών, ιδίως των καλοκαιρινών όπως οι ντομάτες, τα αγγούρια, τα καρπούζια κ.α. στα οποία προκαλεί πολλές ζημιές κυρίως στην αρχή της βλαστήσεως. Είναι έντομο αδηφάγο, κάποτε δε επιδίδεται και σε καννιβαλισμό, κατασπαράσσοντας άλλους κολοτζ΄υθθάες. Κυκλοφορεί συνήθως τη νύχτα, πετά δε αρκετά καλά και προσγειώνεται με ανοικτά τα φτερά του, σαν αλεξιπτωτιστής.
Ζευγαρώνει κατά τον Απρίλιο κι ετοιμάζει τη φωλιά του μέσα στο έδαφος, όπου υπάρχει καλή και σταθερή υγρασία. Μέσα στη φωλιά γεννά εκατοντάδες στρογγυλά αυγά που εκκολάπτονται σε 20 μέρες περίπου. Αφού τα μικρά υποστούν δυο αποδερματώσεις, εισχωρούν βαθιά στο έδαφος μέχρι ένα ή και δυο μέτρα, κι εκεί αφού περιπέσουν σε νάρκη διαχειμάζουν για να κυκλοφορήσουν και πάλι την άνοιξη στα επιφανειακά στρώματα του εδάφους. Εκεί αρχίζουν να τρώγουν και ν’ αναπτύσσονται και, αφού μεταμορφωθούν σε νύμφες πρώτα, κατά το θέρος γίνονται τέλεια έντομα. Αφού δε περάσουν στο βάθος του εδάφους έναν ακόμη χειμώνα, την επόμενη άνοιξη αρχίζουν να γεννούν.