Ποιήτρια, κόρη της ποιήτριας Ζαφείρη Γεωργιάδου Μαρούλας και αδελφή των ποιητών Λεύκιου Ζαφειρίου και Μιχάλη Ζαφείρη. Γεννήθηκε το 1954 στη Λάρνακα. Μετά τη συμπλήρωση των γυμνασιακών της σπουδών, πήγε στην Ελλάδα όπου σπούδασε αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Επίσης μετεκπαιδεύτηκε στην Αγγλία, όπου φοίτησε για ένα χρόνο στο Sheffield. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ανάμεσα στις ποιητικές συλλογές που εξέδωσε αναφέρουμε τις ακόλουθες: Κατοχική Εποχή (Αθήνα, 1979), Διαγωγή (Αθήνα, 1981), Σαν να συνέβη (2002) και Όταν φεύγουν τα φλαμίγκος (2005), η οποία και απέσπασε το κρατικό βραβείο ποίησης του έτους 2005. Η ποιητική συλλογή της Διαγωγή τιμήθηκε το 1982 με κρατικό βραβείο για νέο λογοτέχνη από το υπουργείο Παιδείας της Κύπρου.
Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε αρκετές γλώσσες και έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και ποιητικές ανθολογίες.
Η ποιητική της συλλογή Φοράει τα μάτια του νερού, μεταφράστηκε στα γαλλικά από τις εκδόσεις Le miel des anges (2020).
Ποιήτρια
Η Φροσούλα Κολοσιάτου εμφανίστηκε στην ποίηση με το έργο της Κατοχική εποχή το 1979. Ακολούθησαν οι συλλογές Διαγωγή (1981), Ηλικία (1995), Σα να συνέβη (2002), Όταν φεύγουν τα φλαμίγκος (2005), Μέσα από παλιά φινιστρίνια (2008), Μισό σκοτάδι (2010), Σκοτεινή συγκατοίκηση (2014), Φοράει τα μάτια του νερού (2017). Η κριτική υποδέχτηκε τη νέα ποιήτρια της Κατοχικής εποχής θετικά, αιφνιδιασμένη από την τολμηρότητα και την προκλητικότητα του έργου.
Η Κατοχική εποχή είναι μια γνήσια κατάθεση ψυχής που συγκλονίζεται από την κυπριακή τραγωδία. Όμως το θέμα διευρύνεται, ο στοχασμός καταβυθίζεται και μεταφέρεται στην αμφισβήτηση της ισοπέδωσης και κάθε μορφής καταπίεσης. Ανάλογη εμβάθυνση παρατηρούμε και στο πιο πρόσφατο έργο της ποιήτριας, που είναι πολύ ουσιαστικότερο από ποιήματα επικαιρότητας για τους πρόσφυγες και το «τηλεοπτικό» τους δράμα.
Η θετική υποδοχή της νέας ποιήτριας καταγράφεται σε δημοσιεύματα αμέσως μετά την έκδοση της Κατοχικής εποχής. «Κάτι σημαντικό ξεχωρίζει, όταν ο καημός της Κύπρου την πνίγει (την ποιήτρια) περισσότερο κυρίαρχος από την ανάγκη της ‘’πρωτοτυπίας’’», (Μερακλής Μιχάλης, Νέα Πορεία τεύχος Ιανουάριος – Μάρτιος 1980). Αργότερα ο Γιάννης Η. Ιωάννου στο βιβλίο του Η ποιητική γενιά του ’74 στην Κύπρο. Η γενεαλογία και η έκφραση της αμφισβήτησης (σελ.72-75) υποστηρίζειτην προκλητικότητα και τολμηρότητα ως μια ώριμη συνειδησιακή έκρηξη της ποιήτριας. Αυτό αποδεικνύεται από τη συνέχεια της ποιητικής πορείας. Για την ανιδιοτελή ποιήτρια προέχει η ουσία έναντι της ανάγκης για πρωτοτυπία. Η δέσμευσή της στην ουσία και όχι στην επιφάνεια είναι σταθερή. Σύμφωνα με τον Κώστα Τσιαχρή, φιλόλογο και κριτικό, που έχει καταθέσει διεισδυτικές προσεγγίσεις στο έργο της ποιήτριας, «ο φόβος της για τη ρηχότητα των πραγμάτων γύρω της αποτελεί μια από τις πηγές της ποίησής της».
Τελικά η ποιήτρια επιζητώντας την ουσία κατορθώνει ταυτόχρονα και την πρωτοτυπία. Δεσμεύτηκε μάλιστα σε ένα συγκεκριμένο ποιητικό ήθος: Αποκλίνει από τον πατριωτικό ρομαντισμό έως και μανιέρα πολλών από τους συγχρόνους της. Αποφεύγει τη ρητορεία και το διδακτισμό. Με μια διακριτική παρουσία του εγώ αποφεύγει τις παγίδες του ναρκισσισμού. Από την τραγική μοίρα του τόπου της η ποιήτρια μεταφέρεται στην πανανθρώπινη οδύνη και το προσωπικό βίωμα διευρύνεται σε πανανθρώπινη εμπειρία. Η επικαιρότητα, όταν αποτελεί την πηγή των ποιημάτων , μεταπλάθεται σε πέρασμα, σε δίοδο προς το βάθος και την ουσία των πραγμάτων και των καταστάσεων. Αν επέλεγα ένα στίχο της ποιήτριας δηλωτικό του ποιητικού ήθους της θα ήταν αυτός: «Δύσκολο που είναι να είσαι άνθρωπος». Τίποτε δεν είναι εύκολο για την ποιήτρια. Ο τόπος της ακόμη και η Καλαβασός, το παρελθόν, δεν παρουσιάζεται νοσταλγικά, ούτε ιαματικά. Οι μνήμες την βαραίνουν . Όλα, ακόμη και τα καθημερινά, γίνονται δρόμος για μια στοχαστική καταβύθιση στα δύσκολα υπαρξιακά ερωτήματα.
Ο λόγος της είναι πυκνός και λιτός. Χρησιμοποιεί το ρήμα, ελάχιστα το επίθετο και παραδίδεται στην παντοδυναμία του ουσιαστικού. Η αφηγηματική ροή θραύεται. Παρατάσσει εικόνες και εμπειρίες με μια απρόσμενη διαδοχικότητα. «Αποφθέγματα χωρίς διδακτισμό», σχολιάζει ο Δήμος Χλωπτσιούδης, επειδή «κατατίθενται ως βιωμένες αλήθειες» παρατηρεί εύστοχα ο Κώστας Τσιαχρής. Τίποτε μελοδραματικό, όμως η συναισθηματική ένταση είναι μέσα στις ορίζουσες του ποιητικού ήθους της. Επειδή ως άνθρωπος και ως ποιήτρια δεν είναι ποτέ χλιαρή και αδιάφορη απέναντι σε όσα συμβαίνουν.
Πώς ερμηνεύεται λοιπόν η πρωτοτυπία και ό,τι διακρίνει την ποιήτρια από τους σύγχρονούς της ποιητές; Μια πρώτη γενική απάντηση θα μπορούσε να είναι η εξής: η άριστη σύζευξη ουσίας και πρωτοτυπίας εξηγείται από τη δέσμευση της ποιήτριας σε ένα ποιητικό ήθος που δεν το προδίδει ποτέ, από τη συγκεκριμένη θέση που παίρνει απέναντι στον κόσμο και στον άνθρωπο, την ιδιαίτερη κλίση από την οποία παρατηρεί τα πράγματα και από τη διεύρυνση του ποιητικού οπτικού πεδίου. Η ποιήτρια Marina Tsvetaeva έλεγε: «Εμένα με γοητεύει η ουσία, η φόρμα έρχεται από μόνη της». Για τη Φ. Κολοσιάτου θα ταίριαζε: «Εμένα με γοητεύει η ουσία. Η φόρμα και η πρωτοτυπία έρχεται μόνη της».
ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ
Πηγές: