Κόλλυφα

Image

Τα κόλλυβα. Βρασμένο σιτάρι, ανάμεικτο με ξηρούς καρπούς και πασπαλισμένο με αλευροποιημένη ζάχαρη, που ψάλλονται στις εκκλησίες και στη συνέχεια διαμοιράζονται στους παρευρισκομένους που τα τρώνε, τιμώντας έτσι τη μνήμη είτε κάποιου νεκρού, είτε κάποιου αγίου.

 

Σύμφωνα προς την παράδοση, τα κόλλυφα άρχισαν να χρησιμοποιούνται από τους Χριστιανούς από τον 4ο μ.Χ. αιώνα κατ’ εντολή του πατριάρχη Ευδοξίου. Ο πατριάρχης ισχυρίστηκε ότι την χρήση κολλύφων του είχε υποδείξει σε όραμα ο άγιος Θεόδωρος ο Τήρων. Ωστόσο το έθιμο αυτό, που βρίσκεται σε χρήση και στην Κύπρο και στην Ελλάδα, προέρχεται μάλλον από τις μακάρες των πρώτων Χριστιανών, που κι αυτές σχετίζονται με τα περίδειπνα των αρχαίων Ελλήνων αλλά και παρόμοια έθιμα άλλων αρχαίων λαών.

 

Υπάρχουν δυο περιπτώσεις κατά τις οποίες κατασκευάζονται τα κόλλυφα:

 

α) Για χρήση στα μνημόσυνα. Κατασκευάζονται από συγγενείς των νεκρών σε καθορισμένα διαστήματα: τρεις μέρες μετά τον θάνατο, εννέα μέρες μετά τον θάνατο, σαράντα μέρες μετά τον θάνατο, τρεις μήνες μετά τον θάνατο, έξι μήνες μετά τον θάνατο, εννιά μήνες μετά τον θάνατο, ένα χρόνο μετά τον θάνατο, και στη συνέχεια κάθε χρόνο. Τα κόλλυφα αυτά λέγονται πεθαμμένα. Κατασκευάζονται επίσης για ειδικές γιορτές προς τιμήν των νεκρών, όπως το Σάββατο των Ψυχών ή Ψυχοσάββατο (μια εβδομάδα πριν από το Πάσχα και 50 μέρες μετά). Συνοδεύονται από έναν άρτο.

 

Βλέπε λήμμα: Θάνατος

 

β) Για χρήση κατά τις γιορτές. Στην περίπτωση αυτή τα κόλλυφα λέγονται άγια και κατασκευάζονται από τους γιορτάρηδες, δηλαδή εκείνους που τελούν τη γιορτή ενός αγίου την ημέρα της μνήμης του. Συνήθως τα κόλλυφα αυτά συνοδεύονται από πεντάρτι (=πέντε άρτους), σε μερικά δε χωριά της Κύπρου και από κρασί ή ζιβανία που προσφερόταν ως κέρασμα στους εκκλησιαζόμενους μετά τη λειτουργία.

 

Στην Κύπρο κατασκευάζονται επίσης κόλλυφα και για μερικές άλλες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα ως βασικό μέρος των εθίμων της παραμονής της πρωτοχρονιάς (γιορτής του Αγίου Βασιλείου).

 

Βλέπε λήμμα: Αης Βασίλης 

 

Παρασκευή

Τα κόλλυφα κατασκευάζονται ως εξής: Από την προηγούμενη νύχτα το σιτάρι πλένεται και μπαίνει στο νερό όπου αφήνεται να φουσκώσει. Την επόμενη μέρα το σιτάρι βράζεται μέσα σε νερό μέχρι να ψηθεί. Στη συνέχεια στραγγίζεται και τοποθετείται σε μεγάλο δίσκο. Προστίθενται σ’ αυτό σησάμι, κόκκοι ροδιού, σταφίδες και καθαρισμένες αμυγδαλόψιχες. Ο δίσκος στολίζεται με τα υλικά αυτά καθώς και με τη ζάχαρη με την οποία πασπαλίζεται. Συνήθως σχηματίζεται σταυρός σ’ ολόκληρη την επιφάνειά του, ενώ γράφονται και τα αρχικά του νεκρού εάν τα κόλλυφα προορίζονται για μνημόσυνο. Ο στολισμένος δίσκος μεταφέρεται στην εκκλησία.

 

Μετά τη λειτουργία και /ή την τέλεση του μνημοσύνου ή της γιορτής, τα κόλλυφα διαμοιράζονται σ’ όλους τους παρευρισκομένους.

 

Στις περιπτώσεις θανάτου, θεωρείται πολύ κακό το να μη γίνουν κόλλυφα στη μνήμη του νεκρού σ' όλες τις καθορισμένες ημέρες μετά τον θάνατο. Πρβλ. και το γνωστό ποίημα του Δημ. Λιπέρτη «Βούττημαν Ἥλιου»:

 

... Ἄν μέν μοῦ κάμουν κόλλυφα στές τρεῖς, μέ σαραντάριν

μήτε στόν χρόνον λουτουρκάν,

πάρουμου γιά παρηορκάν

κάμε μου τούν τήν χάριν...

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια