Τα Τσιφλικούδια είναι συνοικία του Δήμου Λεμεσού. Στα δυτικά συνορεύει με το Ζακάκι, στα βόρεια με τον Άγιο Σπυρίδωνα, την Ομόνοια και τον Άγιο Ιωάννη, στα βορειοανατολικά με την Αρναουτογειτονιά και στα ανατολικά με το Τζαμί Τζεντίτ. Το νότιο μέρος της συνοικίας είναι παραθαλάσσια. Η μισή έκταση που καταλαμβάνει το νέο λιμάνι Λεμεσού βρίσκεται στα Τσιφλικούδια.
Βλέπε λήμμα: Λεμεσός πόλη- Το νέο λιμάνι
Από την έναρξη της Τουρκοκρατίας (1571 μ.Χ.), στα Τσιφλικούδια διέμεναν Οθωμανοί και στη συνέχεια Τουρκοκύπριοι. Σύμφωνα με ιστορικές αναφορές κατοικείτο από Τούρκους από την αρχή της Οθωμανικής κυριαρχίας στα τέλη του 16ου αιώνα. Αυτό φαίνεται και από το όνομα Τσιφλικούδια, το οποίο προέρχεται από την τουρκική λέξη çiftlik που σημαίνει ένα μεγάλο ιδιωτικό αγρόκτημα με γεωργικές εγκαταστάσεις, οικιστικά κτίρια και έναν μικρό οικισμό για τους χωρικούς. Ο ιδιοκτήτης ενός τέτοιου μεγάλου αγροκτήματος ονομαζόταν çiflikçi. Ο ιδιοκτήτης των Τσιφλικουδιών φέρεται να καλλιεργούσε καπνό, ενώ το χαρούπι παρέμενε ένα από τα κύρια παραδοσιακά προϊόντα που παράγονταν.
Βλέπε λήμματα: Τεράτσι- Τερατσιά και Καπνός
Με την πάροδο του χρόνου στην περιοχή εγκαταστάθηκαν και Ελληνοκύπριοι. Μετά τις δικοινοτικές διαταραχές του 1963 και τη δημιουργία θυλάκων από τους Τουρκοκύπριους, ο πληθυσμός των Τουρκοκυπρίων μειώθηκε αφού πολλοί μετακινήθηκαν στον τουρκοκυπριακό θύλακα της Λεμεσού.
Βλέπε λήμμα: Διακοινοτικές ταραχές
Για το λόγο αυτό, οι Ελληνοκύπριοι αποτελούσαν πλέον την πλειοψηφία των κατοίκων στα Τσιφλικούδια. Σημαντικό αποτελεί το γεγονός ότι στη συνοικία παρέμειναν αρκετοί Τουρκοκύπριοι, οι οποίο δεν εγκαταστάθηκαν στον τουρκοκυπριακό θύλακα, και οι οποίοι συναναστρέφονταν στην καθημερινότητα με τους Ελληνοκύπριους. Πριν την τουρκική εισβολή του 1974 και την μετακίνηση των Τουρκοκυπρίων στο βόρειο τμήμα της Κύπρου, στην περιοχή λειτουργούσαν τουρκικό δημοτικό σχολείο, γυμνάσιο και λύκειο. Μετά το 1974 όλα τα σχολεία μετατράπηκαν σε ελληνοκυπριακά, τα σημερινά δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο Αγίου Αντωνίου (το οποίο διοικητικά ανήκουν στη συνοικία Αγίου Ιωάννη), ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες των Ελληνοκύπριων προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στην ευρύτερη περιοχή.
Το καρνάγιο
Στα Τσιφλικούδια βρίσκεται το καρνάγιο Λεμεσού. Στην περιοχή δημιουργήθηκαν το 1968 εργαστήρια καραβομαραγκών οι οποίοι συντηρούσαν ή κατασκεύαζαν μικρά πλεούμενα. Επιπλέον, στην κατά μήκος της παραλίας λειτουργούσαν πολλές οινοβιομηχανίες, βιομηχανικές μονάδες και βιοτεχνίες, γεγονός που δεν επέτρεψε την μετεξέλιξη της περιοχής, η οποία αποτελεί μία από τις υποβαθμισμένες περιοχές της πόλης. Σήμερα, υπάρχουν σχεδιασμοί και γίνονται προσπάθειες για αναβάθμιση της περιοχής, με αναζωογόνηση και εξωραϊσμό του παραλιακού μετώπου.
Οι οινοβιομηχανίες που λειτούργησαν στην περιοχή ήταν οι πρώτες οινοβιομηχανίες της Κύπρου. Αυτές ήταν η ΚΕΟ, η ΛΟΕΛ, η ΣΟΔΑΠ και η ΕΤΚΟ. Τα κτίρια αυτά όπως και τα κτήρια του Δημοτικού Σφαγείου, του χαρουπόμυλου και οι αποθήκες της Συνεργατικής Χαρουπιών, τα οποία κατασκευάστηκαν από τις αρχές έως τα μέσα του 20ου αιώνα, έχουν κηρυχθεί διατηρητέα από την κυπριακή κυβέρνηση.
Η αποθήκη χαρουπιών
Σχέδια που φυλάσσονται στο Αρχείο της Λεμεσού παρουσιάζουν τις λεπτομέρειες της βιομηχανικής ανάπτυξης στα Τσιφλικούδια. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ένα οικόπεδο κοντά στις εκβολές του ποταμού Γαρύλλη προτάθηκε για την κατασκευή αποθήκης χαρουπιών. Ο σχεδιασμός του νέου κτιρίου ανατέθηκε, από τον Συνεταιρισμό Διανομής Χαρουπιών Λεμεσού, στους Ανδρέα Παπαδόπουλο (1922-2009) πολιτικό μηχανικό και Φοίβο Πολυδωρίδη (1926-2019), αρχιτέκτονα. Μαζί διηύθυναν το τεχνικό γραφείο «Τέκτων». Η κατασκευή ανεγέρθηκε από τον εργολάβο Χρίστο Χριστίδη το 1961. Ο μεγαλοπρεπής εσωτερικός χώρος, με κεντρικό ύψος 14 μέτρων, θυμίζει νεογοτθικό καθεδρικό ναό.
Βλέπε λήμμα: Παπαδόπουλος Ανδρέας
Μια τυπική αποθήκη χαρουπιών, κοντά στην ακτή, στην Κύπρο συνήθως αποτελείται από ένα ισόγειο, ορθογώνιο κτίριο. Αυτή η παράδοση ακολουθήθηκε και από το γραφείο «Τέκτων». Η βιομηχανική κατασκευή των 1.500 τ.μ. σχεδιάστηκε ως ένα καθαρά χρηστικό κτίριο, αλλά ταυτόχρονα χαρακτηρίζεται από κομψότητα. Το οπλισμένο σκυρόδεμα ήταν ένα σχετικά νέο και ακριβό υλικό στην Κύπρο. Για να ελαχιστοποιήσει τη χρήση του, ο μηχανικός επέλεξε την παραβολική μορφή προκειμένου να μειώσει τα πλευρικά φορτία από τις στοίβες των τεμαχισμένων χαρουπιών. Η παράδοση των χαρουπιών στο κτίριο γινόταν μέσω του κεντρικού του άξονα.
Στην πλευρά της πρόσοψης του κτιρίου προσαρτάται ένας πύργος που στεγάζει έναν κατακόρυφο μεταφορέα για την πρώτη ύλη που περιβάλλεται από ένα κλιμακοστάσιο. Το υλικό φορτωνόταν σε ένα λάκκο στη βάση του πύργου και μεταφερόταν άμεσα στην κορυφή του. Εκεί, επαναφορτωνόταν σε μια αλυσίδα μεταφοράς που διέσχιζε ολόκληρη την άνω στοά, επιτρέποντας στο υλικό να διανέμεται φυσικά σε ολόκληρη την έκταση του κτιρίου κατά μήκος του κεντρικού του άξονα. Η στοίβα ξεκινούσε από το κέντρο και επεκτεινόταν μέχρι τους τοίχους. Το ημικυκλικό σχήμα του κτιρίου αντανακλά με επιτυχία το φυσικό σχήμα της στοίβας, με αποτέλεσμα ολόκληρος ο όγκος να γεμίζει σχεδόν χωρίς υπολείμματα. Οι πύλες στην κύρια και τις πλευρικές όψεις άνοιγαν μόνο κατά την εκφόρτωση. Ο εκλεπτυσμένος σκελετός του κτιρίου αποτελείται από 16 παραβολικά τόξα από οπλισμένο σκυρόδεμα. Τα τόξα κατασκευάστηκαν επί τόπου και συναρμολογήθηκαν ανά ζεύγη στην τελική τους θέση με τη βοήθεια σκαλωσιών. Τα φέροντα τμήματα μεταξύ τους δημιουργήθηκαν από προκατασκευασμένες πλάκες σκυροδέματος. Η μορφή της κύριας πρόσοψης θυμίζει ένα ανεστραμμένο ελληνικό «ψ». Έτσι, ο Παπαδόπουλος δεν πέτυχε μόνο τη δημιουργία μιας ισχυρής και αντισεισμικής δομής, αλλά και μιας πρωτότυπης και όμορφης κατασκευής.
Η περίοδος κατά την οποία το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ενεργά ήταν σύντομη, καθώς το εμπόριο χαρουπιών διακόπηκε λίγο μετά την ολοκλήρωσή του. Στα μετέπειτα χρόνια χρησιμοποιήθηκε κυρίως ως αποθήκη και βαθμιαία υπέστη τις φθορές των φυσικών φαινομένων. Το 2014, η Αποθήκη Χαρουπιών στη Λεμεσό συμπεριλήφθηκε στα 100 Εξέχοντα Έργα του Κυπριακού Μοντερνισμού. Το 2024, το μη κερδοσκοπικό PSI Foundation ιδρύθηκε στη Λεμεσό με αποστολή την υποστήριξη και ανάπτυξη της τέχνης στην Κύπρο με έμφαση στη σχέση της με την τεχνολογία, καθώς και τη μελέτη και διάσωση του κτιρίου της αποθήκης ως σημαντικού μνημείου βιομηχανικής αρχιτεκτονικής. Το ανακαινισμένο κτίριο εγκαινιάστηκε στις 2 Ιουνίου 2024 ως χώρος εκδηλώσεων με την έκθεση σύγχρονης κυπριακής τέχνης με τίτλο “Casts of an Island 2024” με την επιμέλεια του Νίκου Χρ. Παττίχη.
Πηγές
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια
Οι θρυλικές Αποθήκες Χαρουπιών μεταμορφώνονται στο PSI Foundation