Από το 1204 έως το 1470, όταν η Χαλκίδα βρισκόταν υπό ενετική κυριαρχία, έγινε γνωστή και μνημονεύεται κυρίως στις δυτικές πηγές με την ονομασία Negroponte, που σημαίνει «μαύρη γέφυρα». Η ονομασία αυτή προήλθε από το χρώμα της ξύλινης γέφυρας που κατασκεύασαν στη Χαλκίδα και η οποία ένωνε το νησί με τη Στερεά Ελλάδα. Οι αρχειακές πηγές και σε αυτή την περίπτωση μας αποκάλυψαν ποιο ήταν το αρχικό όνομα της οικογένειας Νεγρεπόντη και πώς κατέληξε να γίνει γνωστή με αυτό το επίθετο, όταν κάποια μέλη της είχαν εγκατασταθεί στη μεγαλόνησο Κύπρο.
Στις βενετικές πηγές των αρχών του 17ου αιώνα απαντά στη Βενετία το όνομα του Φραγκίσκου Νεγρεπόντη, ενός σημαντικού μέλους της Eλληνικής Kοινότητας Βενετίας, με καταγωγή από την Κύπρο. Διετέλεσε δύο φορές πρόεδρος της Ελληνικής Αδελφότητας Βενετίας κατά τα έτη 1647 και 1665. Ο Φραγκίσκος Νεγρεπόντης διέπρεψε επίσης ως έμπορος βαμβακιού και διενεργούσε εμπόριο στην Κύπρο, στη Σμύρνη αλλά και στην Κωνσταντινούπολη. Ο ίδιος αναφέρεται στις πηγές ως στενός συγγενής του μεγάλου ευεργέτη του ελληνισμού Θωμά Φλαγγίνη, ο οποίος από την πλευρά της μητέρας του είχε επίσης κυπριακή καταγωγή. Ο Φραγκίσκος Νεγρεπόντης μνημονεύεται ως εξάδελφος του Θωμά Φλαγγίνη αφού η μητέρα του πρώτου Αγγέλα Φλαγγή ήταν εξαδέλφη ή πολύ πιθανόν αδελφή της Μαρίας, μητέρας του δεύτερου. Η Αγγέλα παντρεύτηκε στη Βενετία τον Βικέντιο Νεγρεπόντη, γιο του Γιαννούτιου, και η Μαρία τον Kερκυραίο Θωμά Αυλωνίτη. Η παλαιότερη ίσως μνεία στις βενετικές πηγές για την παρουσία της κυπριακής οικογένειας Νεγρεπόντη στην πόλη των τεναγών φαίνεται αυτή του έτους 1565, στην οποία αναφέρεται ο Ανδρέας Νεγρεπόντης, αδελφός του παππού του Φραγκίσκου, να κατέχει τη θέση του προέδρου (guardian grande ) στην Αδελφότητα του Αγίου Θεοδώρου.
Η οικογένεια Νεγρεπόντη και στην προκειμένη περίπτωση ο Φραγκίσκος Νεγρεπόντης συνδέεται και με μια άλλη οικογένεια Κυπρίων εμπόρων που διέπρεψαν στη Βενετία. Πρόκειται για την οικογένεια Σοδερίνη αφού η σύζυγος του Κύπριου εμπόρου Φραγκίσκου Σοδερίνη ήταν η Καικιλία, εξαδέλφη του Φραγκίσκου Νεγρεπόντη. Παρεμπιπτόντως ας αναφερθεί ότι ένα ανέκδοτο έγγραφο του 1575 μας αποκαλύπτει ότι η Καικιλία Νεγρεπόντη Σοδερίνη ήταν θυγατέρα του αιδεσιμότατου Νικόλαου, πάλαι ποτέ οικονόμου της Παναγίας της Οδηγήτριας στη Λευκωσία, γεγονός το οποίο μαρτυρεί ότι η ίδια και η οικογένειά της ήταν ορθόδοξου δόγματος. Ας υπομνησθεί εδώ, για ακόμη μια φορά, ότι ο ναός της Παναγίας της Οδηγήτριας υπήρξε επί Βενετοκρατίας στην Κύπρο ο καθεδρικός ναός των ορθοδόξων, ο οποίος εσφαλμένως έμεινε έως σήμερα γνωστός ως Άγιος Νικόλαος.
Ο Φραγκίσκος Νεγρεπόντης, το πιο σημαντικό μέλος της οικογένειας Νεγρεπόντη στη Βενετία, όχι μόνο ως έμπορος αλλά και λόγω της κοινωνικής του θέσης, αφού είχε εκλεγεί δυο φορές πρόεδρος της Ελληνικής Αδελφότητας Βενετίας, απαντά σε πληθώρα εμπορικών εγγράφων. Δημιουργεί κατά καιρούς εταιρείες μαζί με συγγενείς του της οικογένειας Σοδερίνη και με τον Ιερώνυμο Ιουστινιάνη, ο οποίος μαρτυρείται ως σύζυγος της αδελφής, αλλά ακόμη και με Οθωμανούς στην Κωνσταντινούπολη. Πολύ πιθανόν ο Φραγκίσκος να κατόρθωσε λόγω της οικονομικής του ευρωστίας, αλλά και της κοινωνικής του θέσης, να αναγνωριστεί ως Βενετός πολίτης, δικαίωμα που είχε παραχωρηθεί στους προγόνους του. Αίτημα για να αναγνωριστεί ως Βενετός πολίτης είχε υποβληθεί και από τον Βικέντιο Νεγρεπόντη, τρεις δεκαετίες πριν την υποβολή του ίδιου αιτήματος από τον γιο του Φραγκίσκο. Με την υποβολή του αιτήματός του ο Βικέντιος επισύναψε και έγγραφα σχετικά με την παραχώρηση κατά καιρούς του προνομίου του Βενετού πολίτη στους προγόνους του. Τα έγγραφα αυτά μας παρέχουν πολύτιμα στοιχεία για την οικογένεια Νεγρεπόντη και από πότε μαρτυρείται στην Κύπρο. Επίσης μας γνωστοποιείται ποιο ήταν αρχικά το επίθετο της οικογένειας.
Ένας Λαμπέτης στην Κύπρο τον 14ο αιώνα
Ο Βικέντιος, γιος του Γιαννούτιου Νεγρεπόντη, στις αρχές του έτους 1601 είχε υποβάλει αίτημα στις βενετικές αρχές για να του χορηγηθεί το προνόμιο του Βενετού πολίτη (privilegio di cittadinanza), το οποίο είχε παραχωρηθεί και στον πατέρα του. Το αίτημά του ικανοποιήθηκε, αν και μόνο για επτά χρόνια έως τότε ήταν κάτοικος Βενετίας και δεν ήταν υποχρεωμένος να καταβάλλει οποιονδήποτε δασμό. Η ικανοποίηση του αιτήματός του οφειλόταν στο γεγονός ότι καταγόταν από τον ιερέα Ματθαίο (papa Mattia), υιό του Ιωάννη Λαμπέτη από τη Χαλκίδα (Negroponte) ο οποίος ήδη το 1372 κατείχε το προαναφερόμενο προνόμιο. Οι βενετικές αρχές έχοντας ενώπιόν τους όλα τα απαραίτητα τεκμήρια, τα οποία κατέθεσε ο Βικέντιος Νεγρεπόντης, ικανοποίησαν το αίτημά του.
Λαμπέτης
Τα πιο πάνω στοιχεία μαρτυρούν ότι η οικογένεια Νεγρεπόντη της Κύπρου αρχικά ονομαζόταν Λαμπέτη και όταν ο γενάρχης του κλάδου αυτού της Κύπρου Ιωάννης Λαμπέτης το 1372 είχε εγκατασταθεί στη μεγαλόνησο έλαβε το επίθετο Νεγρεπόντης, από τη Χαλκίδα, τον τόπο καταγωγής του, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, ονομαζόταν κατά τα μεσαιωνικά χρόνια Negrοponte. Δε γνωρίζουμε επακριβώς κάτω από ποιες συνθήκες ο Ιωάννης Λαμπέτης εγκαταστάθηκε στην Κύπρο, σημειώνουμε ωστόσο ότι την ίδια εποχή η Χαλκίδα τελούσε υπό βενετική κυριαρχία και στη φραγκοκρατούμενη τότε Κύπρο υπήρχε ισχυρή παροικία Βενετών, γι’ αυτό άλλωστε και διοριζόταν εδώ και ένας Βενετός βάιλος για την προάσπιση των συμφερόντων των Βενετών υπηκόων. To επίθετο Λαμπέτη προδίδει την αρβανίτικη καταγωγή της οικογένειας και ως γνωστόν η Χαλκίδα μνημονεύεται μεταξύ άλλων περιοχών του ελληνικού χώρου στις οποίες είχαν εγκατασταθεί Αρβανίτες μετά τις ανακατατάξεις και κινητοποιήσεις λαών που είχαν πραγματοποιηθεί μετά το 1204. Ο γενάρχης της οικογένειας Λαμπέτη που είχε εγκατασταθεί στην Κύπρο το 1372 δεν θα είχε φανταστεί ότι μέλη της ίδιας οικογένειας, δηλαδή της οικογένειας Λαμπέτη, η οποία εξαπλώθηκε σε πολλά μέρη της Ελλάδας, εγκαταστάθηκαν αργότερα επί Βενετοκρατίας στην Κύπρο, για να υπηρετήσουν στο ελαφρύ ιππικό(sradioti). Μέλη της οικογένειας Λαμπέτη είχαν εγκατασταθεί στην Κύπρο ως μέλη του ελαφρού ιππικού το 1519 και αργότερα το 1540, δηλαδή μετά την πτώση του Ναυπλίου και της Μονεμβασίας στην εξουσία των Οθωμανών. Αναφέρονται ως ελαφροί ιππείς στην Κύπρο από την οικογένεια Λαμπέτη οι: Ιωάννης, Νικόλαος, Ιερώνυμος και ένας άλλος Ιωάννης που πολέμησε γενναία στην άμυνα της Λευκωσίας το 1570. Ο τελευταίος πρέπει μάλλον να ήταν εγγονός του Ιωάννη, που είχε φθάσει στην Κύπρο για υπηρεσία το 1519.
Εκτός από τον Ιωάννη Λαμπέτη ο οποίος εγκαταστάθηκε στην Κύπρο το 1372 και έλαβε έκτοτε το επίθετο Νεγρεπόντης, απαντά στις πηγές και ένας Βενέδικτος de Negroponte, και πολύ πιθανόν να είναι συγγενής του. Ο Βενέδικτος Νεγρεπόντης αναφέρεται από το 1407 έως το 1424 ως αρχιδιάκονος και κληρικός Λευκωσίας και επίσης ως κληρικός Πάφου. Επιπρόσθετα σε ένα έγγραφο του 1468 υπογράφει ως μάρτυρας ένας Γιάκουμος Νεγρεπόντης (Yacoumos de Negreponte). Με το έγγραφο αυτό ο Βενετός βάιλος Piero Pichimano ζητούσε να αναγνωριστεί ως υπήκοος Βενετός ο Σταυρινός, γιος του Στυλιανού του Βενέτικου και να ενημερωθεί ο βάιλος του κομερκίου στη Λευκωσία. Και εδώ σ’ αυτή την πηγή μαρτυρείται η σχέση της οικογένειας Νεγρεπόντη με τη Δημοκρατία της Βενετίας, εφόσον ο Ιάκωβος Νεγρεπόντης υπογράφει ως μάρτυρας ενώπιον του Βενετού βάιλου σχετικά με την αναγνώριση ενός άλλου ως Βενετού πολίτη. Σε έκθεση επίσης του Λατίνου επισκόπου Πάφου το 1629, σχετικά με τη θρησκευτική και εθνολογική κατάσταση της Κύπρου, αναφέρεται ότι στην Πάφο υπήρχαν δύο καθολικές οικογένειες και η μία από αυτές ήταν η οικογένεια του Αλβέρτου Νεγρεπόντη. Εικάζουμε ότι και η οικογένεια του Αλβέρτου Νεγρεπόντη πρέπει να είχε γενάρχη τον Ιωάννη Λαμπέτη από τη Χαλκίδα.
Με δουκικό διάταγμα
Μετά το αίτημα του Βικέντιου Νεγρεπόντη ο δόγης Marino Grimani με διάταγμά του αναγνώριζε όλα τα προνόμια που είχαν κατά καιρούς παραχωρηθεί στην οικογένεια Νεγρεπόντη. Σε σχετικό αντίγραφο μας γνωστοποιούνται τα εξής: Στις 11 Μαΐου 1372 παραχωρήθηκε ο τίτλος του Βενετού πολίτη στον Ιωάννη Λαμπέτη από τη Χαλκίδα, κάτοικο Λευκωσίας, με δικαίωμα να απολαμβάνει όλα τα προνόμια των Βενετών. Στις 15 Μαΐου του έτους 1533 ο τοποτηρητής Κύπρου με τους δύο συμβούλους διαβεβαίωναν ότι οι Νικόλαος και Γιαννούτιος Νεγρεπόντη κατάγονταν από τον Ματθαίο (Mattia) Νεγρεπόντη που ήταν Βενετός πολίτης. Στις 13 Μαΐου 1571 κοινοποιήθηκε σε όλα τα ενδιαφερόμενα γραφεία ότι οι πρόγονοι του Ανδρέα Νεγρεπόντη αναγνωρίζονταν πάντοτε ως Βενετοί πολίτες.
Ο Φραγκίσκος Νεγρεπόντης υπέβαλε το δικό του αίτημα το 1630 για να αναγνωριστεί και σε αυτόν το προνόμιο που κατείχαν ο πατέρας του και οι πρόγονοί του. Πέντε διακεκριμένοι Κύπριοι που ζούσαν τότε στη Βενετία κλήθηκαν από τον Φραγκίσκο ως μάρτυρες για να επιβεβαιώσουν στοιχεία για τον ίδιο. Οι μάρτυρες αυτοί ήταν οι Δημήτριος Γονέμης, Ιούλιος Σοδερίνης, Ιερώνυμος Φλαγγίνης, Ιάκωβος του Λουδοβίκου da Ponte από την Κύπρο και ο Alvise Soliman. Μεταξύ άλλων οι μάρτυρες δήλωσαν ότι ο Φραγκίσκος Νεγρεπόντης ήταν ένας έντιμος πολίτης και έμπορος που έχαιρε μεγάλης εκτίμησης τόσο στην Κύπρο όσο και στη Βενετία, είχε καλή ανατροφή και είχε υπηρετήσει σε δημόσιες θέσεις. Στις 17 Ιανουαρίου 1630 ο δόγης παραχώρησε το προνόμιο του Βενετού πολίτη στον Κύπριο έμπορο και διακεκριμένο μέλος της Ελληνικής Κοινότητας Βενετίας. Ο Φραγκίσκος Νεγρεπόντης, δυόμισι και πλέον αιώνες από την αναγνώριση, το 1372, του προπάτορά του Ιωάννη Λαμπέτη από τη Χαλκίδα ως Βενετού πολίτη, αξιώθηκε και ο ίδιος να λάβει το τιμητικό και επωφελές αυτό προνόμιο.
Πηγή:
- Παράθυρο: Νάσα Παταπίου: Η κυπριακή οικογένεια Λαμπέτη που μετονομάστηκε σε Νεγρεπόντη