Ο Διοσκουρίδης, στο σύγγραμμά του Περί Ὕλης 'Ιατρικῆς (1.97) αναφέρει το φυτό κίσθον ή κίσθαρον ή κίσσαρον που απαντάται ως αυτοφυές σε διάφορα μέρη και στην Κύπρο. Πρόκειται για το φυτό cistus, γνωστότατο στην Κύπρο με την ονομασία ξισταρκά (η).
Στην Κύπρο, ακούει και στο όνομα Λουβιδκιά, Λεούτιν ή Λαδανιά. «Υπάρχει και άλλο είδος κίσθου, το οποίο αποκαλείται από μερικούς λήδον», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Διοσκουρίδης, ένας από τους γνωστότερους ιατρούς και βοτανολόγους της αρχαίας Ελλάδας στο σύγγραμμά του «Περί ύλης ιατρικής», περιγράφοντας την ευρέως διαδεδομένη Ξισταρκά.
Βλέπε λήμμα: Βότανον
Στην Ελλάδα είναι γνωστή με το όνομα «Κίστος ο Κρητικός». Εντοπίζεται σε ξηρές, πετρώδεις περιοχές, πλαγιές, δάση και θαμνώνες. Ανήκει στην οικογένεια των Κιστίδων (Cistaceae) και έχει για επιστημονικό όνομα «Cistus Creticus», παραπέμποντας στο φυτό Κίσθος το οποίο περιγράφεται από τον Θεόφραστο. Το δεύτερο συνθετικό, υποδεικνύει ότι τα δείγματα για την περιγραφή του, συλλέχθηκαν από την Κρήτη. Περιλαμβάνει 7 γένη και περίπου 160 είδη.
Είναι ένας αειθαλής θάμνος που καλύπτεται από αστεροειδές τρίχωμα και φθάνει μέχρι τα 150μ. ύψος, έχοντας ένα έντονο πράσινο χρώμα. Τα αστεροειδή άνθη της, εμφανίζονται μεταξύ Φεβρουαρίου και Ιουνίου. Είναι ροζ με στήμονες σε έντονο κίτρινο χρώμα, δημιουργώντας μια όμορφη αντίθεση. Συναντάται επίσης και σε άλλους χρωματισμούς. Στην Κύπρο, ακούει και στο όνομα Λουβιδκιά, Λεούτιν ή Λαδανιά. Αυτό, οφείλεται στο λάβδανο, την αρωματική ουσία που παράγεται από τους αδένες των τριχών, στους νεαρούς βλαστούς του φυτού. Στην αρχαιότητα, το λάβδανο, ήταν σημαντικό υλικό για την αρωματοποιία και σαπωνοποιία, λόγω της γλυκιάς και ευχάριστης οσμής του. Στην τελική, χρησιμοποιήθηκε ως υποκατάστατο του σαπουνιού αφού φάνηκε πως όταν βραστεί με τα ρούχα, δημιουργείται έντονος αφρισμός ο οποίος απομακρύνει τις ακαθαρσίες από τα ρούχα. Παράλληλα, είχε περιγραφεί, από τον Διοσκουρίδη, ως υλικό για τη δημιουργία επαλείμματος κατά της τριχόπτωσης. Εκτός αυτών, συναντάται στην Παρασκευή του Αγίου Μύρου και θυμιαμάτων.
Βλέπε λήμμα: Αρωματοποιία
Αυτοί που έφεραν το λάβδανο στην Δυτική Ευρώπη με το όνομα «Κύπριο» - «Chypre» στα Γαλλικά, ήταν οι Σταυροφόροι. Η Καθολική Εκκλησία απαγόρευε τα αρώματα γιατί τα θεωρούσε αμαρτίες. Όταν λοιπόν, οι Σταυροφόροι, κατέκτησαν την Κύπρο και ήρθαν σε επαφή με το άρωμα της Κύπρου (το άρωμα του λαβδάνου) από το φυτό Cistus Creticus, εντυπωσιάστηκαν. Το μετέφεραν πίσω στην Ευρώπη με το όνομα «Κύπριο».
Τα νεαρά άνθη του φυτού, χρησιμοποιούνται για την παρασκευή τσαγιού το οποίο χρησιμοποιείται για τη μείωση των επιπέδων χοληστερόλης στο αίμα.
Το τσάι της λαδανιάς είναι τρείς φορές πιο υγειές από όσο το πράσινο τσάι.
Προστατεύει την καρδιά 4 φορές περισσότερο από το κόκκινο κρασί και είναι αντιοξειδωτικό 20 φορές ισχυρότερο από τον φρέσκο χυμό λεμονιών.
Ενισχύει το ανοσοποιητικό, βοηθάει τις μυκητισιακές μολύνσεις όπως την κάντιντα και άλλες μορφές, το κολοβακτηρίδιο, και το ελικοβαχτήριο του πυλωρού και βελτιώνει την ευαίσθητη ισορροπία των χρήσιμων βακτηρίων στο έντερο την βαχτηριακή πανίδα.
Για προβλήματα στα ούλα κάνουμε γαργάρες και πίνουμε 2-3 φλιτζάνια την ημέρα.
Είναι αποτελεσματικό για τους ιούς της γρίπης όπως των πτηνών.
Τα φύλλα της λαδανιάς έχουν την υψηλότερη περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες από οποιοδήποτε άλλο φυτό στην Ευρώπη, με εκπληκτική ικανότητα καταστροφής των ελευθέρων ριζών, καθώς και υψηλή αντιοξειδωτική δράση.
Η συλλογή και εξαγωγή του, ήταν μια προσοδοφόρα δραστηριότητα για τους κατοίκους, κυρίως, των Λευκάρων και της Τηλλυρίας.
Το 1999 κηρύχθηκε Ευρωπαϊκό έτος για το φυτό αυτό.