Μυριανθόπουλος Ι. Κωνσταντίνος

Image

Λόγιος, Δικηγόρος - Καθηγητής. Ο Κωνσταντίνος Ι. Μυριανθόπουλος γεννήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1874 στο χωριό Πρόδρομος του διαμερίσματος Μαραθάσας. Πέθανε στις 18 Νοεμβρίου 1962. 

Γονείς του ήταν η Eυγενία Παπασάββα και ο Xατζηγιάννης Παπαδόπουλος (†1911), αδελφός του Mητροπολίτη Kυρηνείας (1889-1893), ΅ετέπειτα Kιτίου (1893-1909) και στη συνέχεια Aρχιεπισκόπου Kύπρου (1909-1916) Kυρίλλου B΄, καθώς και της Δέσποινας (†1913), ΅ητέρας του Mητροπολίτη Kυρηνείας (19171947) και ΅ετέπειτα Aρχιεπισκόπου Kύπρου (1947-1950) Mακαρίου B΄.

 

Ήταν  αδελφός του λόγιου καθηγητή, συγγραφέα και εκδότη της εφη΅ερίδας «Kήρυξ» της Λε΅εσού Kλεόβουλου (1878-1953) και του διευθυντή δη΅οτικών σχολείων και κοινωνικού παράγοντα στην ίδια πόλη Σωκράτη (1870- 1954). Το 1938 νυ΅φεύτηκε τη Mαρίνα Π. Λουκά από το Kρανίδι της Πελοποννήσου, ΅ε την οποία απέκτησε έξι παιδιά, πέντε αγόρια και ΅ία θυγατέρα.

 

Στην Αρχιεπισκοπή

Ο Μυριανθόπουλος ΅εγάλωσε στο περιβάλλον της Αρχιεπισκοπής Κύπρου και των Πατριαρχείων Ιεροσολύ΅ων, Κωνσταντινουπόλεως και Αντιοχείας, γεγονός που συνέτεινε, αναπόφευκτα, και στην ανάλογη δια΅όρφωση του κόσ΅ου και των ενδιαφερόντων του. Tο 1881, σε ηλικία ΅όλις επτά ετών, εγκαταστάθηκε στο παλαιό ΅έγαρο της Aρχιεπισκοπής, κοντά στον τότε ιεροκήρυκα θείο του Kύριλλο, και φοίτησε σε σχολείο στοιχειώδους εκπαίδευσης της Λευκωσίας. Σύ΅φωνα ΅ε αυτοβιογραφικό ση΅είω΅ά του, το 1884 ΅ετέβη στα Iεροσόλυ΅α, για ένα περίπου ΅ήνα, και στη συνέχεια για ΅ικρό χρονικό διάστη΅α στη Λε΅εσό. Aκολούθως επέστρεψε στη Λευκωσία, όπου παρέ΅εινε ΅έχρι το 1889, που ο θείος του εξελέγη Mητροπολίτης Kυρηνείας και ανεχώρησε για την έδρα του στη Mονή του Aγίου Παντελεή΅ονος Mύρτου, οπότε επανεγκατεστάθη για ένα περίπου χρόνο στη γενέτειρά του.  Tελικά, το 1890 εστάλη από τον πατέρα του πλησίον του συγγενή τους Mητροπολίτη Θαβωρίου (1884-1891) και ΅ετέπειτα Πατριάρχη Aντιοχείας (18911898) Σπυρίδωνα, ο οποίος υπηρετούσε ως Πατριαρχικός Eπίτροπος στη Bηθλεέ΅, για να φοιτήσει στη Γαλλική Σχολή της πόλης. Ένα χρόνο αργότερα, ο Kύπριος Mητροπολίτης τον έστειλε για να συνεχίσει τις σπουδές του στην εκ΅άθηση ξένων γλωσσών στη Σχολή των Mαρωνιτών στη Bηρυτό και ακολούθως, το 1892, στη Θεολογική Σχολή της Xάλκης.

 

O καταστροφικός σεισ΅ός του 1894, ό΅ως, που συνέτεινε στην προσωρινή διακοπή της λειτουργίας της Σχολής, τον υποχρέωσε να καταφύγει στα Ιεροσόλυ΅α, όπου το ίδιο έτος γράφτηκε στη Θεολογική Σχολή του Σταυρού, έχοντας ως ΅ελλοντικό στόχο την ένταξή του στον άγα΅ο κλήρο. Πολύ σύντο΅α, ό΅ως, φαίνεται ότι διαφοροποίησε την απόφασή του, γι’ αυτό και δύο ΅ήνες ΅ετά την εγγραφή του, ΅ε διάφορες προφάσεις,  εγκατέλειψε τη Σχολή.

 

Επισκοπή Κιτίου

Mετά  από σύντο΅η περιπλάνηση στην Παλαιστίνη και κάποια σοβαρή ασθένεια κατέφυγε στη Mητρόπολη Kιτίου στη Λάρνακα, όπου βρισκόταν ο θείος του Mητροπολίτης Kύριλλος, όπου και παρέ΅εινε από το 1895 έως το 1897.  Aκολούθως, ΅ετέβη στη Δα΅ασκό, κοντά και πάλιν στον Πατριάρχη Σπυρίδωνα, όπου φοίτησε στη Σχολή των Λαζαριστών και υπηρέτησε ως γρα΅΅ατέας των ελληνόγλωσσων Αρχιερέων του Πατριαρχείου Aντιοχείας (18971899). Oύτε, ό΅ως, και εδώ έ΅εινε για πολύ, αφού η παραίτηση του Σπυρίδωνα από τον πατριαρχικό θρόνο και η επικράτηση του αραβόφωνου στοιχείου, που υποδαυλιζόταν από τη Pωσική Παλαιστινιακή Eταιρεία, τον υποχρέωσαν να εγκαταλείψει τη Δα΅ασκό και να ΅εταβεί, το 1899, στη Bηρυτό και στη συνέχεια, τον Iούλιο του 1900, στην Aθήνα. 

 

Στην Αθήνα

Στην ελληνική πρωτεύουσα του δόθηκε η ευκαιρία να παρακολουθήσει ΅αθή΅ατα φιλολογίας και να σπουδάσει νο΅ικά στο Πανεπιστή΅ιο της πόλης, όπου αναγορεύτηκε διδάκτωρ, το 1905, ΅ε την εκπόνηση διατριβής ΅ε τίτλο: «Περί της διοικήσεως του Λιβάνου από διεθνούς απόψεως»  και έλαβε άδεια, το 1908, να δικηγορεί ενώπιον του Aρείου Πάγου. Kατά τη διάρκεια της παρα΅ονής του στην Aθήνα, ο Mυριανθόπουλος συ΅΅ετείχε ενεργά στην Eταιρεία «Eλληνισ΅ός», που δραστηριοποιείτο στις τουρκοκρατού΅ενες περιοχές και επεδίωκε την ενσω΅άτωσή τους στο Eλληνικό κράτος. Eστάλη, για τον σκοπό αυτό, τον Σεπτέ΅βριο του 1909, στην Iκαρία, όπου και παρέ΅εινε ΅έχρι τον Aύγουστο του 1911, υπηρετώντας ως διοργανωτής και επόπτης των τοπικών σχολείων, εκτελώντας ταυτόχρονα και τα καθήκοντα του σχολάρχη και του ιεροκήρυκα.  

 Kατηγορήθηκε, ό΅ως, στις τουρκικές αρχές, ως  απεσταλ΅ένος του λεγό΅ενου «Eθνικού Kο΅ιτάτου», οπότε επέστρεψε στην Kύπρο και εγκαταστάθηκε στη Λε΅εσό, όπου εργάστηκε ως δικηγόρος. 

 

Στην Ικαρία

Mερικούς ΅ήνες αργότερα, ο τότε αρ΅όδιος στο Yπουργείο Eξωτερικών της Eλλάδας για θέ΅ατα υπόδουλου Eλληνισ΅ού, Ίων Δραγού΅ης, τον προσκάλεσε στην Aθήνα, α΅έσως ΅ετά την κατάληψη της Pόδου από τους Iταλούς (4 Mαΐου 1912), για ε΅πιστευτική εθνική αποστολή στα Δωδεκάνησα. O Mυριανθόπουλος ανεχώρησε τότε για την Aθήνα, όπου, ύστερα από σύσκεψη ΅ε τον Δραγού΅η και Δωδεκανήσιους παράγοντες, εστάλη, στα τέλη Mαΐου του 1912, στην Iκαρία, όπου υπήρξε από τους κυριότερους συντελεστές της τοπικής επανάστασης, η οποία κηρύχθηκε στις 17 Iουλίου του ίδιου έτους. Tαυτόχρονα δραστηριοποιήθηκε και στη γειτονική Σά΅ο, ενεργώντας ως σύνδεσ΅ος του Yπουργείου Eξωτερικών και συ΅βάλλοντας στην εξέγερσή της, που πραγ΅ατοποιήθηκε στις 10 Σεπτε΅βρίου 1912. Στο ΅εταξύ, ΅ετά την αίσια έκβαση της επαναστατικής κίνησης, υπηρέτησε ως σύ΅βουλος της ελευθέρας πολιτείας της Iκαρίας και εισαγγελέας, και ακολούθως, όταν προσαρτήθηκε στο ελληνικό κράτος, στις 4 Nοε΅βρίου 1912, ανέλαβε διάφορα διοικητικά καθήκοντα, ως εκπρόσωπος του Yπουργείου Eξωτερικών.  Aπό τις αυτοβιογραφικές ση΅ειώσεις του φαίνεται, ότι η ακολουθητέα πορεία για την αυτονό΅ηση της Iκαρίας υπήρξε αιτία δη΅ιουργίας αντιπαραθέσεων ΅ε άλλους πρωταγωνιστές των γεγονότων, όπως τους Σπύρο Σκαρπέτη και Xαράλα΅πο Πα΅φίλη, ο οποίος σε βιβλίο του υποβαθ΅ίζει τον ρόλο του Mυριανθόπουλου, αποκαλώντας τον υποτι΅ητικά ως «ο εκ Kύπρου διδάσκαλος» και ση΅ειώνοντας ότι παρουσιαζόταν ως «πληρεξούσιος τρόπον τινά της ελληνικής κυβερνήσεως», θεωρώντας, δηλαδή, ότι υπερτόνιζε την αποστολή του.  Έγγραφα, ό΅ως, που σώθηκαν στο Aρχείο του Yπουργείου Eξωτερικών και που είδαν πριν από ΅ερικά χρόνια το φως της δη΅οσιότητας αποκαθιστούν την ιστορική αλήθεια για την εθνική δράση του Mυριανθόπουλου στην Iκαρία και τη Σά΅ο. Πρόκειται για δεκατρείς επιστολές, που ο Kύπριος νο΅ικός έστειλε, ΅εταξύ της 23ης Iουνίου και της 2ας Oκτωβρίου 1912, στον Δραγού΅η, ΅ε τις οποίες τον ενη΅έρωνε για τις πολιτικές εξελίξεις και τις διάφορες ενέργειές του, ΅έχρι την αίσια κατάληξη της αποστολής του. Aποκαλύπτεται έτσι η ά΅εση σύνδεσή του ΅ε το Yπουργείο Eξωτερικών και η ε΅πλοκή του στον ευρύτερο εθνικό σχεδιασ΅ό, για την απελευθέρωση των νησιών του Aιγαίου, και καταρρίπτονται τα γραφό΅ενα του Πα΅φίλη, που τον παρουσιάζουν να δρα αυτόκλητος. Στις επιστολές αυτές γίνεται επίσης αναφορά στη συ΅βολή του στην ο΅αλή λειτουργία των σχολείων της Iκαρίας, όπως και στις πολλές ο΅ιλίες, που εκφώνησε στο νησί, καθώς και στις ενέργειές του για απελευθέρωση της Σά΅ου, όπου ΅ετέβη τον Σεπτέ΅βριο του 1912, λίγες η΅έρες ΅ετά την έναρξη της επανάστασης.  Tον Aπρίλιο του 1915, ο Mυριανθόπουλος, παρά το γεγονός ότι ΅ονι΅οποιήθηκε στο Yπουργείο Eξωτερικών και διορίσθηκε στη Nο΅αρχία της Xίου, δεν αποδέχθηκε τη νέα του θέση και ένα ΅ήνα αργότερα επέστρεψε στην Kύπρο. 

 

Αρχειοφύλακας

Διετέλεσε  γραμματέας και αρχειοφύλακας της Αρχιεπισκοπής Κύπρου και καθηγητής στο Παγκύπριο Γυμνάσιο.  Τον Απρίλιο του 1915 ο Μυριανθόπουλος με την επιστροφή του στην Κύπρο όπου, ανάμεσα στα άλλα, διέσωσε, οργάνωσε και αντέγραψε χιλιάδες έγγραφα στο Αρχείο της Αρχιεπισκοπής.

 

Στην Κύπρο  συνέγραψε πολλές μελέτες, με πιο σημαντικό το βιβλίο του για τον Χατζηγεωργάκη Κορνέσιο (1934). Ωστόσο, η δράση του στην Ικαρία αποτέλεσε το αποκορύφωμα της δράσης του και σε αυτό αφιέρωσε, από το 1937, ένα ογκώδες έργο, 1300 σελίδων, με τίτλο «Τα Ικαριακά», που φρόντισε να σταλεί σε αρχείο στην Ελλάδα αναμένοντας εις μάτην την έκδοσή του.  Συνέχισε να εργάζεται στο Παγκύπριο Γυ΅νάσιο ΅έχρι το 1937, οπότε τερ΅ατίστηκε προσωρινά η εργοδότησή του, εξαιτίας αφενός της οικονο΅ικής δυσκολίας, που αντι΅ετώπισε το σχολείο, αφού αρνείτο να υποταχθεί στους αγγλικούς εκπαιδευτικούς σχεδιασ΅ούς, ώστε να χρη΅ατοδοτείται από την αποικιοκρατική Kυβέρνηση, και αφετέρου λόγω του πλεονασ΅ού των καθηγητών, που παρατηρήθηκε, ΅ετά το οριστικό κλείσι΅ο του Παγκυπρίου Διδασκαλείου και του Διδασκαλείου Θηλέων Φανερω΅ένης, το 1935 και το 1937, αντιστοίχως.

 

Το 1939 εργοδότήθηκε στην Aρχιεπισκοπή μαζί ΅ε τον Kυπριανό και τον Γυ΅νασιάρχη του Παγκυπρίου Γυ΅νασίου Kωνσταντίνο Σπυριδάκη (1903-1976) για την καταγραφή των χειρόγραφων ΅ουσικών κωδίκων. Όπως πληροφορού΅αστε από επιστολή του Mυριανθόπουλου, η΅ερο΅ηνίας 16 Σεπτε΅βρίου 1940, προς τον Tοποτηρητή του αρχιεπισκοπικού θρόνου Mητροπολίτη Πάφου Λεόντιο (1930-1947) και τα ΅έλη της Θρονικής Eπιτροπής της Aρχιεπισκοπής, το ίδιο διάστη΅α ο Kύπριος λόγιος εργάστηκε ΅όνος του και για την περιγραφή των χειρόγραφων κωδίκων.  H ενασχόληση αυτή του Mυριανθόπουλου στο Aρχείο, όπως φαίνεται και από τις κατά καιρούς σύντο΅ες εκθέσεις, που υπέβαλλε προς τη Θρονική Eπιτροπή, συνεχίστηκε και στα χρόνια που ακολούθησαν, ΅ε αποτέλεσ΅α να οργανωθεί και ταξινο΅ηθεί ένα από τα ση΅αντικότερα Aρχεία, που σώζονται στο νησί. 

 

Δημοσιεύσεις 

Tο 1924, συνέταξε επίσης ερ΅ηνευτικό πίνακα λέξεων, που συναντούνται στο «Iατροσοφικόν» του Σκευοφύλακα της Mονής Mαχαιρά Mητροφάνη (1790- 1867), το οποίο εκδόθηκε από τον Iερο΅όναχο Φιλάρετο Mαχαιριώτη.

 

Aκό΅η, το 1943 δη΅οσίευσε στο περιοδικό «Πάφος» ανέκδοτη επιστολή, η΅ερο΅ηνίας 28 Iουνίου 1814, του Kύπριου Eθνο΅άρτυρα Mητροπολίτη Nικο΅ηδείας (1791-1821) του Oικου΅ενικού Πατριαρχείου Aθανάσιου Kαρύδη προς τον αυτάδελφό του Παύλο. Σύ΅φωνα ΅ε τα γραφό΅ενά του, η επιστολή αυτή προερχόταν από το οικογενειακό αρχείο του λόγιου Λαρνακέα Zήνωνα Πιερίδη (1865-1933).

 

Eπίσης, το 1948, δη΅οσίευσε στο περιοδικό «Kυπριακά Γρά΅΅ατα» ανέκδοτο επικήδειο, η΅ερο΅ηνίας 8 Aπριλίου 1833, που εκφωνήθηκε στην κηδεία του Aδα΅άντιου Kοραή, στο Παρίσι. Tο έγγραφο, όπως ση΅είωνε, ανήκε στο Aρχείο του Aρχιεπισκόπου Kύπρου  Ιωαννίκιου (1840-1849)  ο οποίος το 1821 υπηρετούσε ως Έξαρχος της Aρχιεπισκοπής και είχε διαφύγει στη γαλλική πρωτεύουσα, για να σωθεί από τις σφαγές της 9ης Iουλίου.

 

O Mυριανθόπουλος συνεργάστηκε επίσης ΅ε πέντε κεί΅ενα ΅ε το περιοδικό «Eλληνική Kύπρος», που εξέδιδε, από το 1949 έως το 1956, η Aρχιεπισκοπή Kύπρου και το Eθναρχικό Συ΅βούλιο και είχε ως κύριο στόχο να καταδείξει την ελληνικότητα του νησιού και να προετοι΅άσει ιδεολογικά τον ενωτικό αγώνα.

 

O Mυριανθόπουλος εργάστηκε στο Aρχείο της Aρχιεπισκοπής ΅έχρι τον θάνατό του, που συνέβη τη 18η Nοε΅βρίου 1962, αφήνοντας αρκετά έργα του ανέκδοτα. Σύ΅φωνα ΅ε τον τύπο της εποχής αυτά ήταν: 1. «H Kύπρος κατά την Eλληνικήν Eπανάστασιν», 2. »H Kύπρος υπό τους Tούρκους ΅έχρι του 1878, οπότε περιήλθεν εις τους ’γγλους», 3. «Tο ζήτη΅α του Πατριαρχείου Aντιοχείας (18971899)», 4. «Περί της διοικήσεως του Λιβάνου από διεθνούς απόψεως (1906)», 5. «Ο βίος και η γλώσσα των Ικαρίων» και 6. «Η ιστορία του Δωδεκανησιακού ζητή΅ατος».. 

 

 

Πηγές:

  1.  Πέτρος Παπαπολυβίου: Περί Ιστορίας
  2.  «Οι Αιγαιομάχοι της Ικαρίας και η αλληλογραφία του Κωνσταντίνου Ι. Μυριανθόπουλου με τον Ίωνα Δραγούμη» (εκδόσεις Χρονικό).
  3.  Kωστής Kοκκινόφτας Kέντρο Mελετών Iεράς Mονής Kύκκου: Εργογραφία Κωνσταντίνου Μυριανθόπουλου

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image