Κισσόνεργα αρχαιολογικός χώρος

Image

Στην περιοχή του χωριού Κισσόνεργα, στις τοποθεσίες Μυλούδκια και Μοσφύλια αποκαλύφθηκαν δυο αρχαίοι συνοικισμοί που τοποθετούνται χρονολογικά στη Χαλκολιθική εποχή. Στους συνοικισμούς αυτούς διενήργησε ανασκαφές βρετανική αποστολή των Πανεπιστημίων Γλασκώβης και Εδιμβούργου. Η ίδια αποστολή διεξήγαγε από το 1976 κ.ε. υπό τη διεύθυνση του E.J. Peltenburg και τις ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο στην τοποθεσία Λάκκους της Λέμπας όπου υφίσταται επίσης συνοικισμός της Χαλκολιθικής εποχής.

 

Βλέπε λήμμα: Λέμπα- Λάκκους 

 

Το αρχαιότερο χάλκινο αγκίστρι

Στα Μυλούδκια της Κισσόνεργας αποκαλύφθηκαν, αντί των γνωστών από άλλους συνοικισμούς χαλκολιθικών κατοικιών, μεγάλα ορύγματα ακανόνιστων σχημάτων που το μήκος τους φθάνει τα 16 μέτρα, το πλάτος τους κυμαίνεται μεταξύ 3 και 6 μέτρων και το μέσο βάθος τους είναι 1,5 μέτρο. Μέσα στα παράξενα αυτά ορύγματα, εκτός από τα συνηθισμένα λίθινα αγροτικά εργαλεία και οικιακά σκεύη, βρέθηκαν και πολυάριθμα κεραμικά όστρακα, πήλινα και λίθινα ειδώλια, οστέινα βιοτεχνικά είδη, κόκαλα αιγοπροβάτων, χοίρων και ελαφιών, απανθρακωμένοι σπόροι σιταριού, κριθαριού και φακής, κι ένα χάλκινο αγκίστρι που είναι το αρχαιότερο απ' όσα έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα σ' ολόκληρη την Κύπρο.

 

Τα περισσότερα από τα κεραμικά όστρακα ανήκουν σε μικρά και μεγάλα άωτα κύπελλα με βαθύ ερυθρό ή μελανό στιλπνό επίχρισμα, ενώ τα υπόλοιπα ανήκουν σε πρόχους, κύπελλα και φιάλες με τη χαρακτηριστική ερυθρωπή διακόσμηση πάνω στη λευκή επιφάνεια των αγγείων. Ο συνοικισμός στα Μυλούδκια χρονολογείται μεταξύ του 3500 και του 2500 π.Χ. περίπου. Είναι, δηλαδή, αρχαιότερος από το συνοικισμό στους Λάκκους της γειτονικής Λέμπας.

 

Στην ίδια περίπου περίοδο χρονολογείται και ο συνοικισμός στην τοποθεσία Μοσφύλια, που παρουσιάζει δυο διαδοχικές φάσεις.

 

Τάφοι και κατοικίες

Οι κατοικίες της πρώτης φάσης έχουν κυκλικές κατόψεις με διαμέτρους που κυμαίνονται μεταξύ των 8 και των 11 μέτρων και δάπεδα επιστρωμένα με συμπαγές στρώμα πηλού. Η δεύτερη φάση χαρακτηρίζεται από παρόμοιες κατοικίες αλλά μικρότερες, με μια μέση διάμετρο 5 μέτρων περίπου. Κάτω από το δάπεδο μιας τέτοιας κατοικίας βρέθηκαν δυο τάφοι που εγκαινιάζουν μια νέα ταφική αρχιτεκτονική, γύρω στα τέλη της Χαλκολιθικής εποχής. Πρόκειται για θαλαμοειδείς τάφους που αποτελούν εξέλιξη από τους λακκοειδείς, και που αργότερα επεκράτησαν σ' ολόκληρη τη διάρκεια της ακολουθήσασας εποχής του Χαλκού.

 

Ο ένας τάφος αποτελείται από κάθετο δρόμο που οδηγεί απ' ευθείας σε δυο κυκλικούς νεκρικούς θαλάμους. Ο ένας θάλαμος χρησιμοποιήθηκε για διπλή ταφή κι ο δεύτερος για μια μόνο ταφή. Στη διπλή ταφή οι σκελετοί των νεκρών βρέθηκαν αντικριστοί με τις πλευρές στο δάπεδο και με πιασμένα τα χέρια. Δυο φλασκιά ή φακοειδή αγγεία με εκροές ήσαν τα μοναδικά κτερίσματα που είχαν αφιερωθεί στο ζευγάρι των νεκρών. Μια άλλη καινοτομία στα ταφικά έθιμα είναι οι ταφές μέσα σε μεγάλα αγγεία. Μια τέτοια ταφή βρέθηκε πάλι κάτω από το δάπεδο μιας άλλης κατοικίας.

 

Κεραμική

Η πρώτη φάση του συνοικισμού στα Μοσφύλια χαρακτηρίζεται από την παραδοσιακή κεραμική με την ερυθρωπή ζωγραφιστή διακόσμηση πάνω στη λευκή επιφάνεια των αγγείων, που συνεχίζεται και στη δεύτερη φάση, κατά τη διάρκεια της οποίας κυριαρχούν δυο νέοι τύποι αγγείων: τα στιλπνά με ερυθρή γραμμική διακόσμηση και τα στιλπνά με μελανή γραμμική διακόσμηση. Εκτός από τη μεγάλη ποσότητα των κεραμικών οστράκων των δυο αυτών τύπων αγγείων, στα δάπεδα των κατοικιών και των δυο φάσεων του συνοικισμού βρέθηκαν αρκετά λίθινα εργαλεία και σκεύη, οστέινα αντικείμενα, κι όλοι σχεδόν οι άλλοι τύποι του αγροτικού εργαλειακού και οικιακού εξοπλισμού που χαρακτηρίζουν τη δεύτερη φάση της Χαλκολιθικής εποχής.

 

Οι πιο πρόσφατες ανασκαφές στην τοποθεσία Μοσφύλια, υπό τη διεύθυνση του E.J. Peltenburg του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, αποκάλυψαν και νέο τμήμα του συνοικισμού με κυκλικές κατοικίες, σε μερικά δάπεδα των οποίων σώζονται δείγματα ερυθρωπού χρώματος. Έχει επίσης ανευρεθεί οψιανός λίθος που δεν υπάρχει στην Κύπρο και που συνεπώς είχε εισαχθεί στο νησί, πιθανώς από τη Μικρά Ασία. Εξάλλου έχουν βρεθεί και πυριτόλιθοι που πιστεύεται ότι εισήχθησαν από τη Συρία.

 

Βλέπε λήμμα: Μικρά Ασία και Κύπρος

 

Ειδώλια

Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος εύρημα είναι ένα χαλκολιθικό ειδώλιο μήκους 16 εκ., που χρονολογείται γύρω στα 3000 π.Χ. Το ειδώλιο παριστάνει γυναικεία μορφή με ορθογωνική μύτη, τετραγωνικά ανάγλυφα μάτια και μαλλιά στο κεντρικό τμήμα της κεφαλής και μακρύ λαιμό. Κάτω από το μακρύ λαιμό, που στενεύει στο πάνω μέρος, τα εκτεταμένα χέρια της μορφής, τονίζονται με διακοσμητικές εγχάρακτες διαγώνιες γραμμές σε σχήμα φτερών και τα στήθη της με δυο τετραγωνικά περιγράμματα, κοσμημένα με πυκνές στιγμές. Το ειδώλιο αυτό είναι κατασκευασμένο από πικρόλιθο, που είναι κυανοπράσινο βράχωμα το οποίο προσιδιάζει μόνο σε λεπτά γεωλογικά στρώματα σ' ελάχιστα μέρη της Κύπρου και συνήθως εχρησιμοποιείτο για κατασκευή μικροσκοπικών αντικειμένων που χρησίμευαν ως περίαπτα κρεμαστά κοσμήματα. Είναι η πρώτη φορά που βρίσκεται τέτοιου μεγέθους ειδώλιο κατασκευασμένο από ένα εξαιρετικά μεγάλο πικρόλιθο.

 

Από τα μέχρι σήμερα ανασκαφικά δεδομένα προκύπτει ότι οι συνοικισμοί στην περιοχή της Κισσόνεργας ευημερούσαν και είχαν αναπτύξει ακόμη και διεθνείς σχέσεις. Υπάρχουν ακόμη ενδείξεις ότι η κατοίκηση της περιοχής δεν περιοριζόταν μόνο στη Χαλκολιθική εποχή αλλά ήταν κατά πολύ μακρύτερη κι επεκτεινόταν από τη Νεολιθική μέχρι την Πρώιμη εποχή του Χαλκού. Ευρήματα σε θαλαμοειδείς τάφους, όπως σκουλαρίκια από θαλασσινά όστρακα, πιθανό ν' ανήκουν χρονολογικά στις αρχές της Πρώιμης εποχής του Χαλκού.

 

Τα πρωιμότερα γνωστά πηγάδια νερού στον κόσμο

Η συνεχιζόμενη αρχαιολογική έρευνα στην Κισσόνεργα έδωσε, μεταξύ άλλων, και σημαντικά ευρήματα από την άποψη ότι εκτείνουν προς τα πίσω τις γνώσεις μας, μέχρι ακόμη και πριν το 8000 π.Χ. Συγκεκριμένα, σχετική έρευνα σε εργαστήρια στην Αριζόνα, την Οξφόρδη και τη Σκωτία απέδωσε ευρήματα που βρέθηκαν το 1994 σε οστά ενός παιδιού που έζησε γύρω στα 8300 π.Χ., δηλαδή περίπου μία χιλιετία πριν από τον αρχαιότερο πληθυσμό της Χοιροκοιτίας. Εξάλλου στην τοποθεσία Μυλούθκια ανακαλύφθηκε και ερευνήθηκε το 1999 ένα βαθύ πηγάδι, από τα αρχαιότερα στον κόσμο. Σ’ αυτό βρέθηκαν οστά προβάτων, αιγών, χοίρων και ελαφιών καθώς και σπόροι από καλλιεργούμενα προϊόντα. Σε άλλο πηγάδι, λίγο μεταγενέστερο, βρέθηκαν ανθρώπινα κρανία θαμμένα με προσοχή, μαζί με κουφάρια ζώων. Το ταφικό αυτό έθιμο είναι χαρακτηριστικό πολιτισμών της Ακεραμικής Νεολιθικής εποχής της Παλαιστίνης και της Ανατολίας (Μικρά Ασία) και δίνει ενδείξεις για την προέλευση των αρχαιοτέρων κατοίκων της Κύπρου.

 

Αρχαιολογική έρευνα στην περιοχή Σκαλιά

Το 2022 έγινε ανασκαφική αρχαιολογική έρευνα στη θέση Κισσόνεργα-Σκαλιά υπό τη διεύθυνση της Δρος Lindy Crewe, διευθύντριας του Αμερικανικού Ινστιτούτου Αρχαιολογικών Ερευνών στη Λευκωσία (CAARI). Η αρχαιολογική αυτή θέση διατηρεί κατάλοιπα από ένα χρονολογικά ευρύ φάσμα της Εποχής του Χαλκού αλλά και ενδείξεις για κατοίκηση κατά τη Χαλκολιθική περίοδο, πριν από το 2,500 π.Χ. Η θέση φαίνεται να συνδέεται με τον γειτονικό οικισμό Κισσόνεργα-Μοσφίλια της Νεολιθικής περιόδου-Φάση Φιλιάς. Ο οικισμός στη θέση Κισσόνεργα-Σκαλιά εγκαταλείφθηκε γύρω στο 1600 π.Χ., περίοδος μετάβασης προς την Ύστερη Εποχή του Χαλκού.

Η έρευνα στην περιοχή αποκάλυψε ότι ο οικισμός στη θέση Κισσόνεργα-Σκαλιά ιδρύθηκε στις αρχές της φάσης της Φιλιάς της Εποχής του Χαλκού, περίπου το 2500 π.Χ. και άκμασε μέχρι το τέλος της Μέσης Εποχής του Χαλκού, περίπου το 1750 π.Χ..

 

Βλέπε λήμμα: Φιλιά αρχαιολογικός χώρος

 

Την περίοδο αυτή, τα παλαιότερα οικιστικά οικοδομήματα εγκαταλείφθηκαν και ένα οικοδομικό πρόγραμμα ευρείας κλίμακας πραγματοποιήθηκε, που περιλάμβανε την κατεδάφιση προηγούμενων κατασκευών και την ανέγερση ενός κτιριακού συμπλέγματος που καταλαμβάνει έναν χώρο 1200μ2. Το κτηριακό σύμπλεγμα περιλάμβανε μια σειρά από ανοιχτούς και στεγασμένους χώρους αποτελούμενους από μεγάλους τοίχους πλάτους έως 1,2 μ. σε διάφορες κατευθύνσεις και δάπεδο από καλά πατημένο πηλό ή γύψο. Η φάση αυτή έχει ονομαστεί ως η «Τελική Φάση του συμπλέγματος» που υπήρξε σε χρήση μόνο για μερικές γενιές πριν εγκαταλειφθεί οριστικά γύρω στο 1600 π.Χ.. Το σύμπλεγμα δεν διατηρεί ενδείξεις για οικιστική χρήση αφού οι δραστηριότητες που σημειώνονται φαίνεται να ήταν βιοτεχνικού χαρακτήρα, όπως οι μεγάλες εστίες, οι χώροι άλεσης και επεξεργασίας υλικών και τα πολλά αποθηκευτικά αγγεία.

 

Κατά την ανασκαφική περίοδο του 2022, συνεχίστηκε η αποκάλυψη των καταλοίπων του συμπλέγματος με σκοπό να εντοπιστούν ενδείξεις σχετικά με τη χρήση του χώρου. Διακρίθηκαν τουλάχιστον δύο οικοδομικές φάσεις, ενώ είναι φανερό ότι το σύμπλεγμα άρχισε να παρακμάζει, με τις διάφορες δραστηριότητες να μειώνονται, ορισμένους χώρους πιθανώς να εγκαταλείπονται σιγά-σιγά και άλλους να καταστρέφονται βίαια.

Σε ένα μακρόστενο χώρο που οδηγεί σε μια εσωτερική αυλή που είχε ερευνηθεί τις προηγούμενες ανασκαφικές περιόδους, εντοπίστηκε πεσμένο οικοδομικό υλικό και φάνηκε ότι ο χώρος αυτός ίσως να ήταν στεγασμένος και με την κατάρρευση της οροφής οι δύο τοίχοι έγειραν προς τα μέσα. Το στρώμα της κατάρρευσης διερευνήθηκε περαιτέρω το 2022 και αποκαλύφθηκε ένας ακόμη χώρος δραστηριοτήτων με ολόκληρα αγγεία θρυμματισμένα κάτω από το πεσμένο οικοδομικό υλικό. Αυτό αποτελεί ένδειξη ότι ο χώρος καταστράφηκε ξαφνικά και δεν εγκαταλείφθηκε αφού οι χρήστες του κτιρίου στην περίπτωση της εγκατάλειψης θα είχαν το χρόνο φεύγοντας να πάρουν μαζί τους τα υπάρχοντά τους.

 

Μια ενδιαφέρουσα διάταξη παρουσιάζει δύο μεγάλα λίθινα τριβεία που παρατίθενται απέναντι από δύο λίθινες πλατφόρμες για τη στήριξη πασσάλου ή αγγείου και δύο μικρούς λάκκους ή πασσαλότρυπες γεμάτους στάχτη. Ένα γουδί ή βάση για τη στήριξη αγγείου ενσωματωμένο στο δάπεδο ( και ένας πίθος ενσωματωμένος στο δάπεδο ανευρέθηκε στην οπή. Ο πίθος, που θα είχε ύψος περίπου 1,2 μ., είναι ασυνήθιστου τύπου και χρονολογείται γύρω στο τέλος της Μέσης Εποχής του Χαλκού. Η ανεύρεση θραυσμάτων του χείλους και μιας λαβής χαμηλά στη βάση του τοίχου αποτελεί ένδειξη ότι ήταν άδειος ή περιείχε μόνο υγρό όταν θρυμματίστηκε.

 

Η θέση Κισσόνεργα-Σκαλιά αποτελεί ένα καλό παράδειγμα ενός φαινομένου που σημειώνεται κατά τη μετάβαση στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, οπόταν οι άνθρωποι άρχισαν να κτίζουν μεγάλου μεγέθους κτίρια και να παράγουν προϊόντα σε μεγαλύτερη κλίμακα σε μια εποχή κατά την οποία το θαλάσσιο εμπόριο άνθιζε στη Μεσόγειο. Δεδομένου ότι το συγκρότημα εγκαταλείφθηκε νωρίς και τα κατάλοιπα δεν έχουν καταστραφεί ως αποτέλεσμα μεταγενέστερης ανθρώπινης δραστηριότητας,  ο χώρος δίνει τη δυνατότητα μελέτης σε λεπτομέρεια το φαινόμενο αυτό.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image