Ύπατος αρμοστής της Κύπρου από τις 17 Οκτωβρίου 1904 μέχρι τις 31 Μαρτίου 1911. Δευτερότοκος γιος του Λώρενς Καγκ, πρώτου υποκόμητα του Λόρτον. Άρχισε τη σταδιοδρομία του στην αγγλική δημόσια υπηρεσία με το διορισμό του την 1η Δεκεμβρίου 1879 στη θέση του ιδιαίτερου γραμματέα του ύπατου αρμοστή της Κύπρου Sir Robert Biddulph (1879 - 1886). Στην Κύπρο γνώρισε και νυμφεύθηκε την κόρη του Biddulph. Λόγω της θέσης του σαν γραμματέα του κυβερνήτη υπηρετούσε ταυτόχρονα και σαν υπάλληλος του Εκτελεστικού και του Νομοθετικού Συμβουλίου της Κύπρου. Την 1η Απριλίου 1881 διορίστηκε βοηθός του αρχιγραμματέα. Στις 13 Ιουνίου 1881 διορίστηκε πρωτοκολλητής στο ανώτατο δικαστήριο (High Court of Justice) και από τον Ιούνη μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1882 αναπληρωτής αρχιγραμματέας της κυπριακής κυβέρνησης. Μέσα από όλες αυτές τις ανώτερες θέσεις απέκτησε μια πρώτη, αλλά καλή γνωριμία των προβλημάτων του λαού της Κύπρου.
Από την Κύπρο μετετέθη το 1883 σε άλλες κτήσεις της Βρετανικής αυτοκρατορίας. Υπηρέτησε διαδοχικά σαν αναπληρωτής κυβερνήτης στην Αγία Λούκια, σαν αποικιακός γραμματέας στον Άγιο Μαυρίκιο και σαν γενικός ελεγκτής στα νησιά Μπαρμπέιτος. Υπηρέτησε επίσης στις Μπαχάμες. Τελευταίος σταθμός του πριν από την επιστροφή του στην Κύπρο, ήταν η Σιέρρα Λεόνε της οποίας διετέλεσε κυβερνήτης για τέσσερα χρόνια.
Από τη Σιέρρα Λεόνε μετετέθη στην Κύπρο με το ανώτατο διοικητικό αξίωμα του ύπατου αρμοστή. Αποβιβάστηκε στη Λάρνακα στις 17 Οκτωβρίου 1904. Κατά την άφιξη του τον προσφώνησε ο δήμαρχος της πόλης Ν. Ρώσσος, ο οποίος ανάμεσα σε άλλα θέματα έθεσε και το ζήτημα του υποτελικού φόρου, που καταπίεζε και εξαντλούσε τον κυπριακό λαό. Ο Κιγκ - Χάρμαν εξέφρασε την πίστη του ότι, αν και θα ήταν πολύ δύσκολη, εντούτοις δεν ήταν αδύνατη κάποια ευεργετική ανακούφιση από το φόρο αυτόν.
Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του πραγματοποίησε περιοδεία στις κυριότερες πόλεις και χωριά, για να γνωρίσει από κοντά τα προβλήματα του τόπου. Στη Λάρνακα πάλι, απαντώντας σε προσφώνηση του δικηγόρου Ευάγγελου Χατζηιωάννου, ο οποίος εξέφρασε τους εθνικούς πόθους του κυπριακού Ελληνισμού, είπε:
Ἐκφράζω ὅλην τήν συμπάθειάν μου πρός τά αἰσθήματα καί τούς πόθους σας ὅπως ἐνωθῆτε μετά τῆς μητρός σας Ἑλλάδος. Eἶνε πολύ φυσικόν τοῦτο και φρονῶ ὅτι ἡ στάσις σας αὐτή δεν σας ἀπομακρύνει τῆς νομιμοφροσύνης. Ἐλπίζω δε ὅτι κυβέρνησις καί λαός θά συνεργασθῶσι, καί τό ἐθνικόν ζήτημα δέν θά διατάραξῃ τήν πορείαν ταύτην». (Ν. Καταλάνου, Κυπριακόν Λεύκωμα «Ὁ Ζήνων», Ἔτος Α', Λευκωσία, 1914, σ. 362).
Οι δηλώσεις αυτές του Κιγκ - Χάρμαν είχαν πολύ ευνοϊκή απήχηση μεταξύ των Ελλήνων της Κύπρου και δημιούργησαν μια πολύ καλή ατμόσφαιρα συνεργασίας τόσο με το λαό, όσο και με τα εκλελεγμένα μέλη του Νομοθετικού Συμβουλίου, που είχαν φθάσει σε σοβαρή ρήξη με τον προκάτοχο του Sir Haynes Smith (1898 - 1904). Κατά τις περιοδείες του ο Κιγκ - Χάρμαν γινόταν δεκτός με πολλή συμπάθεια από τους κατοίκους, οι οποίοι τον υποδέχονταν κρατώντας ελληνικές σημαίες και εκδηλώνοντας απερίφραστα τον ενωτικό τους πόθο.
Ο Κιγκ - Χάρμαν ανταποκρίθηκε θετικά και μέσα στα όρια των δυνατοτήτων του στις έντονες απαιτήσεις του λαού για ανακούφιση των βαρών και βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης. Συνεργάστηκε για το σκοπό αυτό αρκετά καλά με τα εκλελεγμένα μέλη — Έλληνες και Τούρκους — του Νομοθετικού Συμβουλίου, και είναι εις πίστιν του τα ακόλουθα:
α) Καθορισμός της ετήσιας χορηγίας της βρετανικής Βουλής προς τις κυπριακές προσόδους (grant in aid) στο ποσό των £50.000.
Όπως είναι γνωστό, η Αγγλία καταλαμβάνοντας την Κύπρο το 1878 είχε φροντίσει να περιληφθεί στο παράρτημα της Αγγλοτουρκικής Σύμβασης της 1ης Ιούλη 1878 η πρόνοια περί υποτελικού φόρου, ο οποίος θα επληρωνόταν κάθε χρόνο στον σουλτάνο, και ο οποίος είχε καθοριστεί στο ποσό των £92.799. Η απορρόφηση του τεράστιου αυτού, για την εποχή εκείνη, ποσού από τις φτωχές κυπριακές προσόδους για την εξυπηρέτηση του πολεμικού χρέους του 1855 που είχε συνάψει η Τουρκία στην Αγγλία και εν μέρει στη Γαλλία, και που αδυνατούσε να εξοφλήσει, άφηνε πολύ λίγα περιθώρια στην αγγλική διοίκηση της Κύπρου για να λειτουργεί με κάποια επάρκεια και να επιφέρει μερικές βελτιώσεις στην εξερχόμενη από μια μακρόχρονη κακοδιοίκηση (τουρκοκρατία) Κύπρο. Η αγγλική Βουλή, ανταποκρινόμενη στις εκκλήσεις των Κυπρίων για απαλλαγή από τον υποτελικό φόρο, και της αγγλικής διοίκησης καθώς και του υπουργείου Αποικιών για ενίσχυση, ψήφιζε κάθε χρόνο ένα ποσό, που ισούτο συνήθως με το έλλειμμα στον προϋπολογισμό. Το ποσό αυτό κυμαινόταν από £8.000 μέχρι και £90.000 μια χρονιά. Τρεις χρονιές δεν ψήφισε κανένα ποσό. Με τον τρόπο αυτό τα περιθώρια για βελτιώσεις στην Κύπρο παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα.
Με τις παραστάσεις των Κυπρίων και τις ενέργειες του Κιγκ - Χάρμαν η αγγλική Βουλή ψήφιζε από το 1906 και μετά, αρχικά για τρία χρόνια, μια σταθερή χορηγία από £50.000. Το 1910 ψήφισε μόνο £40.000, αλλά με νέα διαβήματα, δέχτη κε να επανέλθει στο ποσό των £50.000 από την επόμενη χρονιά. Αυτή η διευθ τηση κράτησε μέχρι το 1927, οπότε τελικά καταργήθηκε ο υποτελικός φόρος. Έτσι από το 1906, μπορεί να λεχθεί πως το αρχικό ποσό του υποτελικού φόρου μειώθηκε από £92.799 σε £42.799, γεγονός που έδωσε κάποια μεγαλύτερη δυνατότητα βελτίωσης της οικονομικής κατάστασης της Κύπρου.
β) Επίλυση του αρχιεπισκοπικού ζητήματος, που για μια δεκαετία (1900 - 1910) είχε διαιρέσει τον ελληνικό κυπριακό λαό σε δυο αντίπαλα στρατόπεδα, εκείνο των Κιτιακών και εκείνο των Κυρηνειακών. Με το νόμο της 25.5.1908 το περιβόητο εκείνο ζήτημα λύθηκε σύμφωνα με την επιθυμία της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού καθώς και των εκλελεγμένων αντιπροσώπων του στο Νομοθετικό Συμβούλιο. Με βάση το νόμο εκείνο έγιναν εκλογές και στις 21 Απριλίου 1909 επικυρώθηκε η εκλογή του μητροπολίτη Κιτίου Κυρίλλου Παπαδοπούλου (γνωστού ως Κυριλλάτσου) ως αρχιεπισκόπου Κυρίλλου Β'. Την επόμενη χρονιά (1910) ο αντίπαλός του μητροπολίτης Κυρήνειας Κύριλλος Βασιλείου (γνωστός ως Κυριλλούδιν) δέχτηκε τον τίτλο «Μακαριώτατος πρόεδρος Κυρήνειας».
γ) Καθιέρωση της μυστικής ψηφοφορίας σε κάθε εκλογή, είτε επρόκειτο για την ανάδειξη βουλευτών του Νομοθετικού Συμβουλίου, είτε δημάρχων είτε χωριτικών αρχών, είτε γενικών αντιπροσώπων κλπ. Οι πρώτες με μυστική ψηφοφορία βουλευτικές εκλογές έγιναν στις 9 και 10 Οκτωβρίου 1906.
δ) Η ψήφιση, το 1905, νόμου για την προστασία των κυπριακών αρχαιοτήτων, με τον οποίο απαγορεύονταν οι ανεξέλεγκτες ανασκαφές και η διαφυγή κυπριακών αρχαιοτήτων στο εξωτερικό. Οι αρχαιολογικές αποστολές που έκαμναν ανασκαφές στην Κύπρο μπορούσαν να εξαγάγουν μόνο τα αντικείμενα που θα ενέκρινε η επιτροπή του ιδρυόμενου Κυπριακού Μουσείου, της οποίας πρόεδρος θα ήταν ο ύπατος αρμοστής. Σε αντίδραση του Βρετανικού Μουσείου για το νόμο αυτό, ο Κιγκ - Χάρμαν απάντησε πως ἀρκεῖ τοσούτων χρόνων σύλησις τῶν ἀρχαιοτήτων τῆς νήσου, καί εἶνε προτιμότερον νά κρύπτωνται αὖται ἐν τοῖς κόλποις τῆς οἰκείας χώρας ἤ ν’ ἀπάγωνται ἀλλαχοῦ! (Κυπριακός Φυλαξ, 5/18 Μαρτίου 1911).Το 1908 άρχισε η ανέγερση του Κυπριακού Μουσείου και το 1909 συμπληρώθηκε η δυτική πτέρυγα του κτιρίου.
ε) Κατάργηση του συστήματος του διορισμού από τους διοικητές των επαρχιών και καθιέρωση της εκλογής από το λαό των δημάρχων και των χωριτικών αρχών.
στ) Άρση της απαγόρευσης κατοχής όπλου για 8.000 από τις 9.000 περίπου Κυπρίους, που έως τότε εθεωρούνταν, άδικα όμως, σαν επικίνδυνοι για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια. Σύμφωνα με παλαιότερο νόμο, οποιοσδήποτε εθεωρείτο επικίνδυνος — και στο χαρακτηρισμό κάποιου σαν επικίνδυνου είχαν εισχωρήσει προσωπικές ή πολιτικές αντιπάθειες — υποχρεωνόταν να παραδίδει στις αρχές κάθε όπλο που κατείχε, να κλείνεται στο σπίτι του από τις 9 το βράδυ και να υπόκειται σε αστυνομική επιτήρηση. Το σοβαρότερο πλήγμα ήταν ο στιγματισμός των ατόμων αυτών καθώς και των οικογενειών τους.
ζ) Η ψήφιση νόμου, το 1907, για την επανεκτίμηση και υποχρεωτική εγγραφή της ακίνητης περιουσίας σ' ολόκληρη την Κύπρο. Ο φάρος πάνω σ' αυτή την περιουσία θα παρέμενε σταθερός στις £29.000 το χρόνο, οποιοδήποτε δε επί πρόσθετο ποσό που θα μπορούσε να συλλέγει, θα έπρεπε να χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση έργων κοινής ωφελείας.
Κατά τη διάρκεια της αρμοστείας του Κιγκ - Χάρμαν συμπληρώθηκαν, το 1906, οι εργασίες κατασκευής του λιμανιού της Αμμοχώστου, που είχαν αρχίσει το 1903. Το νέο λιμάνι είχε στρατηγική σημασία, αλλά σύντομα επρόκειτο να αποκτήσει και εμπορική σημασία. Σ' αυτό συνέβαλε και η έναρξη της λειτουργίας του σιδηροδρόμου Αμμοχώστου -Λευκωσίας, που κάλυπτε απόσταση 36 μιλίων, και η επέκταση του, το 1907, από τη Λευκωσία μέχρι τη Μόρφου (25 μίλια). Αξίζει επίσης να αναφερθεί ο διορισμός Έλληνα επόπτη για τα ελληνικά σχολεία, η μείωση του ακριδικού φόρου, οι λιμενικές βελτιώσεις στη Λάρνακα και η έγκριση παρόμοιων έργων στην Πάφο και την Κερύνεια, και η ενίσχυση της Κυπριακής Ατμοπλοϊκής Εταιρείας Λεμεσού.
Κατά την αρμοστεία του Κιγκ - Χάρμαν βρισκόταν σε έξαρση ο ενωτικός αγώνας των Ελληνοκυπρίων, το δε αίτημα για ένωση (όπως και εκείνο για απαλλαγή από τον υποτελικό φόρο), ετίθετο σε κάθε ευκαιρία: Κατά τις περιοδείες του Κιγκ - Χάρμαν στα χωριά και στις πόλεις, κατά την επίσκεψη στην Κύπρο του μεγάλου δούκα του Κοννώτ, αδελφού του βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδου Ζ', τον Φεβρουάριο του 1905, κατά την επίσκεψη στη Λεμεσό και τη Λάρνακα του ελληνικού πολεμικού πλοίου «Μιαούλης» τον Αύγουστο του 1906, κατά την επίσκεψη του νεαρού τότε υφυπουργού Αποικιών Τσώρτσιλ* στην Κύπρο από τις 9 έως τις 13 Οκτωβρίου 1907, κατά τη διεξαγωγή πατριωτικών εράνων από τον Ελλαδίτη Σπύρο Ματσούκα* (1904-1906), ο οποίος μάζεψε περισσότερες από £4.000 για εθνικούς σκοπούς και από τον Πατριωτικό Όμιλο Δασκάλων (1910 - 1911), που μάζεψε £6.000 για ενίσχυση του ελληνικού στόλου.
Ο Κιγκ - Χάρμαν χειρίστηκε τις εθνικές εκδηλώσεις των Κυπρίων με κατανόηση και αυτό συνέτεινε ώστε κατά την αποχώρηση του από την Κύπρο στις 31 Μαρτίου 1911, οπότε ταυτόχρονα αφυπηρετούσε από την δημόσια υπηρεσία, τα εκλελεγμένα μέλη του Νομοθετικού Συμβουλίου (από τους εννέα Έλληνες βουλευτές δυο απουσίαζαν και δυο ψήφισαν εναντίον) με την αντιφώνηση τους εξέφρασαν την ευγνωμοσύνη τους για το έργο που επιτέλεσε στην Κύπρο. Η στάση αυτή των Ελλήνων βουλευτών προκάλεσε ανάμεικτες αντιδράσεις στον ελληνοκυπριακό Τύπο. Οι αδιάλλακτοι ενωτικοί και Κυρηνειακοί τις θεώρησαν σαν πολιτικό σφάλμα, ενώ οι μετριοπαθείς και οι Κιτιακοί συνέκριναν την αρμοστεία του Κιγκ - Χάρμαν με τις προηγούμενες αρμοστείες και εύρισκαν «αισθητήν διαφοράν από τους προκατόχους του».
Ο ιστορικός και πολιτευτής Φίλιος Ζαννέτος χαρακτηρίζει την αρμοστεία του σαν «μία τῶν καλλιτέρων» και ο επίσης πολιτευτής Νικόλαος Καταλάνος (ένθ. αν., α. 377) αναφέρει ότι «κατά τήν ἀξιομνημόνευτον ταύτην Ἁρμοστείαν συνετελέσθησαν ὑπέρ τῆς Νήσου πλείονα ἤ καθ' ἅπαντά τόν προηγηθέντα χρόνον ἀπό τῆς Ἀγγλικῆς κατοχῆς».
Τις αγαθές του προθέσεις, την ευθύτητα του χαρακτήρος, την συμπάθεια του και το ενδιαφέρον του για την ανάπτυξη της Κύπρου δεν αποκρύπτουν ούτε και οι επικριτές του. Τα όρια των δυνατοτήτων του περιορίζονταν σε μεγάλο βαθμό από αντικειμενικές δυσκολίες και από τις απαιτήσεις του βρετανικού θησαυροφυλακίου και την άκαμπτη στάση της βρετανικής κυβέρνησης σε θέματα οικονομικής πολιτικής. Παρ' όλα αυτά κατόρθωσε αρκετά κατά την περίοδο, η οποία υπήρξε μακρύτερη απ' ό,τι συνηθιζόταν, που κυβέρνησε την Κύπρο.
Β. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ