Εκκλησία Παρθένου Μαρίας

Image

Η εκ­κλη­σί­α της Παρ­θέ­νου Μα­ρίας των Αρμενίων βρί­σκε­ται στο τουρ­κο­κρα­τού­με­νο σή­με­ρα αρ­με­νι­κό σύ­μπλεγ­μα στην πα­λιά Λευ­κω­σί­α, στη γω­νιά των ο­δών Βι­κτω­ρί­ας και Notre Dame de Tyre.

Η μο­νό­κλι­τη γοτ­θι­κή εκ­κλη­σί­α με η­μι-ο­κτα­γω­νι­κή α­ψί­δα και α­ψι­δω­τούς θό­λους α­πο­τε­λού­σε τμή­μα του Αβ­βα­εί­ου της Πα­να­γί­ας της Τύ­ρου ή της Τορ­τό­ζας. 

 

Βλέπε λήμμα: Αρμένιοι

 

Η εκ­κλη­σί­α πρω­τοκτί­στη­κε το 1116 α­πό το Βα­σι­λιά της Ιε­ρου­σα­λήμ Baldwin de Buillon, ε­νώ με­τά την Πτώ­ση της Ιε­ρου­σα­λήμ (1187) χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε για να στε­γά­ζει τη διοί­κη­ση δια­φό­ρων θρη­σκευ­τι­κών ταγ­μά­των. Με­ρι­κά χρό­νια με­τά την έ­ναρ­ξη της Φρα­γκο­κρα­τί­ας, έ­γι­νε αβ­βα­εί­ο της γυ­ναι­κεί­ας α­δελ­φό­τη­τας των Καρ­θου­σια­νών. Με την κα­τά­λη­ψη της Ά­κρας (1291), στην Κύ­προ κα­τέ­φθα­σαν διά­φο­ρα λα­τι­νι­κά μο­να­χι­κά τάγ­μα­τα κι έ­τσι ε­δώ στε­γά­στη­καν Βε­νε­δι­κτί­νες μο­να­χές. Ο σει­σμός του 1303 κα­τά­στρε­ψε το μο­να­στήρι, που ξα­να­κτί­στη­κε με­τα­ξύ 1308-1310 με δα­πά­νες του Βα­σι­λιά της Κύ­πρου Ερ­ρί­κου Β’.

 

Βλέπε λήμματα: Καρθουσιανοί και Άκρα

 

Δεν εί­ναι σα­φές πό­τε και πώς πε­ρι­ήλ­θε στα χέ­ρια της Αρ­με­νι­κής Εκ­κλη­σί­ας, η ο­ποί­α κα­τεί­χε τη μο­νή του­λά­χι­στον α­πό το 1504. Πι­θα­νό­τα­τα αυ­τό συ­νέ­βη­κε κα­τά το 15ο αιώ­να, α­φού οι χρο­νι­κο­γρά­φοι Λε­ό­ντιος Μα­χαι­ράς (1369-1458) και Γε­ώρ­γιος Βουστρώ­νιος (1430-1501) μας πλη­ρο­φο­ρούν ό­τι η Αρ­με­νο­γει­το­νιά της Λευ­κωσί­ας βρι­σκό­ταν πα­ρά την Πύ­λη του Α­γί­ου Δο­μή­νι­κου (γνω­στή και ως Πύ­λη των Αρ­με­νί­ων, ση­με­ρι­νή Πύ­λη Πά­φου) και γειτ­νί­α­ζε με το Ρο­γιά­τικο, το δεύ­τε­ρο πα­λά­τι των Λου­ζι­νια­νών

 

Βλέπε λήμμα: Καστελιώτισσα

 

Πα­λαιό­τερα, οι με­λε­τη­τές την ταύ­τι­ζαν με την Πα­να­γί­ας της Τύ­ρου. Ωστό­σο, με βά­ση νέ­α ευ­ρή­μα­τα, με­ρί­δα ε­ρευ­νητών θε­ω­ρεί ό­τι ή­ταν στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα η Πα­ναγί­ας της Τορ­τό­ζας/Ταρ­τού­ζας και ό­τι η Πα­ναγί­ας της Τύ­ρου βρι­σκό­ταν κο­ντά στην εκ­κλη­σί­α του Α­γί­ου Α­ντω­νί­ου. Υ­πάρ­χει, ε­πί­σης, η ά­πο­ψη ό­τι αρ­χι­κά φι­λο­ξε­νού­σε το Τάγ­μα της Τύ­ρου και αρ­γό­τε­ρα το Τάγ­μα της Τορ­τό­ζας, το ο­ποί­ο τε­λι­κά α­πορ­ρό­φη­σε το πρώ­το Τάγ­μα.

Με­τά την οθωμανική α­τά­λη­ψη της πό­λης, στις 9 Σε­πτεμ­βρί­ου 1570, οι Ο­θω­μανοί χρη­σι­μο­ποί­η­σαν αρ­χι­κά το να­ό ως α­πο­θή­κη ά­λα­τος. Ω­στό­σο, με­τά α­πό αί­τηση στον Κα­δή της Λευ­κω­σί­ας, η­με­ρο­μη­νί­ας 15 Μα­ΐ­ου 1571, η εκ­κλη­σί­α ε­πι­στρά­φη­κε με φιρ­μά­νι στους Αρ­με­νίους, στους ο­ποί­ους δό­θη­κε και η φύ­λα­ξη της Πύ­λης Πάφου. Έ­να δεύ­τε­ρο φιρ­μά­νι, του 1614, ε­πι­ση­μο­ποί­η­σε την αρ­με­νι­κή ι­διο­κτη­σία της εκ­κλη­σί­ας.

 

Αρχιτεκτονική

Ηεκκλησία είναι κτισμένη σύμφωνα με τον γοτθικό ρυθμό κι αποτελείται από ένα κλίτος 20X10 μ. με ημιοκταγωνική αψίδα και σταυροθόλια. Το δυτικό της τμήμα ωστόσο αντί σταυροθολίων καλύπτεται με καμάρα. Δεν είναι σίγουρο αν το δυτικό τμήμα συμπληρώθηκε ταυτόχρονα ή αν είναι μέρος πιο πρόσφατης επισκευής της εκκλησίας.

 

Στο ύψος των κιονόκρανων των κολώνων στον βόρειο και στον νότιο τοίχο υπάρχει συνεχής κορνίζα που αποτελεί και τη βάση των μεγάλων παραθύρων που καλύπτουν το άνω μέρος των τοίχων μέχρι τα σταυροθόλια. Υπάρχουν τέσσερα δίλοβα παράθυρα, συνεχόμενα, με κυκλικό άνοιγμα και δυο τετράφυλλους ρόδακες πάνω από αυτά. Στις πλάγιες πλευρές της αψίδας υπάρχουν τρίλοβα παράθυρα με τρίφυλλους ρόδακες και τρία δίλοβα στις υπόλοιπες πλευρές.

 

Στις τρεις όψεις της εκκλησίας αψιδωτές γοτθικού ρυθμού είσοδοι οδηγούν στο εσωτερικό. Μικρό κωδωνοστάσιο κτίστηκε σε κατοπινή εποχή στον βορειοανατολικό τοίχο. Επίσης σε κατοπινό στάδιο κτίστηκαν στα βόρεια της εκκλησίας μοναστηριακοί χώροι που φαίνεται ότι δεν συμπληρώθηκαν ποτέ. Στο πάτωμα της εκκλησίας, όπως αναφέρει ο Chamberlayne (Lacrimae Nicossiensis), υπήρχαν 46 τεμάχια επιτύμβιων πλακών που χρονολογούνται κυρίως στον 14ο και στις αρχές του 15ου αιώνα κι αποτελούν σημαντικά τεκμήρια της τέχνης αυτής. Τα περισσότερα φέρουν ονόματα γυναικών-καλογραιών. Η σημαντικότερη ήταν η σαρ­κο­φά­γος της Η­γου­μέ­νης Eschive de Dampierre, στη βό­ρεια βε­ρά­ντα, στο­λι­σμέ­νη με τον οι­κο­γε­νεια­κό της θυ­ρε­ό (δύ­ο ψά­ρια) και τη χρο­νο­λο­γί­α M CCC XXXX (1340).

 

Προσθήκες και ανακαινίσεις

Στα 400 τό­σα χρό­νια που υ­πη­ρε­τού­σε τη μι­κρή αλ­λά εύ­πο­ρη αρ­με­νι­κή πα­ροι­κί­α της Λευ­κω­σί­ας, δέ­χθη­κε διά­φο­ρες προ­σθή­κες: το 1688 α­να­και­νί­στη­κε, το 1788 κα­τα­σκευά­στη­κε το βα­πτι­στή­ριο, το 1858 κτί­στη­καν οι κα­μά­ρες της βό­ρειας βε­ράντας, το 1860 κα­τα­σκευά­στη­κε το κα­μπανα­ριό - α­πό τα πρώ­τα στην ο­θωμα­νι­κή Κύ­προ, δω­ρε­ά του Κων­στα­ντι­νου­πο­λί­τη Χα­πε­τίκ Νε­βρου­ζιάν -, το 1884 α­να­στη­λώ­θη­κε, το 1904 ξα­να­κτί­στη­κε η στέ­γη και έ­γι­νε α­να­καίνι­ση, το 1945 κα­τα­σκευά­στη­κε το ά­νω διά­ζω­μα για τη χο­ρω­δί­α (βερ­να­ντούν, δω­ρε­ά του Α­ράμ Ου­ζου­νιάν), το 1950 συ­ντη­ρή­θη­κε το κα­μπα­να­ριό, ενώ το 1960-1961 το Τμή­μα Αρ­χαιο­τή­των το­πο­θέ­τη­σε και­νούρ­γιο πά­τω­μα.

 

Εσωτερική διακόσμηση

Ε­σω­τε­ρι­κά εί­χε βι­τρώ πα­ρά­θυ­ρα και με­ρικές ει­κό­νες. Πά­νω α­πό το νό­τιο πα­ρά­θυ­ρο υ­πήρ­χε η ε­λαιο­γρα­φί­α του Α­γί­ου Γεωρ­γί­ου, στον ο­ποί­ο διά­φο­ροι πι­στοί - Αρ­μέ­νιοι και μη - ά­να­βαν κε­ριά και προσεύ­χο­νταν να στα­μα­τή­σουν τα κα­κά τους, ε­νώ δί­πλα ά­φη­ναν πα­πού­τσια των μωρών, θε­ω­ρώ­ντας ό­τι ο Ά­γιος θα τα βο­η­θού­σε να με­γα­λώ­σουν σω­στά. Η ει­κό­να του Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου βρί­σκε­ται σή­με­ρα στην εί­σο­δο ό­λων των αρ­με­νι­κών εκ­κλη­σιών της Κύ­πρου, ε­πει­δή η πα­ρά­δο­ση αυ­τή πέ­ρα­σε α­πό τους Έλ­λη­νες στους Λα­τίνους και αρ­γό­τε­ρα στους Αρμενίους. Η εκ­κλη­σί­α εί­χε δύ­ο ει­σό­δους, ε­νώ στα δεξιά του ιε­ρού βή­μα­τος κά­θο­νταν οι άν­δρες και στα α­ρι­στε­ρά οι γυ­ναί­κες. Μέχρι το 1963, λει­τουρ­γού­σε κα­θη­με­ρι­νά.

Με­τά τις σφα­γές και τις μα­ζι­κές α­πε­λά­σεις και τη Γε­νο­κτο­νί­α που διέ­πρα­ξαν οι Ο­θω­μα­νοί, στην Κύ­προ κα­τέ­φθα­σαν πε­ρί­που 10.000 κα­τα­τρεγ­μέ­νοι Αρ­μέ­νιοι πρό­σφυ­γες, με­ρι­κοί α­πό αυ­τούς διέ­μει­ναν, προ­σωρι­νά, στον πε­ρί­βο­λο της εκ­κλη­σί­ας. Η ί­δια η ύ­παρ­ξή της α­πο­τέ­λε­σε πό­λο έλ­ξης για την ε­γκα­τά­στα­ση ε­κα­το­ντά­δων Αρ­με­νί­ων γύ­ρω α­πό αυ­τήν, ε­ξού και η ο­νο­μα­σί­α Αρ­με­νο­μα­χαλ­λάς.

 

Μέ­σα στο σύ­μπλεγ­μα βρί­σκο­νταν ε­πί­σης η Αρ­με­νι­κή Μη­τρό­πο­λη Κύ­πρου, το Σχο­λεί­ο Με­λι­κιάν-Ου­ζου­νιάν, το Μνη­μεί­ο της Αρ­με­νι­κής Γε­νο­κτο­νί­ας, το προ­σκο­πεί­ο, το σπί­τι του κα­ντη­λα­νά­φτη και η προ­δη­μο­τι­κή. Πί­σω βρι­σκό­ταν το αρ­χο­ντι­κό της ντό­πιας αρ­με­νο­κυ­πριακής οι­κο­γέ­νειας Με­λι­κιάν, κα­θώς και έ­να μι­κρό δω­μά­τιο α­φιε­ρω­μέ­νο στον Ά­γιο Φώ­τιο. Α­πέ­να­ντι α­πό το σύ­μπλεγ­μα βρι­σκό­ταν το οί­κη­μα του AGBU και η Αρ­με­νι­κή Λέ­σχη. Γύ­ρω-γύ­ρω υ­πήρ­χαν αρ­μενι­κά σπί­τια και κα­τα­στή­μα­τα, ε­νώ σε μι­κρή α­πό­στα­ση βρι­σκό­ταν το οί­κη­μα της AYMA.

 

Βλέπε λήμμα: ΑΥΜΑ

 

Με την εκ­δή­λω­ση της τουρ­κο­κυ­πρια­κής ανταρ­σί­ας στις 21 Δε­κεμ­βρί­ου 1963, στα­δια­κά οι στα­σια­στές άρ­χι­σαν να κα­τα­λαμ­βάνουν και τον Αρ­με­νο­μα­χαλ­λά. Με­ρι­κές οι­κο­γέ­νειες κα­τέ­φυ­γαν για 2-3 μέ­ρες στο χώ­ρο του σχο­λεί­ου και της εκ­κλη­σί­ας, τα ο­ποί­α στη συ­νέ­χεια κα­τα­λή­φθη­καν (19/01/1964). Λί­γο αρ­γό­τε­ρα, οι Αρ­μέ­νιοι κα­τά­φε­ραν να ξα­να­μπούν στην εκ­κλη­σί­α, μέχρι που στις 29 Ιανουαρίου 1964 οι Τουρ­κο­κύ­πριοι στα­σια­στές λε­η­λά­τη­σαν την εκ­κλησί­α και κρά­τη­σαν για με­ρι­κές ώ­ρες ό­μη­ρους το Μη­τρο­πο­λί­τη Γερ­βά­ντ Α­πε­λιάν, τον ιε­ρέ­α ντερ Βαζ­κέν Σα­ντρου­νί, τον Πρό­ε­δρο του Ε­κτε­λεστι­κού Συμ­βου­λί­ου της Αρ­με­νι­κής Ε­θναρ­χί­ας Βα­χράμ Του­ντζιάν και το διά­κονο Χρα­ντ Μα­μι­κο­νιάν. Στις 4 Μαρ­τί­ου 1964 οι Τουρ­κο­κύ­πριοι έ­διω­ξαν και τους τελευ­ταί­ους Αρ­μέ­νιους της πε­ριο­χής.

Α­φού ε­γκα­τα­λεί­φθη­κε για δέ­κα χρό­νια, το σύ­μπλεγ­μα κα­τα­λή­φθη­κε α­πό τον τουρ­κι­κό στρα­τό τον Ιού­λιο του 1974, ο ο­ποί­ος το χρη­σι­μο­ποιού­σε μέ­χρι το 1998. Στη συ­νέ­χεια, ε­γκα­τα­στά­θη­καν ε­κεί οι­κο­γέ­νειες Τούρ­κων ε­ποίκων, που διέ­με­ναν μέ­χρι τα τέ­λη του 2006. Με πρω­το­βου­λί­α της Αρ­με­νι­κής Εθναρ­χί­ας, του Εκ­προ­σώ­που Βαρ­τκές Μα­χτε­σιάν και με χρη­μα­το­δό­τη­ση του UNDP, στις αρ­χές του 2007 διε­ξή­χθη τε­χνι­κο­οι­κο­νομι­κή με­λέ­τη, ε­νώ α­πό τον Ο­κτώ­βριο του 2009 άρχισαν να διεξάγονται έρ­γα πλή­ρους α­πο­κα­τάστα­σης, τα ο­ποί­α ολοκληρώθηκαν το Μά­ιο 2012.

 

Πλούσιος ναός

Από φωτογραφίες προ του 1963, συνάγεται ότι η Παναγία των Αρμενίων ήταν ένας πλούσιος ναός, με παλαιά κειμήλια και έργα τέχνης, τα οποία στόλιζαν το εσωτερικό του. Σύμφωνα μ κατάλογο που συνέταξε ο Gulesserian Papken, ένας δραστήριος ιερωμένος το 1936, καταγράφονται τα εξής κειμήλια:

 

– Ευαγγέλιο του 1784.

 

– Εικόνα του Αγίου Στεφάνου του 1884. Δεν έχει εντοπιστεί.

 

– Εικόνα του Αγίου Γρηγορίου του Φωτιστή του 1889.

 

– Μια ποιμαντορική ράβδος του 1789 με οφιοειδείς απολήξεις, η οποία χάθηκε μετά το 1974.

 

– Εικόνα των Αγίων Ιωακείμ και Άννης του 1790. Στον πίνακα, που εντοπίστηκε και φωτογραφήθηκε στο Κάστρο της Κερύνειας, παριστάνεται ο Ευαγγελισμός των Αγίων Ιωακείμ και Άννης, οι οποίοι εικονίζονται εκατέρωθεν δέντρου.

 

– Σταυρός-λειψανοθήκη με λείψανο του Αγίου Ιακώβου Αδελφοθέου του 1796, που φυλάσσεται σήμερα στην Ιερά Αρχιεπισκοπή των Αρμενίων στη Λευκωσία.

 

– Η εικόνα της Θεοτόκου του 1807, η οποία βρισκόταν στην Αγία Τράπεζα. Αυτή η ωραία και θαυματουργός εικόνα αποτελούσε δωρεά του Mahtesi Simon Aga και της γυναίκας του Άννας από την Κριμαία, αφιερωμένη στη μνήμη των γονιών της Ιερεμία και Κοχάρ.

 

– Εικόνα με την Προδοσία του Ιησού του 1810. Δεν έχει εντοπιστεί.

 

– Στην εξωτερική βόρεια θύρα (αριστερά) του ναού υπήρχε ένας λευκός μαρμάρινος σταυρός του 1753. Δεν εντοπίστηκε.

 

Από τις εικόνες-πίνακες που παρέλαβαν οι κατοχικές αρχές από τον ναό της Παναγίας της Τορτόζας το 1977 περιήλθαν στους δύο βυζαντινολόγους φωτογραφίες των ακόλουθών δέκα:

 

– Η Σταύρωση του Χριστού (1949). Φέρει αρμενικές επιγραφές με την υπογραφή του ζωγράφου Ο. Keshishian.

 

– Παναγία Βρεφοκρατούσα (1949). Πρόκειται για έργο του ίδιου ζωγράφου, ο οποίος ζωγράφισε τον πίνακα με τη Σταύρωση.

 

– Η Βάπτιση του Χριστού και στρατιωτικός άγιος (τέλη 18ου ή 19ος αι.). Δυτικότροπη θεματογραφία, που εμπλουτίζεται με ολόσωμο στρατιωτικό άγιο στα δεξιά, ο οποίος βυθίζει με δύναμη το κοντάρι του σε αδιάγνωστη μορφή.

 

– Πίνακας που απεικονίζει τη θαυμαστή απελευθέρωση του αποστόλου Πέτρου από τη φυλακή (19ος αι.).

 

– Πίνακας με τη βάπτιση του βασιλιά Τιριδάτη Γ’ από τον Άγιο Γρηγόριο τον Φωτιστή.

 

– Εικόνα με ένθρονο άγιο ιεράρχη (πιθανώς ο Γρηγόριος Φωτιστής), ο οποίος φέρει τιάρα και κρατεί ποιμαντορική ράβδο. Ίσως να είναι αυτή που αναφέρει ο Gulesserian.

 

– Εικόνα με τη Μετάσταση της Θεοτόκου.

 

– Εικόνα με τον Ιωακείμ και την Άννα, την οποία αναφέρει και ο Gulesserian.

 

– Εικόνα με έφιππο άγιο, ίσως ο Άγιος Γεώργιος.

 

– Η εφέστιος θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου, που βρισκόταν στην Αγία Τράπεζα του ναού και την οποία αναφέρει και ο Gulesserian.

 

 

Πηγή

1. Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

2. Η μεσαιωνική εκκλησία της Παναγίας στην τουρκοκρατούμενη Λευκωσία- Αλέξανδρος Μιχαήλ Χατζηλύρας

3. Archaiologia.gr

 

 

 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image