Τα διυλιστήρια νερού στον Κόρνο συνδέονται άμεσα με το όλο σύστημα παροχής νερού που είναι γνωστό ως Σχέδιο Βασιλικού - Πεντάσχοινου, στο νότιο τμήμα της Κύπρου, μεταξύ των ποταμών Βασιλικού και Πεντάσχοινου (βλέπε σχετικά και λήμμα Βασιλικού - Πεντάσχοινου υδατικό έργο).
Το μεγάλο αυτό υδατικό έργο, συνολικής δαπάνης 27 εκατομμυρίων λιρών περίπου, συμβάλλει αποτελεσματικά στη γεωργική ανάπτυξη της περιοχής του, διαθέτοντας 9,5 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού ετησίως για άρδευση 1.450 περίπου εκταρίων καλλιεργήσιμης γης. Ταυτόχρονα ενισχύει σημαντικά την υδατοπρομήθεια των πόλεων Λευκωσίας και Λάρνακας, ακόμη και περιοχών της Αμμοχώστου, καθώς και 40 και πλέον κοινοτήτων, διαθέτοντας μέσω των Διυλιστηρίων Χοιροκοιτίας και Κόρνου γύρω στα 7 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού ετησίως.
Στο Σχέδιο Βασιλικού - Πεντάσχοιvoυ περιλαμβάνονται, εκτός από τα Διυλιστήρια Κόρνου και Χοιροκοιτίας, τα ακόλουθα έργα:
Τα διυλιστήρια νερού στον Κόρνο έχουν βασικό στόχο τη συνεχή παροχή ασφαλούς από υγιεινής και ευχάριστου, οργανοληπτικά, νερού στη Λευκωσία. Τα χαρακτηριστικά του νερού, που προσδίδουν τις επιθυμητές ιδιότητες, καθορίζονται από τον Διεθνή Οργανισμό Υγείας και ελέγχονται με πρότυπες μεθόδους ελέγχου, που προτείνει ο ίδιος ο οργανισμός. Έτσι, το πόσιμο νερό πρέπει να είναι ελεύθερο από παθογόνους και παρασιτογόνους μικροοργανισμούς, όπως και από διάφορες τοξικές ουσίες, χωρίς δυσάρεστη οσμή ή γεύση, άχρωμο, διαυγές κλπ. Η επιθυμητή ποιότητα του νερού επιτυγχάνεται με την εφαρμογή φυσικοχημικών και βιολογικών διεργασιών, όπως θα αναφερθεί πιο κάτω.
Το Διυλιστήριο Κόρνου είναι το δεύτερο στην Κύπρο έργο του είδους του μετά το αντίστοιχο της Χοιροκοιτίας και άρχισε να λειτουργεί τον Δεκέμβριο του 1985. Έχει την δυνατότητα επεξεργασίας 32.000 κ.μ. νερού την ημέρα με προοπτική αύξησης στην ποσότητα των 48.000 κ.μ. νερού.
Πώς λειτουργούν τα Διυλιστήρια: Το ακατέργαστο νερό φθάνει στα Διυλιστήρια, με άντληση στο ένα, ενώ στο δεύτερο με τη βαρύτητα. Μετά την επεξεργασία, το νερό αντλείται προς δεξαμενές και από εκεί διοχετεύεται στον προορισμό του. Ακολουθώντας την πορεία του νερού μέσα στα Διυλιστήρια, είναι εύκολο να διακριθούν τα διάφορα στάδια επεξεργασίας του (βλέπε σχεδιάγραμμα).
Το ακατέργαστο νερό, με όλες τις στερεές και διαλυτές προσμίξεις που παρασύρει στο πέρασμά του, συγκεντρώνεται σε δεξαμενή χωρητικότητας 8.000 κ.μ. (α). Μέσω βαλβίδας ρυθμιζόμενης ροής, μεταφέρεται με αγωγό στη δεξαμενή ανάμιξης (β). Λίγο πριν την είσοδό του στον χώρο αυτό, γίνεται η προσθήκη θειικού αργιλίου και χλωρίου, με τη βοήθεια σωληνώσεων που συνδέουν τον αγωγό με τα δοχεία των αντιδραστηρίων. Το θειικό αργίλιο χρησιμοποιείται για την κροκίδωση των αιωρούμενων σωματιδίων στο νερό, σε συσσωματώματα ή «λάσπη». Τα σωματίδια αυτά οργανικής και ανόργανης ύλης αποφορτίζονται με την παρουσία του αργιλίου και συσσωματώνονται. Το χλώριο προστίθεται στο στάδιο αυτό, για: 1) να σκοτώσει αρκετούς μικροοργανισμούς, 2) να οξειδώσει διάφορες οργανικές ουσίες και 3) να ανάγει ορισμένες ανόργανες ουσίες, ώστε να παρασυρθούν μαζί με τα συσσωματώματα. Το μίγμα ακολούθως μεταφέρεται στους χώρους καθίζησης (γ) με ταυτόχρονη προσθήκη πολυηλεκτρολύτη. Το αντιδραστήριο αυτό υποβοηθεί τη δράση του θειικού αργιλίου. Η καθίζηση των στερεών συσσωμάτων γίνεται σε ειδικούς χώρους, με τέτοια γεωμετρική διάταξη ώστε να διευκολύνεται η απομάκρυνση της «λάσπης» από τον πυθμένα τους και η υπερχείλιση του διαυγούς νερού στο επόμενο στάδιο. Η λάσπη απομακρύνεται, με άντληση, στη δεξαμενή ανακύκλωσης, όπου διαχωρίζεται η περίσσεια νερού και επιστρέφει στη μονάδα επεξεργασίας, ενώ η συμπυκνωμένη λάσπη που μένει μεταφέρεται στις δεξαμενές αποξήρανσης. Το διαυγές νερό οδηγείται στα φίλτρα διήθησης (δ). Εκεί αφήνεται να διαπεράσει με καθορισμένη ταχύτητα τα ειδικά φίλτρα άμμου, για την απομάκρυνση και των πιο μικρών στερεών σωματιδίων. Η κατασκευή των φίλτρων περιλαμβάνει διάφορα στρώματα αμμοχάλικων. Η αποτελεσματική τους λειτουργία εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το πάχος του φίλτρου, την ποσότητα και ποιότητα νερού που διέρχεται, την ταχύτητα διήθησης, το μέγεθος των κόκκων της άμμου κλπ. Μετά τα φίλτρα, το νερό οδηγείται στη δεξαμενή σταθεροποίησης (ε), όπου ρυθμίζονται διάφορα χαρακτηριστικά του στα επιθυμητά επίπεδα. Σ’ αυτό το στάδιο γίνεται και η προσθήκη ασβέστη για τη διόρθωση της οξύτητας του νερού, όταν βέβαια χρειάζεται. Η διαδικασία αυτή είναι απαραίτητη για την αποτελεσματικότητα της απολύμανσης που ακολουθεί. Η απολύμανση του νερού γίνεται με την είσοδό του στη δεξαμενή καθαρού νερού (ζ). Χρησιμοποιείται η μέθοδος προσθήκης διαλύματος χλωρίου για την εξόντωση όλων των παθογόνων και παρασιτογόνων μικροοργανισμών που παρέμειναν. Η μέθοδος της χλωρίωσης θεωρείται διεθνώς η πιο ασφαλής, οικονομική και πλατιά χρησιμοποιούμενη. Η ποσότητα του χλωρίου στο τελικό αυτό στάδιο, είναι αρκετή για να εξοντώσει τους υπάρχοντες μικροοργανισμούς όπως επίσης για να εμποδίσει την ανάπτυξη μικροβιακών πληθυσμών, μέσα στους παροχετευτικούς αγωγούς και τις δεξαμενές, μέχρι την τελική παράδοση του νερού στις πόλεις και κοινότητες. Επιπλέον, με το χλώριο οξειδώνονται διάφορες οργανικές ουσίες που έχουν δυσάρεστη οσμή ή αλλοιώνουν τη γεύση και το χρώμα του νερού.
Όλα τα στάδια επεξεργασίας του νερού παρακολουθούνται συνεχώς και ελέγχονται αυτόματα μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ο προσδιορισμός των χαρακτηριστικών ποιότητας του νερού γίνεται με πρότυπες φυσικές, χημικές και βιολογικές μεθόδους, στα πολύ καλά εξοπλισμένα εργαστήρια των Διυλιστηρίων. Έτσι εξασφαλίζεται, σε συνεχή βάση, η άριστη ποιότητα πόσιμου νερού, που φεύγει από τα Διυλιστήρια.