Κατύδατα

Image

Αμιγές ελληνικό χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, στη γεωγραφική περιφέρεια της Σολιάς, περί τα 49 χμ. νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας.

 

Τα Κατύδατα είναι κτισμένα στα δεξιά της προσχωσιγενούς κοιλάδας του ποταμού Καρκώτη, σε μέσο υψόμετρο 270 περίπου μέτρων. Το τοπίο του χωριού είναι διαμελισμένο τόσο από τον ποταμό, όσο και από το ποτάμιο δίκτυο του ποταμού Σέτραχου που διασχίζει το δυτικό τμήμα της διοικητικής του έκτασης.

 

Από γεωλογικής απόψεως, η διοικητική έκταση του χωριού βρίσκεται πάνω στις λάβες και τις πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις της Ολόκαινης γεωλογικής περιόδου. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν φαιοχώματα και προσχωσιγενή εδάφη.

 

Το χωριό δέχεται χαμηλή μέση ετήσια βροχόπτωση, που κυμαίνεται περί τα 350 χιλιοστόμετρα. Ωστόσο η αξιοποίηση των νερών του ποταμού Καρκώτη και η ανόρυξη διατρήσεων στην περιοχή του χωριού, συνέβαλαν στην επέκταση της αρδευόμενης έκτασης. Οι κύριες καλλιέργειες είναι τα οπωροφόρα δέντρα (αχλαδιές, μηλιές, δαμασκηνιές, ροδακινιές και αμυγδαλιές), τα εσπεριδοειδή (πορτοκαλιές, λεμονιές και μανταρινιές), οι ελιές, τα σιτηρά, τα κτηνοτροφικά φυτά και λίγα όσπρια. Η κτηνοτροφία είναι περιορισμένη. Το 1985 εκτρέφονταν 177 πρόβατα και 34 κατσίκες.

 

Από συγκοινωνιακής απόψεως, τα Κατύδατα συνδέονται οδικά στα βόρεια με το χωριό Σκουριώτισσα (περί το 1 χμ.) και στα νότια με το χωριό Λινού (περί το 1 χμ.).

 

Η ανόρυξη του χαλκοπυρίτη και του σιδηροπυρίτη από τα γειτονικά μεταλλεία της Σκουριώτισσας, του Μαυροβουνιού και του Απλικιού, συνέβαλε στην ανάπτυξη του χωριού, ιδιαίτερα την πληθυσμιακή. Αρκετοί κάτοικοι των Κατυδάτων εργοδοτούνταν στα μεταλλεία, καθώς και στις μεταλλευτικές εγκαταστάσεις του Ξερού.

 

Βλέπε λήμμα: Μεταλλείο Σκουριώτισσας

 

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:

 

Χρονολογία Κάτοικοι
1881 123 
1891 127 
1901 155 
1911 168 
1921 203 
1931 336 
1946 372 
1960 366 
1973 314 
1976 368 
1982 286 
1992 203 
2001 186 
2011 114
2021 100

 

Μετά την τουρκική εισβολή του 1974, αριθμός Ελληνοκυπρίων εκτοπισμένων εγκαταστάθηκαν στα Κατύδατα και αύξησαν για μικρό χρονικό διάστημα τον πληθυσμό, χωρίς όμως να κρατηθούν στο χωριό μετά το 1976. Έτσι το 1976 ο πληθυσμός του χωριού ήταν αυξημένος.

 

Ιστορικά στοιχεία

Η περιοχή του χωριού, που γειτνιάζει προς την πλούσια μεταλλοφόρα περιοχή των αρχαίων Σόλων, εκατοικείτο από τα αρχαιότατα χρόνια, τουλάχιστον από την Πρώιμη εποχή του Χαλκού, μέχρι και την Ελληνιστική εποχή. Η εντατική εκμετάλλευση, κατά την Αρχαιότητα, του χαλκού στην περιοχή αυτή, ήταν ακριβώς ο λόγος που η περιοχή κατοικείτο καθ' όλο το διάστημα από την Πρώιμη μέχρι την Ύστερη εποχή του Χαλκού και αργότερα.

 

Βλέπε λήμμα: Σόλοι

 

Ανασκαφές έγιναν στην περιοχή κατά το 1915 και 1916 κι έφεραν στο φως ακίνητα και κινητά αρχαιολογικά ευρήματα. Στα πρώτα, περιλαμβάνονται πολλοί τάφοι. Στα δεύτερα, περιλαμβάνονται πολλά αγγεία διαφόρων τύπων που χρονολογούνται από την Πρώιμη μέχρι την Ύστερη εποχή του Χαλκού. Βρέθηκαν μεταξύ άλλων ερυθροστιλβωτά αγγεία, μονόχροα, αβαφή, αγγεία με λευκό επίχρισμα και αγγεία με δακτυλιοειδή βάση. Βρέθηκαν επίσης χάλκινα εργαλεία της Ύστερης εποχής του Χαλκού, κοσμήματα, καθώς και άλλα αντικείμενα όπως ένα ειδώλιο γυμνής καθιστής γυναίκας από πηλό που χρονολογείται στον 13ο π.Χ. αιώνα.

 

Σε ένα από τους τάφους βρέθηκαν οστά που ανήκουν σε καμήλα, πράγμα που αποδεικνύει ότι το ζώο αυτό είχε εισαχθεί στην Κύπρο και χρησιμοποιηθεί ήδη από την Αρχαιότητα.

 

Βλέπε λήμμα: Καμήλα- Καμηλάρης

 

Το χωριό διέσωσε το αρχαίο ελληνικό του όνομα κατά τα μεσαιωνικά χρόνια. Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας τούτο αποτελούσε, κατά τον ντε Μας Λατρί, βασιλικό φέουδο κι αναφέρεται ως Cattidata. Σε μεσαιωνικό χειρόγραφο μνημονεύεται το χωριό μεταξύ εκείνων που περιλαμβάνονταν στο τμήμα της Μαραθάσας που αποτελούσε βασιλική ιδιοκτησία (Marath Real) κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Το χωριό λοιπόν, αν και ανήκει στην περιοχή της Σολιάς σήμερα, περιλαμβανόταν στην περιοχή Μαραθάσας τότε, που ήταν, φαίνεται, αρκετά μεγαλύτερη ως γεωγραφική έννοια κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια.

 

Η κύρια εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο. Κτίστηκε στα 1870 και φαίνεται ότι είχε αντικαταστήσει παλαιότερο ναό. Εξάλλου, όπως αναφέρει ο Γκάννις, στην εκκλησία ενσωματώθηκαν λαξευμένα κατάλοιπα παλαιότερου ναού, καθώς και δυο μαρμάρινες κολόνες με κορινθιακού τύπου κιονόκρανα που πιθανό να προέρχονται από τους Σόλους.

 

Σε μικρή απόσταση από το χωριό βρίσκεται το μοναστήρι της Παναγίας Σκουριώτισσας που ανακαινίστηκε στα 1845.

 

Βλέπε λήμμα: Παναγία Σκουριώτισσα

 

Η ονομασία του χωριού απαντάται σήμερα σε επίσημες αναφορές σε γένος θηλυκό: Η [κώμη] Κατύδατα. Επειδή η ονομασία του χωριού προέρχεται από τις λέξεις κάτω και ύδατα, που μαζί υποδηλώνουν τοποθεσία ευρισκόμενη χαμηλότερα από κάποια άλλη και με νερά, υιοθετούμε εδώ την ονομασία του χωριού σε ουδέτερο γένος.

 

Στο χωριό, του οποίου η ζωή υπήρξε κατά το παρελθόν και για πολλούς αιώνες στενά συνδεδεμένη με τα γειτονικά του μεταλλεία, δημιουργήθηκε και λειτουργεί ένα μοναδικό στο είδος του μουσείο. Πρόκειται για το Μουσείο Μεταλλευτικής Κληρονομιάς.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

Φώτο Γκάλερι

Image
Image