Οι προοπτικές που διανοίγονταν με την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας δημιουργούν ένα κλίμα ευφορίας, που σύντομα όμως θα το διαδεχτεί ένα κλίμα σύγχυσης, ενώ η εύθραυστη πορεία που θα ακολουθήσει το Κυπριακό και οι συνακόλουθες αμφιβολίες από τη διαρκή εκκρεμότητα του προβλήματος θα προσδώσουν μια ιδιότυπη ιστορικότητα στο έργο των περισσότερων λογοτεχνών. Την ίδια εποχή, άλλωστε, η κυπριακή κοινωνία θα αναπροσανατολιστεί σε μια καινούρια κλίμακα αξιών. Την ατμόσφαιρα αυτή, μέσα στην οποία κινήθηκαν οι λογοτέχνες της λεγόμενης «Πρώτης Γενιάς της Κυπριακής Δημοκρατίας ή Γενιάς της Ανεξαρτησίας» (Ανδρέας Παστελλάς, Θεοκλής Κουγιάλης, Κώστας Βασιλείου, Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Πίτσα Γαλάζη, Μιχάλης Πασιαρδής, Φοίβος Σταυρίδης κ.ά.) δίνει η μαρτυρία ενός εκπροσώπου της, του ποιητή Ανδρέα Χριστοφίδη, σε μια χρονική στιγμή (1968) που η γενιά αυτή έχει ήδη κάνει αισθητή την παρουσία της και το έργο της βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη: «Η μετάβαση από την ψυχολογική βεβαιότητα των χρόνων της επανάστασης […] στην ψυχολογική διάσπαση και σύγχυση των μετά το ’60 ετών επισφραγίζει - κι αυτό έχει σημασία για τη λογοτεχνία μας - την παρουσία, θετική και υπολογίσιμη, των λογοτεχνών μας κι επιβεβαιώνει τις εύθραυστες ελπίδες που είχαν δειλά διατυπωθεί μετά τον αγώνα για την εμφάνιση νέων δυνάμεων στη λογοτεχνική σκηνή του τόπου».
Η ποιητική άνοιξη της δεκαετίας του 1960 θα δώσει, τελικά, μια λογοτεχνία με γερή κράση και περιεχόμενο, όπου οι νεοτερικές κατακτήσεις των προηγούμενων δημιουργών μέσα και έξω από τον κυπριακό χώρο θα αφομοιωθούν γόνιμα και δημιουργικά, προκειμένου να διαμορφώσουν μια ποιητική γλώσσα κατάλληλη να εκφράσει καλειδοσκοπικά μια αντιφατική και ανήσυχη εποχή. Την ίδια περίοδο, θα κάνουν αισθητή την παρουσία τους και πεζογράφοι (Ήβη Μελεάγρου, Λίνα Σολομωνίδου κ.ά.), που θα δοκιμαστούν πιο συστηματικά και στο απαιτητικό είδος του μυθιστορήματος, θέλοντας να δώσουν, έτσι, νέους προσανατολισμούς στην κυπριακή πεζογραφία, όπου βέβαια είναι εμφανής κι εδώ η άμεση σχέση λογοτεχνίας και ιστορίας. Όπως είναι επόμενο, το δράμα της τουρκικής εισβολής του 1974 με τις τραγικές συνέπειές της σε όλα τα επίπεδα της ζωής του νησιού θα σφραγίσει το έργο και των δημιουργών της γενιάς αυτής. Αναπόφευκτα, ένας πικρός και οργισμένος, άλλοτε ειρωνικός και σαρκαστικός, τόνος θα κυριαρχήσει στο έργο τους, μετατρέποντας τη λογοτεχνία σε (πολιτική) πράξη διαμαρτυρίας και καταδίκης συμπεριφορών και νοοτροπιών, που ευθύνονται για την κυπριακή τραγωδία, αλλά και για τα ποικίλα αδιέξοδα του παρόντος. Το παράδειγμα των δημιουργών αυτών θα ακολουθήσουν και νεότεροι λογοτέχνες, οι οποίοι πλέον θα έχουν μια σημαντική παράδοση ως υπόβαθρο και κληρονομιά για τις δικές τους δοκιμές και κατακτήσεις, τόσο στο χώρο της ποίησης, όσο και της πεζογραφίας
Πηγή: