Περισσότερες από 50 διαφορετικές ποικιλίες πατάτας, οι οποίες εξάγονται σε 26 χώρες (ευρωπαϊκές και τρίτες χώρες), καλλιεργούνται στην Κύπρο, με την κάθε μία από αυτές να έχει τα δικά της χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν τη χρήση της.
Ιστορία
Οι πατάτες εισήχθησαν στην Ευρώπη το 15ο αιώνα μετά τα πρώτα ταξίδια του Κολόμβου στην Αμερική. Διαδόθηκαν τον επόμενο αιώνα και έφτασαν και στην Κύπρο μέσω των εμπόρων που τις διακινούσαν, όπως ήταν οι Βενετοί, οι Γενουάτες, οι Καταλανοί κά. Μέχρι το 19ο η πατάτα καθιερώνεται ως ένα είδος βασικής διατροφής.
» Βλέπε λήμμα: Γεωργία στην Κύπρο
Στην Κύπρο άρχισε να εισαγεται μαζικά και στη συνέχεια να καλλιεργείται αρχές του 20ου αιώνα. Η μαζική καλλιέργεια πατάτας στα Κοκκινοχώρια ξεκίνησε το 1915 αφού τα προηγούμενα χρόνια άρχισε να εισάγεται μαζικά πατατόσπορος. Μέχρι το 1960 η Κύπρος ήταν καθαρά εξαγωγική χώρα με κύρια αγορά την Αγγλία.
Ποικιλίες
Περισσότερο γνωστές είναι οι ποικιλίες Spunta και ποικιλία Annabelle που αποτελούν το 65% της συνολικής διακινούμενης ποσότητας πατατόσπορου για την φύτευση πατατοφυτειών της ανοιξιάτικης εσοδείας, ενώ οι ποικιλίες Nicola, Allians και Vivaldi αφορούν ποσοστό 11% περίπου της υπό αναφορά διακινούμενης ποσότητας. Άλλες ποικιλίες που καλλιεργούνται σε μικρότερες ποσότητες είναι οι Marfona, Charlotte, Liseta, Αρραν και Cara, ενώ οι υπόλοιπες καλλιεργούνται σε ακόμα μικρότερες ποσότητες. Σε ότι αφορά τις πατατοφυτείες χειμερινής εσοδείας καλλιεργείται κυρίως η ποικιλία Spunta. Επεσήμανε, ακόμα, πως η βελτίωση της ποιότητας των γεωργικών προϊόντων γενικά είναι μια διαρκής διεργασία που έχει σκοπό την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους στις αγορές.
Ποιότητα πατατών
Οι πατάτες διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες. Τις λευκόσαρκες και τις κιτρινόσαρκες.
Οι λευκόσαρκες αποκτούν αλευρώδη υφή μετά από το βράσιμο και η σάρκα τους σκορπίζει Οι κιτρινόσαρκες έχουν συμπαγή και τραγανή υφή μετά από οποιοδήποτε τρόπο μαγειρέματος και συνήθως έχουν καλύτερη γεύση. Επίσης διαθέτουν περισσότερη πρωτείνη.
Οι λευκόσαρκες πατατες προσφέρονται ιδιαίτερα για κατασκευή πουρέ και πατατάκια τσιπς. Οι κιτρινόσαρκες λόγω πιο συνεκτικής σάρκας, είναι ιδιαίτερα καλές ως ψητές αλλά και στις σαλάτες.
Ποσότητες
Η πατατοκαλλιέργεια στην Κύπρο ξεπερνά τα 50 χιλιάδες δεκάρια, ενώ η παραγωγή υπολογίζεται σε πέραν των 120 χιλιάδων τόνων ετησίως. Το σημαντικότερο ποσοστό της παραγωγής αυτής, διακινείται σε κράτη μέλη της Ε.Ε. και μικρότερες ποσότητες χρησιμοποιούνται για την κάλυψη της εγχώριας ζήτησης σε νωπό προϊόν, της ζήτησης της ντόπιας μεταποιητικής βιομηχανίας, καθώς και για εξαγωγή σε Τρίτες Χώρες. Συγκεκριμένα εξάγονται σε χώρες όπως η Ελλάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, η Ιρλανδία, η Ολλανδία, η Ισπανία, το Κουβέιτ, το Ντουμπάι, η Ελβετία και πολλές άλλες.
Η κατοχύρωση
Το γεγονός ότι η κυπριακή πατάτα έχει τόση απήχηση στο εξωτερικό είναι και ένας από τους λόγους που η κατοχύρωσή της ως Προϊόντος Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.), στον κατάλογο των Γεωγραφικών Ενδείξεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κρίνεται επιτακτική ανάγκη. Διότι, μόνο με την κατοχύρωση θα προστατευτεί το τόσο σημαντικό προϊόν μας από τα φαινόμενα «βαπτίσματος» και θα ενισχυθεί η αγοραστική αξία του, ιδιαίτερα στις αγορές του εξωτερικού.
Σε μια προσπάθεια να βοηθήσει τις αγροτικές οργανώσεις και τους παραγωγούς στην ετοιμασία του φακέλου κατοχύρωσης, το Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος έχει ζητήσει από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών να επισκεφτεί την Κύπρο κλιμάκιο, το οποίο εξειδικεύεται στην ετοιμασία των φακέλων για την πιστοποίηση τέτοιων προϊόντων, και σε συνεργασία με το Τμήμα Γεωργίας και τους άλλους εμπλεκόμενους να προχωρήσουν στην υποβολή του σχετικού φακέλου. Η ειδική συνάντηση για το θέμα αυτό πραγματοποιήθηκε τον περασμένο μήνα στην Κύπρο και σε αυτή συμμετείχαν τεχνοκράτες του Υπουργείου Γεωργίας, επιστήμονες του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και εκπρόσωποι των πατατοπαραγωγών και των αγροτικών οργανώσεων.
Πηγή: