Το ερειπωμένο σήμερα μοναστήρι του Αγίου Σάββα της Καρόνος βρίσκεται σ' απόσταση 30 περίπου χιλιομέτρων βορειοδυτικά της πόλης της Πάφου σε λόφο στην ανατολική όχθη του ποταμού Διαρίζου. Τα μοναστηριακά κτίρια έχουν τη μορφή κεφαλαίου Π και είναι μονώροφα. Η είσοδος βρίσκεται στη δυτική πτέρυγα. Στη βόρεια πλευρά δεν υπήρχαν κτίρια. Υπήρχε όμως μανδρότοιχος. Όλα τα μοναστηριακά κτίρια βρίσκονται σε ημιερειπωμένη κατάσταση σήμερα. Η εκκλησία του μοναστηριού βρίσκεται στο μέσο της αυλής, πλησιέστερα προς τη δυτική πτέρυγα. Είναι μονόκλιτη καμαροσκέπαστη κι έχει εσωτερικές διαστάσεις 12,30 Χ 4,47 μ. Η οξυκόρυφη καμάρα στηρίζεται σε δυο σφενδόνια. Στα ανατολικά καταλήγει σε αψίδα ημικυκλική εσωτερικά και πεντάπλευρη εξωτερικά. Η αψίδα έχει χορδή 3,69 μ. και βέλος 2,05 μ. Η εκκλησία έχει τρεις εισόδους, από μια στο μέσο του νότιου, του δυτικού και του βόρειου τοίχου. Η κυρία είσοδος είναι η δυτική που έχει πλάτος 1,17 μ. Η βόρεια είσοδος έχει πλάτος 0,87 μ. Τρία ημικυκλικά σκαλοπάτια μπροστά στην είσοδο αυτή οδηγούν στην αυλή και στη βόρεια πλευρά της εκκλησίας, που βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο. Το ίδιο πλάτος με την βόρεια είσοδο έχει και η νότια είσοδος. Το δάπεδο της εκκλησίας είναι καλυμμένο με καλά τετραγωνισμένες λίθινες πλάκες.
Ο βόρειος και ο νότιος τοίχος της εκκλησίας, που έχουν πάχος 0,94 μ., ενισχύονται με τέσσερις ισχυρές αντηρίδες ο καθένας, διαστάσεων 1,07 Χ 0,40 μ. Η σημερινή εκκλησία αντικατέστησε άλλη πιο παλαιά που ήταν τρίκλιτη όπως φαίνεται από τα σωζόμενα θεμέλια και είναι κτισμένη στο κεντρικό κλίτος. Πότε κτίστηκε η σημερινή εκκλησία δεν είναι απόλυτα βέβαιο. Στο λίθινο υπέρθυρο της δυτικής εισόδου υπάρχει μισοσβησμένη δυσανάγνωστη επιγραφή που αναφέρει ανοικοδόμηση της εκκλησίας το 1530 ενώ στο μικρό τυφλό τόξο πάνω από το υπέρθυρο της εισόδου αυτής, επιγραφή σε πλάκα αναφέρει ανοικοδόμηση του μοναστηριού από τον επίσκοπο Πάφου Ιωακείμ το 1742. Πιθανότατα ο επίσκοπος Πάφου Ιωακείμ επισκεύασε ριζικά την εκκλησία του 1530, γιατί στον δυτικό τοίχο σώζονται τοξόλιθοι θύρες γοτθικού χαρακτήρα με ωραία κεφαλαία γράμματα ελληνικής επιγραφής που όμως δεν μπορεί να αποκατασταθεί γιατί είναι πολύ αποσπασματική. Οι τοξόλιθοι όμως αυτοί πιθανό ν' ανήκουν στον παλαιότερο ναό του μοναστηριού που δεν έπαθε τίποτε από την πυρκαγιά της 7.12.1467. Η πυρκαγιά αυτή, όπως αναφέρει ο τότε ηγούμενος του μοναστηριού Γεράσιμος σ’ αίτησή του προς τον βασιλιά Ιάκωβο Β' με ημερομηνία 25.2.1468, προκλήθηκε από κεραυνό. Από την πυρκαγιά ἐκάη ὅλον τό μοναστήρι, ὁποῦ οὐδέν ἐγλύτωσε παρά ἡ ἐκκλησία καί μερικά σπήτια, ὥστε ἐκάησαν ἀνώγαια καί κατώγαια, σιτάρι, κριθάρι, τά ροῦχα μας, τά βιβλία μας καί ἕτερα ὁποῦ ἐγένετο μία μεγάλη ζημία καί ἐξολοθρευμός τέλειος. Ο ηγούμενος Γεράσιμος με την αίτησή του ζητούσε από τον βασιλιά Ιάκωβο να απαλλάξει τη γη του μοναστηριού από την έγγεια φορολογία που ανήρχετο σε εννέα μόδια σιτάρι και δεκαέξι μόδια κριθάρι και τέσσερα υπέρπυρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ονομασία του χωραφιού του μοναστηριού «Λακρίδα» σώθηκε μέχρι σήμερα σαν «Λακρία» και ανήκε στο μοναστήρι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950 οπότε πουλήθηκε, μαζί με όλη την κτηματική περιουσία και αυτά ακόμη τα μοναστηριακά κτίρια, σε κατοίκους του χωριού Τραχυπέδουλα από τη Μητρόπολη Πάφου. Ο βασιλιάς Ιάκωβος Β' αποδέχθηκε την αίτηση του ηγουμένου του μοναστηριού Γερασίμου και απάλλαξε το μοναστήρι από την έγγεια φορολογία με διάταγμά του που έχει την ίδια ημερομηνία, δηλ. 25 Φεβρουαρίου 1468.
Τα δυο αυτά έγγραφα δεν είναι η παλαιότερη μαρτυρία που έχουμε για το μοναστήρι του Αγίου Σάββα της Καρόνος. Το μοναστήρι του Αγίου Σάββα της Καρόνος αναφέρεται σ' έγγραφο του πάπα Κλήμεντος με ημερ. 1.2.1306. Ο πάπας στο έγγραφό του αυτό εξουσιοδοτούσε τον Λατίνο επίσκοπο Πάφου να μεταρρυθμίσει τα μοναστήρια της Παλιάς, της Λουκρούνου και του Αγίου Σάββα της Καρόνος. Η ίδρυση του μοναστηριού του Αγίου Σάββα πρέπει να τοποθετηθεί στη Μέση Βυζαντινή περίοδο. Η αρχαιότερη εικόνα που σώθηκε στην εκκλησία του μοναστηριού, μια Παναγία Οδηγήτρια που σήμερα βρίσκεται στο Βυζαντινό Μουσείο της Μητρόπολης της Πάφου, χρονολογείται γύρω στο 1200. Στην ίδια περίπου εποχή μπορεί να χρονολογηθεί και μια αρκετά κατεστραμμένη εικόνα του αγίου Σάββα.
Ποιες ήσαν οι μεταρρυθμίσεις που έκαμε στο μοναστήρι του Αγίου Σάββα ο Λατίνος επίσκοπος Πάφου το 1306 δεν γνωρίζουμε. Το μοναστήρι εξακολουθούσε να είναι Ορθόδοξο. Το 1467 είχε διώροφα μοναστηριακά κτίρια («ανώγαια και κατώγαια») σύμφωνα με τον ηγούμενο Γεράσιμο. Ποια ήταν η αρχιτεκτονική μορφή της εκκλησίας του μοναστηριού το 1467 δεν γνωρίζουμε. Το 1530 η εκκλησία ξανακτίσθηκε σύμφωνα με την επιγραφή του υπερθύρου της δυτικής εισόδου της. Το 1521 σ' επιγραφή σε εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας αναφέρεται σαν κτίτορας του μοναστηριού κάποιος Κωνσταντίνος Κατζουρίας. Ο 16ος αιώνας φαίνεται ότι ήταν περίοδος σχετικής ακμής για το μοναστήρι του Αγίου Σάββα. Τέσσερα τουλάχιστον χειρόγραφα που ανήκαν στο μοναστήρι τον 16ο αιώνα βρίσκονται σήμερα στην Εθνική Βιβλιοθήκη στο Παρίσι. Απ' αυτά γνωρίζουμε τα ονόματα τριών ηγουμένων: του Αρσενίου, του Ιγνατίου και του Ιωακείμ. Ο τελευταίος ήταν ηγούμενος το 1552. Τον 16ο αιώνα το μοναστήρι αναφέρεται σ' έκθεση για την Κύπρο, που γράφτηκε γύρω στο 1530, ανάμεσα στα χωριά της Πάφου.
Κατά την Τουρκοκρατία το μοναστήρι παρήκμασε και βαθμιαία εγκαταλείφθηκε και ερειπώθηκε. Έτσι το 1742 ο μητροπολίτης Πάφου Ιωακείμ το ανακαίνισε εκ βάθρων, όπως αναφέρει επιγραφή εντοιχισμένη στο τυφλό τόξο πάνω από τη δυτική είσοδο. Ο ίδιος μητροπολίτης φρόντισε για τη μεταφορά του νερού στο μοναστήρι και την κατασκευή δεξαμενής το 1748. Παρόλο που ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός αναφέρει το μοναστήρι ανάμεσα στα μοναστήρια της Μητρόπολης της Πάφου, αυτό δεν φαίνεται να λειτουργούσε σαν μοναστήρι με μοναχούς. Την περιουσία του μοναστηριού διαχειρίζετο πρωτοσύγκελλος ή οικονόμος που έμενε στο μοναστήρι. Όπως φαίνεται από τον κτηματολογικό κώδικα της Μητρόπολης Πάφου, το μοναστήρι του Αγίου Σάββα είχε μετόχι στην Τραχυπέδουλα, που αργότερα ανταλλάχθηκε με χωράφι κοντά στο μοναστήρι. Από τα μέσα του 19ου αιώνα τα κτήματα του μοναστηριού ενοικιάζονταν σε χωρικούς. Το μοναστήρι επιδιορθώθηκε ριζικά στις αρχές της δεκαετίας του 1920 από τον τότε μητροπολίτη Πάφου Ιάκωβο και πήρε τη μορφή που έχει σήμερα. Στο μοναστήρι έμεναν τότε 7 οικογένειες που καλλιεργούσαν τα κτήματα του μοναστηριού. Αργότερα ο μητροπολίτης Πάφου Φώτιος πούλησε τα κτήματα και τα μοναστηριακά οικήματα σε κατοίκους της Τραχυπέδουλας.
Στην εκκλησία δεν υπάρχουν τοιχογραφίες. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια υπήρχαν ενδιαφέρουσες εικόνες που μεταφέρθηκαν στη Μητρόπολη Πάφου κι αφού καθαρίστηκαν και συντηρήθηκαν εκτίθενται σήμερα στο Βυζαντινό Μουσείο Πάφου. Οι πιο σημαντικές είναι: Παναγία η Ελεούσα γύρω στο 1200, άγιος Σάββας της ίδιας περίπου εποχής, Παναγία Οδηγήτρια του 1521 έργο του ζωγράφου Τίτου, Χριστός, Πρόδρομος, άγιος Σάββας 17ου - 18ου αιώνα, Ιωάννης ο Θεολόγος 18ου αιώνα. Στο 18ο αιώνα ανήκουν και οι εικόνες του Δωδεκαόρτου και της Μεγάλης Δεήσεως κ.α.