Μεσαιωνική κυπριακή οικογένεια, μέλη της οποίας διετέλεσαν αξιωματούχοι κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Την ονομασία Καρμαίν υιοθετούν τόσο ο R. Μ. Dawkins στην επιμέλεια, στα σχόλιά του και στην αγγλική απόδοση του Χρονικού του Λεοντίου Μαχαιρά (έκδ. Οξφόρδης, 1932), όσο κι ο George Hill (A History of Cyprus, vol. II, Καίμπριτζ, 1972). Ο Λεόντιος Μαχαιράς, που αναφέρει στο έργο του δυο μέλη της οικογένειας αυτής, τα αναφέρει ως «Γενουάτες» και με τις ονομασίες Καρμές, Καρμαή(ν) και Καρμαγήν. Ο Στραμβάλδι πάλι, γράφει Carme. Τον Σεπτέμβριο του 1924 ανεκαλύφθη στην εκκλησία της Παναγίας του Ποταμού, στο χωριό Καζάφανι, ταφόπετρα του 1448, με το όνομα της Ιωαννέτας (Joanete), ανεψιάς του [ιερωμένου] Μάρτιν Καρμούν (Martin Carmoun).
Θεωρείται ότι το όνομα Καρμούν είναι συριακό. Εάν λοιπόν ο ιερωμένος Καρμούν ήταν μέλος της οικογένειας Καρμαίν που αναφέρουν τα χρονικά, τότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι η οικογένεια ήταν συριακής καταγωγής. Τα μέλη της που ζούσαν στην Κύπρο ήσαν, πιθανότατα, μεταξύ των ξένων που βρίσκονταν υπό την προστασία των Γενουατών στο νησί και που ονομάζονταν «Λευκοί Γενουάτες». Τούτο δικαιολογεί και τον χαρακτηρισμό δυο μελών της οικογένειας από τον Μαχαιρά ως «Γενουατών».
Με το επίθετο ντε Καρμαντίνο αναφέρονται και δυο άτομα που είχαν υπογράψει ως μάρτυρες σε συμφωνία μεταξύ του βασιλιά της Κύπρου Ούγου Δ' και των Γενουατών, το 1329. Τα δυο αυτά άτομα ήσαν ο Σιμόν κι ο Φίλιππος ντε Καρμαντίνο. Δεν είναι όμως αποδεδειγμένο εάν οι δυο «Καρμαντίνο» ήσαν μέλη της οικογένειας Καρμαίν (όπου το «Καρμαντίνο» θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ιταλική απόδοση του οικογενειακού τους επιθέτου).
Τα δυο αναφερόμενα από τον Λεόντιο Μαχαιρά μέλη της οικογένειας είναι:
Καρμαίν Ιωάννης: Αξιωματούχος στην υπηρεσία του βασιλιά της Κύπρου Πέτρου Α' (1359 -1369). Μαζί με άλλους δυο καβαλλάρηδες (=ιππότες), εστάλη από τον βασιλιά Πέτρο το 1359 στη Ρώμη, για ν' ανακοινώσει στον πάπα το θάνατο του βασιλιά Ούγου Δ' (1324 -1359) και τη διαδοχή του στον θρόνο από τον γιο του Πέτρο Α'. Μαζί με τον Γενουβίσον Ιωάννη Καρμαίν εστάλησαν στη Ρώμη και οι ιππότες Ραϋμόνδος Μπαπίν και Πέτρος ντε Νόρες. Η αποστολή τους ήταν λεπτή γιατί υπήρχαν προβλήματα ως προς τη νόμιμη διεκδίκηση του θρόνου μετά τον θάνατο του Ούγου Δ', γι' αυτό κι ο Πέτρος Α' τους έστειλε στη Ρώμη για να πείσουν τον πάπα νά μέν πέψη τούς ληγάτους νά γενοῦν σκάνταλα. (Για το θέμα της διαδοχής στο θρόνο του Ούγου Δ', βλέπε λήμμα Πέτρος Α').
Αργότερα ο Ιωάννης Καρμαίν μετείχε στην εκστρατεία του βασιλιά Πέτρου Α' στη Μικρά Ασία, υπηρέτησε μάλιστα και ως διοικητής της Αττάλειας, που κατελήφθη από τους Κυπρίους, διορισμένος στο αξίωμα αυτό από τον βασιλιά. Ως διοικητής της Αττάλειας, ο Ιωάννης Καρμαίν κατόρθωσε ν' αποκρούσει επιθέσεις του Τακκά, εμίρη της Αττάλειας, για ανακατάληψη της πόλης που είχε απολέσει.
Ενώ υπηρετούσε ως διοικητής της Αττάλειας, στα 1363, ο Ιωάννης Καρμαίν ασθένησε (την ίδια χρονιά υπήρχε μεγάλη επιδημία στην Κύπρο καί ἐπόθανεν πολλύς λαός). Ζήτησε τότε την άδεια να πάει στη Ρόδο για θεραπεία, επειδή βρισκόταν πλησιέστερα προς την Αττάλεια, και ν' αντικατασταθεί από τον γιο του Ροδόλφο. Έτσι κι έγινε. Στη Ρόδο όπου πήγε, ο Ιωάννης Καρμαίν πέθανε στις αρχές του 1363.
Καρμαίν Ροδόλφος: Γιος του Ιωάννη Καρμαίν. Το 1363 ανέλαβε τη διοίκηση της Αττάλειας, αντικαθιστώντας στο αξίωμα αυτό τον πατέρα του που αρρώστησε και πέθανε στη Ρόδο. Ως διοικητής της Αττάλειας υπηρέτησε από τον Φεβρουάριο του 1363, αντικαθιστώντας τον Μπαπίν ντε Μπριέ. Ο τελευταίος είχε προσωρινά αναλάβει τη διοίκηση της πόλης όταν ο Ιωάννης Καρμαίν πήγε στη Ρόδο για θεραπεία, και μέχρι να φθάσει στην Αττάλεια από την Κύπρο ο γιος του Ροδόλφος.
Το 1367 ο Ροδόλφος Καρμαίν υπηρέτησε ως αξιωματούχος στο στόλο του βασιλιά Πέτρου Α' που διενήργησε πολεμικές επιχειρήσεις στις ακτές του Λιβάνου.
Αργότερα, το 1373, ο Ροδόλφος Καρμαίν απαντάται στην υπηρεσία του βασιλιά της Κύπρου Πέτρου Β' (1369 -1382), γιου και διαδόχου του βασιλιά Πέτρου Α'. Μεταξύ άλλων, ήταν ένας από εκείνους που διεξήγαγαν διαπραγματεύσεις, εκ μέρους του βασιλιά της Κύπρου, με τους Γενουάτες που είχαν εισβάλει στο νησί.
Καρμαίν Λαφράνκ: Ένας τρίτος Καρμαίν, ο Λαφράνκ, αναφέρεται όχι από τον Μαχαιρά αλλά από άλλους χρονογράφους, ως «Γενουάτης» ευγενής στην υπηρεσία του βασιλιά της Κύπρου Ερρίκου Β' (1285 - 1324). Ήταν ένας από τους ελάχιστους που δοκίμασαν ν' αντισταθούν στο πραξικόπημα κατά του βασιλιά Ερρίκου, που είχε ως αποτέλεσμα την ανάληψη της εξουσίας από τον αδελφό του Αμωρύ ντε Λουζινιάν.
Είναι πολύ πιθανόν ότι ο Λαφράνκ Καρμαίν ανήκε στην ίδια οικογένεια με τους υπόλοιπους Καρμαίν.