Μοναστηριακό τάγμα της Λατινικής Εκκλησίας. Ιδρύθηκε στην κοιλάδα Σαρτρέζ, κοντά στη Γρενόβλη, το 1084 από τον άγιο Βρούτο της Κολωνίας, και οργανώθηκε από τον Ουίγο, πέμπτο ηγούμενό του, που συνέταξε και τους κανόνες τους οποίους επικύρωσε αργότερα ο πάπας Ιννοκέντιος Α'. Τον κανονισμό της διοίκησης των μοναστηριών των Καρθουσιανών επικύρωσε το 1232 ο πάπας Γρηγόριος Θ'. Οι Καρθουσιανοί είχαν ανδρικά και γυναικεία μοναστήρια σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Αναφέρεται ότι το 1521 υπήρχαν 195 καρθουσιανά μοναστήρια σε διάφορες χώρες. Σήμερα υπάρχουν ελάχιστα μέλη του τάγματος αυτού (ήσαν 600 περίπου το 1970).
Βλέπε λήμμα: Λατινική Εκκλησία της Κύπρου
Κατά τον Στέφανο Λουζινιανό (Lusignan, Choro, 1573, f32b), οι Καρθουσιανοί αντιπροσωπεύονταν και στην Κύπρο κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας. Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει ότι οι Καρθουσιανοί ήλθαν στην Κύπρο από την Ιερουσαλήμ, συνοδεύοντας τους πρώτους Λουζινιανούς βασιλιάδες του νησιού, όπως και εκπρόσωποι αρκετών άλλων ταγμάτων της Λατινικής Εκκλησίας (Βενεδικτίνοι, Καρμηλίτες, Κιστερκιανοί, Δομινικανοί, Φραγκισκανοί, Οψερβάντιοι κ.α.). Τα μέλη των ταγμάτων αυτών στην Κύπρο αυξήθηκαν σημαντικά με την άφιξη στο νησί και άλλων μελών τους από τους Αγίους Τόπους, ιδίως μετά την πτώση της Πτολεμαΐδος το 1291.
Πιθανότατα το τάγμα των Καρθουσιανών της Κύπρου έδρευε στη Λευκωσία, όμως συγκεκριμένα στοιχεία ελλείπουν. Τόσο ο Ανλάρ όσο κι ο Τζέφρυ γράφουν ότι ίσως η νυν αρμενική εκκλησία της Λευκωσίας ν' ανήκε πιο πριν σε γυναικείο μοναστήρι των Καρθουσιανών.
Οι Καρθουσιανοί ζούσαν στα μοναστήρια τους σε αυστηρή πειθαρχία και νηστεία, δεν έτρωγαν ποτέ κρέας και όλοι μαζί έτρωγαν μόνο τις Κυριακές και τις ημέρες των μεγάλων γιορτών. Έξω από τα μοναστήρια τους έβγαιναν για ομαδικό περίπατο μόνο μια φορά την εβδομάδα. Ήσαν ντυμένοι στα λευκά. Στο τάγμα τους ήσαν ενταγμένοι και λαϊκοί, που είχαν πιο χαλαρούς κανονισμούς από τους κληρικούς.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια