Η μεγάλυτερη μονάδα βαριάς Βιομηχανίας που λειτουργεί στην Κύπρο. Η Τσιμεντοποιία Βασιλικού ιδρύθηκε την 21η Δεκεμβρίου 1963 ημέρα Σάββατο στις 10.30 το πρωί.
Σύμφωνα με το επίσημο πρακτικό που τηρήθηκε, πρόσκληση στους λεγόμενους "προωθητές" της πρωτοβουλίας αυτής απηύθυνε ο Πασχάλης Πασχαλίδης και σε αυτή έλαβαν μέρος οι ακόλουθοι επιχειρηματίες:
Η ίδρυση της εταιρίας αποφασίστηκε διότι "μετά από ενδελεχή έρευνα κρίθηκε ότι υπάρχει αυξημένη ζήτηση τσιμέντου για οικοδομικές και άλλες εργασίες". Πρόεδρος της εταιρίας εξελέγη ο Πασχάλης Πασχαλίδης.
Η μονάδα ακολούθησε πολλές φάσεις επέκτασης και κατέστη πλήρως λειτουργική το 1967. Αναγνωρίζοντας τα πλεονεκτήματα της εγγύτητας με τη θάλασσα, η Εταιρεία κατασκεύασε το λιμάνι του Βασιλικού, το οποίο από το 1984 λειτουργεί αδιαλείπτως, παρέχοντας με τον τρόπο αυτόν στην εταιρεία τη δυνατότητα καλύτερης εξυπηρέτησης της διεθνούς πελατείας, διευκολύνοντας παράλληλα την εισαγωγή Α’ Υλών. Οι μετοχές της Εταιρείας είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου από το 1996.
Το 2011, ακολουθώντας νέα Ευρωπαϊκά Πρότυπα, η Εταιρεία ολοκλήρωσε την κατασκευή μιας νέας και απόλυτα σύγχρονης, τεχνολογικά, παραγωγικής μονάδας κλίνκερ. Η ανακαινισμένη μονάδα παραγωγής συνεισέφερε σημαντικά στη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων, μειώνοντας το κόστος παραγωγής και αυξάνοντας το παραγωγικό δυναμικό της Εταιρείας σε 2 εκ τόνους ετησίως.
Η Εταιρεία δραστηριοποιείται στους τομείς παραγωγής κλίνκερ και τσιμέντου, ενώ παράλληλα διαχειρίζεται τέσσερα λατομεία των οποίων οι εργασίες αφορούν την εξόρυξη πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την παραγωγή τσιμέντου. Τα λατομεία της είναι:
ΕΜΕ
Η τσιμεντοποιία Βασιλικού υπήρξε μέλος του συγκροτήματος εταιρειών της ΕΜΕ (Ελληνικής Μεταλλευτικής Εταιρείας) το οποίο ήταν το μεγαλύτερο βιομηχανικό συγκρότημα της Κύπρου με μια ιθύνουσα, δέκα εξηρτημένες και τρεις συνδεδεμένες εταιρείες. Ιθύνουσα εταιρεία του συγκροτήματος είναι η Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία (ΕΜΕ). Από τις εξηρτημένες εταιρείες σημαντικότερες είναι η Τσιμεντοποιία Βασιλικού, η Εταιρεία ΚΕΟ και η Κυπριακή Εταιρεία Κονσερβοποιίας. Συνδεδεμένες εταιρείες είναι οι Ελληνικές Χημικές Βιομηχανίες, η Ελληνική Τράπεζα και η Hitachi - Hellenic. Το συγκρότημα, το οποίο ανήκει στην ελληνική κοινότητα της Κύπρου, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην κυπριακή οικονομία. Η ΕΜΕ πριν την Ανεξαρτησία της Κύπρου ήταν ιδιοκτησία των εταιριών Μποδοσάκη. Στη συνέχεια τη διαχείριση όλων των εταιριών της ανέλαβε η Αρχιεπισκοπή Κύπρου.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα επικεφαλής της ΕΜΕ υπήρξε ο Πασχάλης Πασχαλίδης. Ο Πασχαλίδης ξεκίνησε την περίοδο 1952-54 ως εργαζόμενος στην Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρία (ΕΜΕ). Όταν η ΕΜΕ κληροδοτήθηκε στην Κυπριακή Εκκλησία το 1954 προσελήφθη ως Γραμματέας της Εθναρχίας. Ήταν στενός συνεργάτης του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ.
Ο Πασχάλης Πασχαλίδης το Φεβρουάριο του 1997, και εν μέσω συζητήσεων για πώληση ποσοστού της Τσιμεντοποιίας Βασιλικού στην Κυπριακή Εταιρεία Τσιμέντων του Στ. Γαλαταριώτη, υπέβαλε την παραίτησή του και απεχώρησε από την εταιρεία μετά από 35 χρόνια. Οι δύο εταιρίες συγχωνεύτηκαν 11 χρόνια αργότερα. Μετά την ενοποίηση των δύο τσιμεντοποιείων τον έλεγχο του έχουν τρεις βασικοί μέτοχοι: Η Αρχιεπισκοπή, ο όμιλος Γαλαταριώτης και η γερμανική εταιρια Heidelberg Cement με ποσοστά πέριξ του 25%. Το υπόλοιπο 25% ανήκει σε άλλους ιδιώτες. Η εταιρία είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου. Η συμφωνία των δύο τσιμεντοβιομηχανιών προβλέπει ότι τα τσιμεντοποιεία Βασιλικού αναλαμβάνουν τη διαχείριση των εργασιών παραγωγής τσιμέντου της Μονής, ενώ παράλληλα αποκτούν και ένα αριθμό θυγατρικών της που δραστηριοποιούνται στον τομέα της οικοδομικής βιομηχανίας.
Η πρώτη ανέλαβε να εκδώσει και να παραχωρήσει προς τη Μονή 18,2 εκατ. νέες μετοχές της, οι οποίες μετά την έκδοσή τους θα αντιπροσωπεύουν το 25,3% του μετοχικού κεφαλαίου της τσιμεντοποιείας Βασιλικού και θα την καθιστούν το μεγαλύτερό της μέτοχο.
Από τις 12 Μαρτίου 2007 όταν έκλεισε η συμφωνία , η μετοχή της Κυπριακής Εταιρείας Τσιμέντων σημείωσε κέρδη 89%, παρά τις επιφυλάξεις που εξέφρασε στο ενδιάμεσο η ΕΠΑ για τη συμβατότητα της προταθείσας συγχώνευσης με τον ανταγωνισμό.
Το Τσιμεντοποιείο Βασιλικού απασχολεί σήμερα 250 Κύπριους επιστήμονες και εργατικό προσωπικό και άλλους 350 συνεργάτες». Η γραμμή παραγωγής του Τσιμεντοποιείου Βασιλικού είναι η μεγαλύτερη ανάμεσα σε 310 εργοστάσια παραγωγής τσιμέντου που υπάρχουν σ’ όλη την Ευρώπη. Η εξαγωγή τσιμέντου είναι το τρίτο εξαγωγικό προϊόν της Κύπρου, μετά τα φαρμακευτικά προϊόντα και το χαλούμι. Η Τσιμεντοποιία ελέγχει επίσης την εταιρία διαχείρισης αποβλήτων Energo η οποία διαχειρίζεται τεράστιες ποσότητες αποβλήτων τις οποίες επεξεργάζεται και χρησιμοποιεί για την παραγωγή σημαντικού ποσοστού ηλεκτρικής ενέργειας που έχει ανάγκη το Τσιμεντοποιείο για τη λειτουργία του.
Από τον Φεβρουάριο του έτους 2008 Εκτελεστικός Πρόεδρος της Τσιμεντοποιία Βασιλικού Δημόσια Εταιρεία Λίμιτεδ είναι ο Αντώνης Αντωνίου. Από τον Αύγουστο του 2017 μέχρι και σήμερα εκτελεί επιπρόσθετα τα καθήκοντα του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή της Εταιρείας.
Energo
Τον Οκτώβριο του 2020 τέθηκε σε πλήρη λειτουργία η εταιρεία Energo. Η εταιρεία είναι συνδεδεμένη με τα Τσιμεντοποιία Βασιλικού και ο κυριότερος ρόλος της είναι η συλλογή και μεταφορά αποβλήτων, η διαχείριση και επεξεργασία εναλλακτικών καυσίμων αλλά και η εμπορία αποβλήτων. Το 50% ανήκει στα Τσιμεντοποιία Βασιλικού και το υπόλοιπο 50% στην Hellenic Tzilalis ενώ οι εγκαταστάσεις της καλύπτουν 80.000 τ.μ.
Η χρήση εναλλακτικών καυσίμων σε τσιμεντοποιία επιτυγχάνει τη μείωση χρήσης των ορυκτών καυσίμων και μειώνονται έτσι οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Έτσι γίνεται κατορθωτή η ανάπτυξη μιας πιο πράσινης βιομηχανίας με ταυτόχρονη μείωση του κόστους ενέργειας καθώς οι εκπομπές ρύπων είναι μειωμένες. Γίνεται επίσης επίτευξη των εθνικών στόχων μέσω χρήσης ΑΠΕ για την ορθολογική διαχείριση των αποβλήτων».
Οι επενδύσεις στην Energo για τη δημιουργία υποδομών έφθασαν τα 8 εκατ. ευρώ. Αγοράστηκαν κινητοί τεμαχιστές, φορτωτήρες, γη αλλά δημιουργήθηκε και γραμμή παραγωγής. Ενδεικτικό της ανοδικής πορείας της εταιρείας είναι πως το 2014 η Energo στελεχωνόταν από 2 άτομα και σήμερα εργοδοτεί 27. Δημιουργούνται δηλαδή συνεχώς θέσεις εργασίας. Παράλληλα, ο σχεδιασμός είναι σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Συνθήκης της Βασιλείας, οι δυνατότητες αποθήκευσης περιλαμβάνουν 17.000 τόνους ελαστικά, 12.000 τόνους γυαλί και 900 τόνους άλλων αποβλήτων. Τα πιο πάνω δεδομένα αφορούν εγχώρια απόβλητα. Παράλληλα, η εταιρεία έχει τη δυνατότητα διαχείρισης 18 τόνων απόβλητα την ώρα και 1.800 τόνων αποθήκευσης. Ακόμα, εισάγονται μεγάλες ποσότητες επεξεργασμένων αποβλήτων από το εξωτερικό.
«Αυτό είναι το επιχειρηματικό μοντέλο όλων των σύγχρονων τσιμεντοποιιών της Ευρώπης και των ανεπτυγμένων χωρών, με επίτευξη και των στόχων της πράσινη συμφωνίας», υπέδειξε ο γενικός διευθυντής της Energo Γιώργος Αμερικάνος.
Η εταιρεία ξεκίνησε το 2019 με την επεξεργασία εγχώριων αποβλήτων συνολικού όγκου 32.000 τόνων, συνέχισε το 2020 με 33.000 τόνους, το 2021 με 39.000 τόνους ενώ με βάση εκτιμήσεις της διεύθυνσης για το 2022 ο αριθμός αυτός αναμενόταν να κλείσει στους 50.000 τόνους. Όπως αναφέρει ο κ. Αμερικάνος σε συνέντευξη στην εφημερίδα Πολίτης, «παραλαμβάνουμε περίπου 50 φορτηγά αποβλήτων καθημερινά. Αποτέλεσμα τούτου είναι η μείωση των εκπομπών αερίων οι οποίες ισοδυναμούν με εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα 9.000 αυτοκινήτων ετησίως. Οι 42.000 τόνοι αφορούν κυπριακά απόβλητα ενώ οι 120.000 εισαγόμενα απόβλητα. Υπάρχουν εννέα προμηθευτές από Ιταλία, ένας από την Ελλάδα και οκτώ προμηθευτές από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι εναλλακτικές πρώτες ύλες που έχουμε περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων το γυαλί, υλικά από γεωτρήσεις στην ΑΟΖ μας, ενώ οι μεγαλύτερες παραλαβές είναι από τις μονάδες διαχείρισης αποβλήτων.
Λαμβάνονται περίπου 16 εκατομμύρια μπουκάλια τον χρόνο τα οποία χρησιμοποιούνται μετά από ειδικές επεξεργασίες για την παραγωγή καυσίμου. Λόγω της Energo τα Τσιμεντοποιία Βασιλικού συγκαταλέγονται ανάμεσα στο 10% της καλύτερης ενεργειακής απόδοσης με βάση διεθνείς διαγωνισμούς. Καταβάλλεται μεγάλη προσπάθεια για μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων για παράγονται τσιμέντα φιλικά προς το περιβάλλον. Με βάση διεθνή πρότυπα τέλος γίνεται αποκατάσταση των περιοχών στο λατομείο της Καλαβασού.
Ιστορική Αναδρομη:
Πηγές: