Αυτοδίδακτος γλύπτης. Γεννήθηκε το 1917 στο χωριό Μαζωτός της επαρχίας Λάρνακας. Καταγόταν από φτωχή οικογένεια —ο πατέρας του ήταν βοσκός— και μεγάλωσε στη φτώχεια, βόσκοντας κάποτε κι ο ίδιος πρόβατα. Τέλειωσε εφτατάξιο δημοτικό σχολείο και δεν έκαμε ανώτερες σπουδές. Ακολούθησε το επάγγελμα του γεωργού στο χωριό του, ενώ κατά διαστήματα άσκησε και άλλα συναφή επαγγέλματα.
Με τη γλυπτική άρχισε ν' ασχολείται μετά τα 52 του χρόνια. Όπως αφηγείται ο ίδιος, σε μια επίσκεψή του στο Μουσείο της Λάρνακας, το 1969, είδε αρχαία αγάλματα και δήλωσε πως μπορούσε κι εκείνος να φτιάξει παρόμοια. Όταν αμφισβητήθηκε η δήλωσή του αυτή, βάλθηκε να την αποδείξει.
Στα πρώτα του βήματα δημιούργησε γλυπτά από πέτρα και αργότερα από ξύλο. Ασχολήθηκε, επίσης, με τη σύνθεση ψηφιδωτών παραστάσεων και πειραματίστηκε με τη ζωγραφική και τη σύνθεση σε επιφάνειες από γυαλί. Εμπνεόταν από τη λαϊκή παράδοση, την καθημερινή ζωή, το ζωικό βασίλειο, την ιστορία και τους εθνικούς αγώνες, την αρχαία ελληνική μυθολογία και την ορθόδοξη χριστιανική εικονογραφία.
Μέσα από τα εκθέματα, ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει ξυλόγλυπτα και πέτρινα αγάλματα, ψηφιδωτές παραστάσεις και πίνακες ζωγραφικής, αλλά και να γνωρίσει καλύτερα το Μαζωτό, αφού τα έργα κρύβουν πίσω τους ιστορίες και πολιτιστικά δρώμενα της περιοχής, όπως την Παναγία της Πετούντας ή τον Χατζημήτρο.
Σκάλιζε κυρίως σε μαλακή άσπρη πέτρα και σε ξύλο. Τα έργα του είναι εμπνευσμένα από τη λαϊκή και θρησκευτική παράδοση αλλά και από την απλή καθημερινή ζωή. Είναι εκφράσεις ενός συσσωρευμένου λαϊκού πλούτου αιώνων και συνδυάζουν στοιχεία της αρχαϊκής κυπριακής γλυπτικής με άλλα νέγρικων ή τοτεμικών κατασκευών. Τα έργα του Κώστα Αργυρού αποτελούν συνέχεια των παλαιών λαϊκών μαστόρων της Κύπρου, που εκφράζονταν είτε με τη δημιουργία κέρινων θρησκευτικών αναθημάτων - ταμάτων σε αγίους, είτε με ξυλόγλυπτες κατασκευές σε εικονοστάσια εκκλησιών, είτε ακόμη με ξύλινες ή πέτρινες διακοσμητικές φιγούρες σε ξωπόρτια ή περιβάζια παραθύρων στα κυπριακά χωριάτικα σπίτια. Ο γλύπτης μέσα από τα έργα του αναδεικνύει τον αγροτικό κόσμο της Κύπρου στην καθημερινή του ζωή, την θρησκευτική και εθνική παράδοση του τόπου και τη φύση. Μεταξύ άλλων θεμάτων, μέσα από την τέχνη του, «δημιούργησε» υπαρκτούς και θρυλικούς ήρωες, αγίους και αγγέλους, διάφορα είδη πουλιών, ζώων και ψαριών, σκηνές από την καθημερινότητα της εποχής.
Βλέπε βίντεο: Ψηφιακός Ηρόδοτος- Αρχείο ΡΙΚ
Ο Κώστας Αργυρού έχει εκθέσει σε τέσσερις ατομικές εκθέσεις στην Κύπρο: Λάρνακα, 1976, Λευκωσία, 1976-1980-1984. Το 1978 πήρε μέρος, μαζί με άλλους Κυπρίους λαϊκούς δημιουργούς, σε έκθεση στο Μόναχο, το 1979 στην Αθήνα και το 1981 σε διεθνή έκθεση στη Βουδαπέστη, όπου και πήρε τιμητική διάκριση.
Μουσείο Κώστα Αργυρού
Ο Αργυρού, έφυγε από τη ζωή το 2001 σε ηλικία 84 ετών, αφήνοντας πίσω του μια εντυπωσιακή συλλογή έργων τέχνης, την οποία βλέπει κανείς από το μουσείο, το οποίο ανέγειρε ο ίδιος ο καλλιτέχνης με δικές του δαπάνες. Μάλιστα, το ίδιο το κτίριο θεωρείται αναπόσπαστο κομμάτι της κληρονομιάς του. Παρενέβη στον σχεδιασμό του, αφήνοντας έτσι την προσωπική του σφραγίδα και στο κτήριο. Στην ανατολική πλευρά του κεντρικού κτηρίου του Μουσείου βρίσκεται η Πινακοθήκη με τις θρησκευτικές ψηφιδωτές παραστάσεις και τα κενοτάφια του ιδίου και της συζύγου του. Εξωτερικά η αίθουσα θυμίζει εκκλησία, επειδή αρχικά προοριζόταν για αυτήν τη χρήση.
Σε ξεχωριστή αίθουσα βρίσκονται τα κενοτάφια του καλλιτέχνη και της συζύγου του.
Τα εγκαίνια του Μουσείου Κώστα Αργυρού πραγματοποιήθηκαν το 1997 από τον τότε Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Γλαύκο Κληρίδη.
Κατόπιν συμφωνίας του με την Κυβέρνηση (το 1999), το Μουσείο περιήλθε στην κατοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία στη συνέχεια συνέστησε (διά του Υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας) το Ίδρυμα Μουσείου Κώστα Αργυρού ως τον φορέα διαφύλαξης και προβολής του έργου του Αργυρού και λειτουργίας του Μουσείου.
Μετά από αρκετά χρόνια μελέτης και εργασίας, το Μουσείο ανακαινίστηκε και άνοιξε στο κοινό στις 11 Νοεμβρίου 2023, προσφέροντας όλες τις λειτουργίες ενός σύγχρονου μουσείου, όπου ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να γνωρίσει το έργο του Αργυρού. Όραμα του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος Μουσείου Κώστα Αργυρού είναι το Μουσείο να καταστεί ζωντανό κύτταρο τόσο της τοπικής όσο και της ευρύτερης κοινωνίας και περιφερειακός κόμβος πολιτισμού, στη βάση ενός στρατηγικού σχεδιασμού που, ανάμεσα σε άλλα, περιλαμβάνει συμπληρωματικές και περιοδικές εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα και εκδηλώσεις.
Η έκθεση- Τα έργα
Η έκθεση αποτελείται από την πλειονότητα των πέτρινων και ξύλινων γλυπτών του Κώστα Αργυρού, καθώς επίσης και των ψηφιδωτών παραστάσεων και των πινάκων του.
Η Γέννηση του Χριστού, 1986-1987- Γλυπτικό σύνολο: Κεντρικά πρόσωπα της σκηνής της Γέννησης του Χριστού είναι η Παναγία που κρατά στα γόνατά της τον Χριστό και τον φασκιώνει, με έναν πρωτότυπο εικονογραφικά τρόπο, και ένας βοσκός, γονατισμένος, με την ξύλινη μαγκούρα του. Τη σκηνή συμπληρώνουν δύο ζώα, ένα βόδι και ένα πρόβατο, που είναι δεμένα πάνω στη φάτνη με μεταλλική αλυσίδα. Ο χώρος που έχουν τοποθετηθεί τα γλυπτά σχεδιάστηκε και διαμορφώθηκε από τον ίδιο τον Αργυρού, έτσι ώστε να θυμίζει το σπήλαιο που γεννήθηκε ο Χριστός. Στην οροφή έχει εντοιχιστεί γλυπτό που παριστάνει το αστέρι της Βηθλεέμ.
Αλυσοδεμένη Κύπρος, 1981, Ασβεστόλιθος Ξυλοφάγου: Η Αλυσοδεμένη Κύπρος αφηγείται τα δεινά που ταλανίζουν το νησί και τους κατοίκους του από τους διάφορους κατακτητές. Ειδικότερα, αναφέρεται στην Αγγλοκρατία και στην τουρκική εισβολή του 1974. Η γυναικεία μορφή, η προσωποποίηση όλων των Κυπρίων, είναι ντυμένη παραδοσιακά, όπως μια τυπική γυναίκα της υπαίθρου εκείνης της εποχής. Τα χέρια της είναι δεμένα με χοντρή αλυσίδα, η οποία αποτελεί ξεχωριστό μέρος και συμβολίζει τη σκλαβιά. Στο τρίτο μέρος του έργου αποδίδεται το σκηνικό του μαρτυρίου, η ίδια η Κύπρος.
Πετεινός- Ασβεστόλιθος: Ο πετεινός έχει σκαλισμένες λεπτομέρειες όπως το λειρί, τα φτερά και τα αρχικά του Κώστα Αργυρού στη βάση του γλυπτού. Το έργο είναι ένα από τα πολλά γλυπτά του Κώστα Αργυρού που αναπαριστούν πτηνά και είναι εμπνευσμένα από το φυσικό περιβάλλον του Μαζωτού.
Οικογένεια Αγίου Ξενοφώντος, 1988, Ξύλο Λεύκης, Γλυπτικό σύνολο: Ο άγιος Ξενοφών με την αγία οικογένειά του, τη σύζυγό του Μαρία και τους γιους τους Αρκάδιο και Ιωάννη Και οι τέσσερις μορφές φέρουν φωτοστέφανο και κρατούν σταυρό στο χέρι. Ο άγιος και η σύζυγός του κρατούν επίσης ειλητάρια με επιγραφές. Πρόκειται για το τελευταίο ολόγλυφο γλυπτικό σύνολο από ξύλο που φιλοτέχνησε ο Αργυρού, θέλοντας προφανώς να τιμήσει τον άγιο Ξενοφώντα, στη μνήμη του οποίου έχει αφιερωθεί το περίφημο ξωκλήσι στον Μαζωτό.
Σκηνή στον περίβολο της εκκλησίας της Παναγίας της Πετούντας, 1971-1990, Γλυπτικό σύνολο: Σκηνή που εκτυλίσσεται στον περίβολο της εκκλησίας της Παναγίας της Πετούντας, πολύ κοντά στη θάλασσα του Μαζωτού. Αποτελείται από το πέτρινο ξωκλήσι, τον κωδωνοκρούστη που κτυπά την καμπάνα, με το σχοινί να περνά μέσα από τα χέρια του, τον ιερέα, το παιδί που κρατά στα χέρια του τον δίσκο με τα κόλλυβα και μία γριά που μόλις έχει πάρει το σακουλάκι με τα κόλλυβα και απομακρύνεται. Το γλυπτικό σύνολο συμπληρώνει το πρώτο γνωστό ξύλινο έργο του Αργυρού Αετός με την Παναγία της Πετούντας, στο οποίο ένας αετός κουβαλά στην πλάτη του την Παναγία Θεοτόκο μαζί με τον Χριστό. Σε αυτό το μοναδικό γλυπτικό σύνολο ο Αργυρού συνταιριάζει αρμονικά την πέτρα και το ξύλο.
Σκύλος με ανασηκωμένη ουρά, 1982, Ασβεστόλιθος Ξυλοφάγου: Ο Σκύλος με ανασηκωμένη ουρά έχει περασμένο στον λαιμό πραγματική αλυσίδα ως περιλαίμιο. Η προσθήκη πραγματικών αντικειμένων είναι σύνηθες χαρακτηριστικό στη δουλειά του Κώστα Αργυρού. Αποτελεί ένα από τα τρία έργα της συλλογής του Μουσείου που απεικονίζουν σκύλο.
Κοιμωμένη, Ασβεστόλιθος Ξυλοφάγου: Το έργο είναι εμπνευσμένο από την Κοιμωμένη του Ελλαδίτη γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά. Μοντέλο ήταν η ανιψιά του. Ο Αργυρού αποδίδει με λεπτομέρεια τις πτυχές του σκεπάσματος, τη διακόσμηση της μαξιλαροθήκης και τα μαλλιά της γυναίκας. Επιτυγχάνει, επίσης, να αποδώσει τα πόδια κάτω από το σκέπασμα.
Ο Χατζηδημήτρης καβαλάρης ενώ φέρνει στον Μαζωτό την εικόνα του Αγίου Ξενοφώντος, Ασβεστόλιθος Ξυλοφάγου, 1987: Ο Χατζηδημήτρης έζησε στον Μαζωτό κατά τον 19ο αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση, μέσα σε ένα βράδυ έφερε καβάλα στο μουλάρι του την εικόνα του αγίου Ξενοφώντος στον Μαζωτό από την εκκλησία του χωριού Βουκολίδα. Με τα χρήματα που συγκέντρωσε από τους συγχωριανούς του, έγινε κατορθωτό να κτιστεί το ξωκλήσι του Αγίου Ξενοφώντος Εξορινού, που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα του νησιού. Η παράδοση αναφέρει επίσης ότι από τότε οι Τούρκοι έφυγαν από το χωριό.
Είναι ένα μεγάλο σε μέγεθος έργο, το οποίο φαίνεται ότι δυσκόλεψε αρκετά τον καλλιτέχνη, αφού χρειάστηκε έναν χρόνο για να το ολοκληρώσει. Τα πόδια του μουλαριού είναι ογκώδη και ακατέργαστα για να μπορούν να σηκώνουν το άνω τμήμα του έργου. Ο Χατζηδημήτρης είναι ντυμένος παραδοσιακά, με τη χαρακτηριστική κυπριακή βράκα, το γιλέκο, το ζωνάρι και τις μπότες, ενώ στο κεφάλι φορά φέσι. Το μουλάρι είναι φορτωμένο με δισάκι, απαραίτητο για τη μεταφορά των αναγκαίων για ένα ταξίδι. Ο Αργυρού χρησιμοποιεί πραγματικά έτοιμα υλικά, όπως σπάγκο, σχοινί, δερμάτινο πουγκί και μέταλλο για τα χαλινάρια και τους αναβολείς των ποδιών.
Αφροδίτη, 1980, Ασβεστόλιθος Ξυλοφάγου: Η Αφροδίτη γυμνή, τη στιγμή, που σύμφωνα με τον μύθο, αναδύεται από τη θάλασσα της Πάφου. Με τα χέρια της απομακρύνει το νερό από τα μαλλιά της, ενώ σταγόνες κυλούν στα στήθη της.
Η Σταύρωση, 1984-1985, Ξύλο Λεύκης, Σύνολο τριών γλυπτών: Παριστάνεται ο Χριστός Εσταυρωμένος με την Παναγία στα δεξιά του και τον αγαπημένο μαθητή του, Ιωάννη τον Θεολόγο στα αριστερά του. Και οι δύο μορφές βρίσκονται σε παρακλητική στάση, με εντονότερη εκείνη του Ιωάννη, καθώς τα χέρια του είναι ανυψωμένα μέχρι το ύψος του κεφαλιού.
Ο Χριστός φέρει ακάνθινο στεφάνι. Τα χέρια του έχουν δημιουργηθεί ξεχωριστά από τον κορμό του σώματος και έχουν κολληθεί πάνω σε αυτό. Οι παλάμες του είναι καρφωμένες με πραγματικά καρφιά πάνω στον σταυρό. Ο σταυρός είναι στερεωμένος σε πέτρινη βάση, στο πάνω μέρος της οποίας έχει σκαλιστεί ένα κρανίο: σύμφωνα με τη θεολογική παράδοση, είναι το κρανίο του Αδάμ, ο οποίος τάφηκε στον Κρανίου Τόπο, δηλαδή στον Γολγοθά. Η λόγχη με την οποία τρύπησαν την πλευρά του Χριστού και η κάλαμος με τον σπόγγο στην άκρη που πότισαν με ξύδι για να το δώσουν στον Χριστό, τοποθετούνται στις οπές δεξιά και αριστερά του Εσταυρωμένου.
Ο ∆ιγενής Ακρίτας και ο Πενταδάκτυλος, Μεταξύ 1980 και 1985 (;), Ασβεστόλιθος Ξυλοφάγου: Σύμφωνα με την παράδοση, ο θρυλικός ήρωας του Βυζαντίου ∆ιγενής Ακρίτας, καταδιώκοντας έναν Σαρακηνό εχθρό, υπερπήδησε το βουνό στηριζόμενος σε μία κορυφή, πάνω στην οποία αποτυπώθηκε η παλάμη του. Από τότε η κορυφή εκείνη, όπως και ολόκληρη η οροσειρά, πήρε το όνομα «Πενταδάκτυλος».Αυτήν την παράδοση αφηγείται το έργο Ο ∆ιγενής Ακρίτας και ο Πενταδάκτυλος. Είναι το μεγαλύτερο και ογκωδέστερο έργο που εκτίθεται στο Μουσείο Κώστα Αργυρού. Ο ήρωας φορά την πανοπλία του και τις μπότες του. Το αριστερό του χέρι βυθίζεται στην κορυφή του βουνού, ενώ το δεξί στηρίζεται σε μία στήλη που πιθανότατα παραπέμπει στο κοντάρι του. Τα ανάγλυφα δέντρα και το πουλί συμβολίζουν τη χλωρίδα και την πανίδα του βουνού.
Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, 1983, Ξύλο Λεύκης: Ο αρχάγγελος Μιχαήλ παρουσιάζεται με την ιδιότητα του ψυχοπομπού. Κρατά στο αριστερό του χέρι μία παιδική ψυχή και στο δεξί το αιματοβαμμένο σπαθί του, με το οποίο έχει μόλις σκοτώσει τον διάβολο, που είναι πεσμένος καταγής και τον πατά με τις κατακόκκινες από το αίμα μπότες του. Ο αρχάγγελος, ως στρατηλάτης, φορά στρατιωτική στολή. Οι επωμίδες του φέρουν αποτροπαϊκές μορφές για να διώχνουν τους δαίμονες που επιβουλεύονται τις ψυχές. Οι μπότες του αρχαγγέλου δένονται με πραγματικά κορδόνια. Ο διάβολος διακρίνεται από τα κέρατα που φέρει στο κεφάλι και είναι ξεχωριστό γλυπτό.
Η Βάπτιση του Ιησού, 1992, Ξύλο: Ανάγλυφη αντιγραφή σε ξύλο από εκκλησιαστική εικόνα που απεικονίζει την βάπτιση του Ιησού. Αποτελείται από τρία τεμάχια ξύλου, ενωμένα μεταξύ τους. Φέρει την επιγραφή "Η Βάπτισις του Χριστού", ως τίτλο, ενώ αμέσως πιο πάνω αναπαρίσταται το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή περιστεριού με ανοικτά φτερά. Τα αρχικά του καλλιτέχνη τοποθετούνται στην πάνω δεξιά γωνία.
Ο Αργυρός Τζιας, πατέρας του Κώστα Αργυρού, μεταξύ 1990 και 1993, Ψηφιδωτό: Ψηφιδωτό που απεικονίζει τον πατέρα του, Αργυρό Τζιά, ντυμένο με παραδοσιακή κυπριακή βράκα και με καπέλο στο κεφάλι. Οι ψηφίδες είναι φτιαγμένες από τον ίδιο τον καλλιτέχνη.
∆ύο φυτά με λουλούδια και μέλισσες, 1982, Εγχάραξη σε γυαλί: Πρόκειται για το ένα από τα δύο γνωστά έργα του καλλιτέχνη και το μοναδικό που βρίσκεται στο Μουσείο, τα οποία φιλοτεχνήθηκαν με την τεχνική της εγχάραξης σε γυαλί. Η εγχάραξη στη γυάλινη επιφάνεια γινόταν με τη χρήση οδοντιατρικού εργαλείου, μία διαδικασία που απαιτούσε ιδιαίτερη προσοχή και υπομονή.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια