Καντού- Kantou. Χωριό της επαρχίας Λεμεσού, περί τα 14,5 χμ. δυτικά της πόλης της Λεμεσού. Το Καντού είναι κτισμένο στη δυτική όχθη του ποταμού Κούρη, σε μέσο υψόμετρο 100 μέτρων. Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν οι μάργες, οι κρητίδες, οι μαργαϊκές κρητίδες, οι ψαμμίτες, οι κρητιδικές μάργες και οι πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν ασβεστούχα εδάφη, ξερορεντζίνες, τέρρα ρόζα και προσχωσιγενή εδάφη.
Mε την μεταρρύθμιση του 2022 το Καντού ενσωματώθηκε στον ευρύτερο Δήμο
της Δυτικής Λεμεσού, με έδρα τον Ύψωνα, ο οποίος αποτελείται από τον δήμο Ύψωνα και τις κοινότητες Ακρωτηρίου, Ασώματου (Λεμεσού), Επισκοπής (Λεμεσού), Ερήμης, Κολοσσίου, Σωτήρας (Λεμεσού) και Τραχωνίου (Λεμεσού)
Βλέπε λήμματα: Δήμοι- Δημαρχεία και Δήμοι- Δημαρχεία- Οι 20 Δήμοι της μεταρρύθμισης του 2022
Το τοπίο
Το χωριό δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 440 χιλιοστόμετρα. Στην περιοχή του καλλιεργούνται κυρίως τα αμπέλια (οινοποιήσιμες και επιτραπέζιες ποικιλίες), τα εσπεριδοειδή (κυρίως λεμονιές), οι χαρουπιές, τα όσπρια, τα σιτηρά, τα κτηνοτροφικά φυτά και τα λαχανικά. Η κτηνοτροφία είναι περιορισμένη.
Το Καντού περιλαμβάνεται στο μεγάλο αρδευτικό σχέδιο του Νότιου Αγωγού.
Βλέπε λήμμα: Νότιου Αγωγού υδατικό έργο
Ονομασία
Από συγκοινωνιακής απόψεως, το Καντού συνδέεται οδικά στα βορειοδυτικά με τα χωριά Σούνι (περί τα 6,5 χμ.), Ζανατζιά (περί τα 7 χμ.) και Σωτήρα (περί τα 5 χμ). Στα νότια συνδέεται με το χωριό Επισκοπή (περί τα 3 χμ.) και στα νοτιοανατολικά με το χωριό Ερήμη (περί τα 2,5 χμ.).
Το Καντού γνώρισε σταθερή πληθυσμιακή αύξηση από το 1881 μέχρι το 1973. Σε αυτό συνέβαλε η πολύ καλή οδική του σύνδεση και η γειτνίασή του με την πόλη της Λεμεσού. Αν και επίσημα το χωριό αναφέρεται ως αμιγώς τουρκοκυπριακό, ωστόσο τουλάχιστον μέχρι το 1960 διέμεναν σ’ αυτό και μερικοί Έλληνες Κύπριοι. Από το 1963 και ύστερα, στο Καντού μετακινήθηκαν μερικές τουρκοκυπριακές οικογένειες από άλλα χωριά, στο πλαίσιο εντολής της εξτρεμιστικής τους ηγεσίας για συγκέντρωσή τους στα χωριά όπου μπορούσαν ν' αποτελέσουν ισχυρούς θυλάκους. Βλέπουμε, έτσι, ότι ενώ το 1960 οι κάτοικοι ήσαν 513, το 1973 ήσαν αυξημένοι στους 714. Με τη μεταφορά των Τουρκοκυπρίων κατοίκων του χωριού στο κατεχόμενο από τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής τμήμα της Κύπρου, το 1975, κατοίκησαν στο Καντού πολλοί Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες. Στην περιοχή του χωριού δημιουργήθηκε και προσφυγικός οικισμός αυτοστέγασης.
Βλέπε λήμμα: Διακοινοτικές ταραχές
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:
Χρονολογία | Κάτοικοι |
---|---|
1881 | 150 |
1891 | 164 |
1901 | 202 |
1911 | 233 |
1921 | 234 |
1931 | 247 |
1946 | 329 |
1960 | 513 |
1973 | 714 |
1976 | 648 |
1982 | 583 |
1992 | 400 |
2001 | 397 |
2011 | 349 |
2021 | 412 |
Δεν είναι γνωστό από πού προήλθε η ονομασία του Καντού. Πιστεύεται ότι είναι παραφθορά παλαιότερης, άγνωστης σήμερα, ονομασίας του˙ η παραφθορά της αρχικής ονομασίας του χωριού συνέβη, πιθανότατα, στα χρόνια της Φραγκοκρατίας, γιατί σε παλαιούς χάρτες ήδη το χωριό σημειώνεται με την ονομασία Cantu. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι παραφθαρμένη την ονομασία του χωριού διατήρησαν αργότερα οι Τούρκοι. Εξάλλου, δεν υπάρχει επαρκής μαρτυρία ότι το χωριό ονομάστηκε έτσι από το επίθετο τυχόν ιδιοκτήτη του κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας.
Βλέπε λήμμα: Καντού- αρχαιολογικός χώρος
Ιστορικά στοιχεία
Το Καντού υφίστατο κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, οπότε θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι εκατοικείτο από Έλληνες. Ο εκτουρκισμός του χωριού έγινε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, οπότε αρχικά αρκετοί από τους κατοίκους του ίσως έγιναν εξ ανάγκης κρυπτοχριστιανοί (=Λινοβάμβακοι). Η ύπαρξη στο χωριό και στην περιοχή του, αρκετών παλαιών εκκλησιών, ενισχύει την άποψη αυτή. Επίσης, τα τοπωνύμια της περιοχής του Καντού είναι ελληνικά, όπως Άης Μάμας, Ελληνικά (τα), Καππαρόβουνον (το), Κουφόβουνος(ο), Πετράλωνα (τα), Βούναρος (ο).
Από τις εκκλησίες του Καντού αναφέρουμε την μεσαιωνική εκκλησία της Χρυσοπολίτισσας (ερειπωμένη σήμερα) και την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας που αρχικά ήταν ολότελα καλυμμένη εσωτερικά με τοιχογραφίες. Στην κοιλάδα του ποταμού Κούρη, σ' απόσταση 3 χμ. από το χωριό, βρίσκεται το ξωκλήσι της Αγίας Νάπας που κάποτε ήταν καλυμμένο με τοιχογραφίες, οι περισσότερες των οποίων έχουν πλέον καταστραφεί. Ο Γκάννις θεωρεί το ξωκλήσι αυτό ως κλασσικό δείγμα ξωκλησιού του 16ου αιώνα. Στην ομώνυμη τοποθεσία, βόρεια του χωριού, υπάρχει και ξωκλήσι του Αγίου Μάμαντος.
Οι σχέσεις των Τούρκων κατοίκων του Καντού με τους Έλληνες, ιδίως δε με εκείνους που είχαν κτήματα μέσα στη διοικητική έκταση του χωριού, εξακολουθούσαν να είναι αρμονικές καθ’ όλο το διάστημα των πρόσφατων τραγικών διακοινοτικών γεγονότων στο νησί. Μάλιστα κατά την περίοδο από το τέλος του 1963 κ.ε., υπήρχε άγραφη «συμφωνία κυρίων» μεταξύ των ηγετών των Τούρκων του Καντού (επικεφαλής των οποίων βρισκόταν ο γνωστός Χουσεΐνης του Καντού) και Ελλήνων παραγόντων της περιοχής, να μην ενοχλούν οι μεν τους δε, συμφωνία που τηρήθηκε, σχεδόν μέχρι και τα τραγικά γεγονότα του 1974.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια