Κατεχόμενο σήμερα χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, στη δυτική κεντρική πεδιάδα της Κύπρου (Μόρφου), 103 μ. περίπου πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Βρίσκεται περί τα 4 χμ. νοτιοανατολικά της Μόρφου και πολύ κοντά στο δρόμο Λευκωσίας - Γερολάκκου -Κατωκοπιάς - Μόρφου. Το Αργάκι είναι τοποθετημένο πάνω στους άμμους, τους ψαμμίτες και τα κροκαλοπαγή της Πλειστόκαινης γεωλογικής περιόδου καθώς και τις αλλουβιακές αποθέσεις (άμμοι, άργιλοι, κροκάλες, κλπ.), της Ολόκαινης περιόδου.
Στην καμπίσια του έκταση, όπου κυριαρχούν τα αλλουβιακά εδάφη, κοντά στον ποταμό Σερράχη, και οι ερυθρογαίες νοτιότερα, παράγονται ποικίλα γεωργικά προϊόντα. Η παρουσία προσοδοφόρων καλλιεργειών δεν οφείλεται στη βροχόπτωση, που κυμαίνεται γύρω στα 320 περίπου χιλιοστόμετρα, αλλά στο πλούσιο υδροφόρο στρώμα της περιοχής Μόρφου (βλ. Γ. Καρούζη, Γεωγραφία της Κύπρου, σσ. 45-46 και 48-53). Πολύ κοντά στα βόρεια του χωριού, πάνω στο Σερράχη, κατασκευάστηκαν δυο φράγματα: το 1962 ένα φράγμα, γνωστό ως φράγμα Μόρφου και το 1973 άλλο εμπλουτιστικό φράγμα, γνωστό ως φράγμα Μάσαρι. Υπολογίζεται πως πριν από την εισβολή, κάπου 77% ολόκληρης της διοικητικής έκτασης του χωριού αρδευόταν. Μόνο ένα 13% ήταν ξηρική καλλιεργούμενη γη, ενώ το υπόλοιπο ήταν ακαλλιέργητη έκταση.
Τα κύρια γεωργικά προϊόντα του χωριού πριν από την τουρκική εισβολή ήταν τα εσπεριδοειδή (όλα σχεδόν τα είδη σε μικρή ή μεγάλη ποσότητα), τα λαχανικά, τα πεπονοειδή, λίγα φρούτα και άλλα.
Η κτηνοτροφία στο Αργάκι ήταν σχετικά ανεπτυγμένη. Το 1973 εκτρέφονταν 866 πρόβατα και 900 περίπου κατσίκες. Επίσης από τρεις αγελαδοτρόφους εκτρέφονταν 88 αγελάδες.
Ο πληθυσμός του χωριού, λόγω της εύφορης πεδινής γης του, της σημαντικής αρδευόμενης έκτασης, της καλλιέργειας αμειπτικών γεωργικών προϊόντων, της μικρής απόστασης από τη Μόρφου αλλά και του ευχερούς συγκοινωνιακού δικτύου με τη σχετικά κοντινή Λευκωσία, σημείωσε αλματώδη ανάπτυξη από το 1881 μέχρι το 1973. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:
Χρονολογία | Κάτοικοι |
---|---|
1881 | 541 |
1891 | 445 |
1901 | 452 |
1911 | 520 |
1921 | 647 |
1931 | 656 (588 Ελληνοκύπριοι και 68 Τουρκοκύπριοι) |
1946 | 974 (898 Ελληνοκύπριοι και 76 Τουρκοκύπριοι) |
1960 | 1.291 (1.219 Ελληνοκύπριοι και 72 Τουρκοκύπριοι) |
1973 | 1.599 (1.541 Ελληνοκύπριοι και 58 Τουρκοκύπριοι) |
Ο πληθυσμός του 1960 περιλάμβανε 1.219 Ελληνοκυπρίους και 72 Τουρκοκυπρίους. Οι Τουρκοκύπριοι εγκατέλειψαν το χωριό πολύ πριν από το 1974 (βλ. R. Patrick, Political Geography and the Cyprus Conflict, 1963-1971, σ. 284).
Το Αργάκι λίγα χρόνια πριν από την εισβολή αναπτυσσόταν και επεκτεινόταν κατά μήκος των κυριοτέρων δρόμων που ξεκινούν από το κέντρο του οικισμού.
To Αργάκι εμφανίζεται στον κατάλογο του ντε Μας Λατρί ως βασιλικό κτήμα κατά την Λουζινιανο-Βενετική περίοδο. Αναφέρεται ως Argaglia στην περιφέρεια Μόρφου και πιθανότατα είναι το όνομα του σημερινού Αργακιού.
Το χωριό που σημειώνεται στους Βενετικούς χάρτες, λίγα μόνο χιλιόμετρα ανατολικά της Μόρφου, με την ονομασία Ariati, κατά πάσαν πιθανότητα είναι το σημερινό Αργάκι. Εξάλλου, ο Γκάννις αναφέρει πως η αρχαία εκκλησία του Βαπτιστή ανοικοδομήθηκε το τέλος του 19ου αιώνα: Η εκκλησία περιέχει εικονοστάσι του 18ου αιώνα και μερικές άλλες φορητές εικόνες του 18ου, καθώς και προηγουμένων αιώνων. Ο Τζέφρυ αναφέρει πως στο χωριό υπάρχει μια σύγχρονη εκκλησία αφιερωμένη στην Αγία Βαρβάρα.
Ο Λοΐζος Φιλίππου δίνει μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία για την εκπαίδευση του χωριού: «Εἰς τό χωρίον τοῦτο τό πρῶτον σχολεῖον ἱδρύθη τῷ 1873 μέ διδάσκαλον τόν Ἱεροδιάκονον Χαρίτωνα, ὃστις εὑρίσκετο ἐν τῇ ὑπηρεσία τοῦ Μητροπολίτου Κυρηνείας καί ἀπελύθη. Ἐδίδαξεν ἐπί ἕν καί μόνον ἔτος ἀποθανών τῶ 1874 εἰς τήν γενέτειράν του Ἀργάκι. Ἀπό τοῦ 1874- 1877 ἐδίδαξεν ὁ ἐκ Μόρφου Ἰωάννης Κυριακίδης, ὃ μετά ταῦτα διδάσκαλος καί μουχτάρης Μόρφου, ὃστις ἦτο γνωστός καθ' ὃλον τό διαμέρισμα ὡς "διδάσκαλος». Ἐπί τῶν ἡμερῶν του ἱδρύθη καί τό σχολεῖον Ἀργακιοῦ διά δαπάνης καί ἐργασίας τῶν κατοίκων. Τό σχολεῖον τοῦτο χρησιμοποιεῖται καί σήμερον ὡς Παρθεναγωγεῖον. Ἀπό τοῦ 1877 ἐδίδασκεν ὁ ἐκ τοῦ χωρίου τούτου Νεόφυτος Παπαδόπουλος, ὃστις τά πρῶτα γράμματα ἐδιδάχθη ἐν τῷ χωρίῳ του καί ἔπειτα ἠκολούθησε μαθήματα ἐν τῇ λειτουργούσῃ ἐν τῇ Μονῇ Ἀγίου Παντελεήμονος ἐν Μύρτου Σχολῇ. Εἶτα μετέβη εἰς τήν Μικράν Ἀσίαν παρά τινι θείῳ του κληρικῷ καί δαπάναις αὐτοῦ ἀπεπεράτωσε τό Σχολαρχεῖον Μολάσων τῆς Καριάς. Οὗτος ἐξηκολούθησεν ὑπηρετῶν μέχρι τοῦ 1923, ὃτε ἀπεχώρησε λόγῳ ὁρίου ἡλικίας.
Τοπων: Αργάκι, όπως σημειώνεται στους επίσημους χάρτες, αντί του κυπριακού Αρκάτζ'ιν. Στην τοπική διάλεκτο αρκάτζ'ιν λέγεται το ρυάκι.
Οι Τούρκοι το 1975 μετονόμασαν «επίσημα» το χωριό σε Akpay, στο πλαίσιο της γενικότερης προσπάθειάς τους να τουρκοποιήσουν όλα τα τοπωνύμια στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια