Αγωνιστής, υπουργός και πρωθυπουργός της Ελλάδας, από τις πιο θρυλικές μορφές της ελληνικής επανάστασης. Γεννήθηκε το 1793 στην Πάργα της Ηπείρου, αλλά αναφέρεται σαν Ψαριανός γιατί ανατράφηκε και μεγάλωσε στο νησί αυτό του Αιγαίου. Από μικρός εργαζόταν ως ναυτικός σε εμπορικά καράβια, αλλά με την έναρξη της ελληνικής επανάστασης μετετράπη σε πολέμαρχο με τεράστια κι αξιόλογη ναυτική πολεμική δραστηριότητα καθ' όλη τη διάρκεια του αγώνα. Πέθανε στις 2 Σεπτεμβρίου 1877.
Μετά το τέλος του αγώνα ανέλαβε υψηλά αξιώματα όπως ναύαρχος, υπουργός (αρκετές φορές), αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρωθυπουργός (πάλι αρκετές φορές). Αναμείχθηκε ενεργά και με ρόλο πρωταγωνιστικό στα θυελλώδη πολιτικά πράγματα της Ελλάδας κατά την πρώτη περίοδο της ανεξαρτησίας της, κι ήταν ωστόσο ένας από τους ελάχιστους που διακρίθηκαν για την εντιμότητα και το ακέραιο του χαρακτήρα τους. Πέθανε στο σπίτι του στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1877 σε μεγάλη ηλικία, κι ενώ υπηρετούσε ακόμη ως πρωθυπουργός και υπουργός των Ναυτικών.
Αναφέρεται ότι ο Κωνσταντίνος Κανάρης σχετίστηκε και με την Κύπρο κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης. Υπό τις διαταγές του υπηρέτησαν κατά τη διάρκεια του αγώνα και μερικοί Κύπριοι ναυτικοί, εκ των οποίων μας είναι γνωστοί από διάφορα έγγραφα δυο: ο Κωνσταντίνος Κυπριώτης και ο γιος του Γεώργιος Κυπριώτης. Και οι δυο έχασαν τη ζωή τους υπηρετώντας τον αγώνα στο καράβι του Κανάρη˙ ο πρώτος πνίγηκε στη θάλασσα κι ο δεύτερος σκοτώθηκε σε ναυμαχία.
Η παράδοση, εξάλλου, ομιλεί για επίσκεψη του Κωνσταντίνου Κανάρη στην Κύπρο. Η τοπική αυτή παράδοση, έντονη στις περιοχές Καραβά - Λαπήθου, αναφέρει ότι ο θρυλικός πυρπολητής είχε προσεγγίσει, με τα καράβια του, σε τρία διαφορετικά σημεία των βορείων και βορειοανατολικών ακτών της Κύπρου κι είχε παραλάβει από το νησί τρόφιμα και άλλες προμήθειες. Αναφέρεται ακόμη ότι μαζί με τον Κανάρη αναχώρησαν και Κύπριοι νέοι, εθελοντές αγωνιστές στην ελληνική επανάσταση.
Στην περιοχή Λαπήθου - Καραβά, η παράδοση αναφέρει ότι ο Κωνσταντίνος Κανάρης φιλοξενήθηκε από προκρίτους της Λαπήθου και παρέμεινε μάλιστα κρυπτόμενος για λίγες μέρες στο αρχοντικό του προκρίτου Πασπάλλα στην Αγία Παρασκευή Λαπήθου. Το σπίτι του Πασπάλλα, εξαίρετο δείγμα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, σωζόταν μέχρι και την τουρκική εισβολή του 1974. Λέγεται ακόμη ότι ο πυρπολητής φιλοξενήθηκε και στον Καραβά από τις αρχοντικές οικογένειες του χωριού, ότι πήρε προμήθειες, κι ότι παρέδωσε στους Κυπρίους της περιοχής όπλα και πολεμοφόδια. Μάλιστα στον Καραβά ελέγετο ότι ο Κανάρης είχε πάρει τρόφιμα και χρήματα για τον αγώνα, που του παραδόθηκαν μέσα σε νεκροκρέβατα, σε εικονικές κηδείες, ώστε να μη γίνει γνωστό το όλο θέμα στις τουρκικές αρχές του νησιού.
Η επίσκεψη του Κανάρη στην Κύπρο κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης δεν είναι ιστορικά αποδεδειγμένο γεγονός. Ωστόσο δεν αποκλείεται, και υπέρ του μη αποκλεισμού της συνηγορούν η επιμονή της παραδόσεως και η μαρτυρία ξένων προξένων στην Κύπρο, που σε διάφορες εκθέσεις τους γράφουν για επανειλημμένες προσεγγίσεις ελληνικών καραβιών σε κυπριακά παράλια.
Εάν όμως αποδεχθούμε ότι, πιθανότατα, ο Κανάρης είχε έλθει στην Κύπρο, τίθενται δυο ερωτήματα: πότε ήλθε και για ποιο σκοπό ήλθε.
Μία αναφορά που, λανθασμένα, αποδίδεται στον Ιωάννη Φιλήμονα, λέγει ότι ο Κανάρης είχε φθάσει στο νησί στις 19 Ιουνίου 1821, κι αφού διαπίστωσε ότι δέν εἶχεν ἐπιστῇ ἀκόμη ὁ δι’ ἐξέγερσιν τῆς Κύπρου καιρός, ἀπῆλθε λαβών τρόφιμα διά τούς ἐν Ἑλλάδι ἀγωνιστάς...
Ο Γεώργιος Κηπιάδης γράφει παρόμοια, δίνοντας και λεπτομέρειες: ... Ἀλλά καί ὁπότε ἀκόμη ὁ ἀτρόμητος στολοκαύτης Κανάρης, ἀπό τά παράλια τῆς Αἰγύπτου, περί τήν 19ην Ἰουνίου τοῦ 1821 κατέπλευσε μετά τοῦ στόλου του καί ἐπί τήν ἡμετέραν Πατρίδα, ἐλλιμενισθείς ἐν λιμενίσκῳ τινί παρά τόν Ἅγιον Σέργιον, εἶτα δέ καί εἰς τόν παρά τήν Λάπηθον λιμενίσκον Ἀσπρόβρυσιν, καί εἰς ἀμφότερα τά μέρη δέν ἔλειψαν οἱ Κύπριοι νά τῷ προσφέρωσιν ἀσμένως καί χρήματα, καί ὁλόκληρα φορτία, τριῶν φορτηγίδων νηῶν, πρόβατα καί βόας καί σῖτον καί κριθήν καί διάφορα ἄλλα τρόφιμα...
Και οι δύο πιο πάνω αναφορές τοποθετούν την άφιξη του Κανάρη στο νησί τον Ιούνιο του 1821, λίγες μόνο μέρες πριν από τις εκτεταμένες σφαγές των Τούρκων στην Κύπρο (9 Ιουλίου 1821 και στη συνέχεια). Η αποδιδόμενη στον Φιλήμονα αναφορά αφήνει να νοηθεί ότι ο Κανάρης είχε έλθει για να διαπιστώσει εάν οι Έλληνες της Κύπρου επρόκειτο ή ήσαν πρόθυμοι ή μπορούσαν ν’ ακολουθήσουν την επανάσταση, επαναστατώντας και αυτοί. Δεν γνωρίζουμε όμως εάν και με ποιους Κυπρίους ηγέτες είχε επαφές ο Κανάρης.
Ίσως πάλι η επίσκεψη του Κανάρη για τροφοδοσία του στόλου του στην Κύπρο να έγινε αργότερα: Τον Ιούλιο του 1823 για παράδειγμα, οπότε (σύμφωνα προς έκθεση του Γάλλου προξένου στην Κύπρο Mechain, ημερομηνίας 8 Ιουλίου 1823), 12 ελληνικά πλοία από τα Ψαρά (πατρίδα του Κανάρη) ήλθαν στο νησί και πήραν προμήθειες. Ή, ακόμη, τον Ιούνιο του 1827, όταν ο Κανάρης επέστρεφε, μαζί με το στόλο του, από την Αίγυπτο, μετά την αποτυχημένη επιχείρηση κατά του αιγυπτιακού στόλου στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας.
Ο Άντρος Παυλίδης πρότεινε ως πιθανότερη ημερομηνία επίσκεψης του Κανάρη στην Κύπρο τα μέσα Ιουνίου του 1827 ( περιοδικό «Πολιτιστική Κύπρος», τεύχος 3, Μάρτιος, 1977). Στηρίζει αυτή τη θέση στα ακόλουθα: Το 1821 ο Κανάρης δεν βρέθηκε στην Αίγυπτο, άρα δεν μπορούσε να είχε έλθει από εκεί. Βρέθηκε στην Αίγυπτο τον Ιούνιο του 1827, οπότε είχε πάρει μέρος σε αποστολή επίθεσης κατά του αιγυπτιακού στόλου στο λιμάνι της Αλεξανδρείας. Επίσης, το 1821 ο Κανάρης δεν ήταν ακόμη ο γνωστότατος ήρωας αλλά ένας άσημος και άγνωστος ναυτικός. Δεν ήταν η καλύτερη επιλογή για να σταλεί στην Κύπρο, να γίνει δεκτός με τόση προθυμία και να συζητήσει το σοβαρότατο ζήτημα του εάν θα επαναστατούσε και η Κύπρος. Διάσημος έγινε από τον επόμενο χρόνο, όταν πέτυχε τον πρώτο του άθλο, την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας. Εξάλλου, ο Ιούνιος του 1821 ήταν η πλέον ακατάλληλη εποχή για να συζητούσε κάποιος απεσταλμένος το ζήτημα της εξέγερσης της Κύπρου, αφού στο νησί επικρατούσε ήδη κλίμα τρόμου. Εξάλλου, το ζήτημα της εξέγερσης ή όχι της Κύπρου είχε οριστικά συζητηθεί πριν ακόμη την έναρξη της επανάστασης, όταν απεσταλμένοι της Φιλικής Εταιρείας είχαν επανειλημμένα επισκεφθεί την Κύπρο.
Πάντως η τοπική παράδοση περί επίσκεψης του Κανάρη στην Κύπρο, που μάλιστα περιέχει και τόσες πολλές λεπτομέρειες, δεν μπορεί εύκολα να αγνοηθεί. Εάν ο χρόνος της επίσκεψης θεωρηθεί ο Ιούνιος του 1827, τότε τα παραδιδόμενα στοιχεία ταιριάζουν: Ο Κανάρης προερχόταν από την Αίγυπτο, ήταν ήδη σημαντικό πρόσωπο και ως τέτοιο ήταν δυνατό να γινόταν δεκτό χωρίς επιφύλαξη και να βοηθηθεί τα μέγιστα από τους Κυπρίους, οι οποίοι μάλιστα έθεταν την ίδιά τους τη ζωή σε μέγιστο κίνδυνο προκειμένου να προσέφεραν την όποια βοήθεια. Εξάλλου, κατά τον Άντρο Παυλίδη, πιθανώς και ο ίδιος ο Κηπιάδης να είχε γράψει το έτος ως 1827, δεδομένου ότι ο αριθμός 7 εύκολα συγχύζεται με τον αριθμό 1.
Εν πάση περιπτώσει, επαναλαμβάνουμε ότι η (πιθανότατη) επίσκεψη του Κωνσταντίνου Κανάρη στην Κύπρο δεν είναι αποδεδειγμένο και πέραν πάσης αμφιβολίας ιστορικό γεγονός.
Μνημείο
Το 1971, με πρωτοβουλία του συλλόγου ΑΠΟΛ Λαπήθου και του Δήμου Λαπήθου, στα πλαίσια του εορτασμού τότε των 150 χρόνων της ελληνικής επανάστασης, αποφασίστηκε η ανέγερση μαυσωλείου – μνημείου Κανάρη στην Ασπρόβρυση της Λαπήθου, στη νέα παραλιακή λεωφόρο Κυρηνείας, μετά την Αηρκώτισσα. Το μεγαλοπρεπές μνημείο (προέβλεπε στο πενταώροφο εσωτερικό, οστεοφυλάκιο, βιβλιοθήκη, μουσεία Κανάρη και Κυπρίων αγωνιστών) είχε σχεδιάσει ο Λαπηθιώτης αρχιτέκτονας Οδυσσέας Χρ. Τσαγγαρίδης, γόνος μιας οικογένειας που ανέδειξε έναν πολεμιστή ανώτερο αξιωματικό, έναν πολιτικό εξόριστο του 1931 και δυο μεγάλους ευεργέτες της κυπριακής εκπαίδευσης. Στην επιτροπή μετείχαν, μεταξύ άλλων, ο Γώγος Παρασκευαΐδης, ο Κ. Π. Κύρρης, ο Καραβιώτης Κώστας Χατζηστεφάνου, γραμματέας της Παγκύπριας Επιτροπής Εορτασμού Έτους Παλιγγενεσίας και ο γυμνασιάρχης του Γυμνασίου Λαπήθου, Γεώργιος Προδρόμου. Τον Απρίλιο 1971 ανακοινώθηκαν οι πρώτες εισφορές (με πιο εντυπωσιακή τις 500 λίρες της Μητρόπολης Κυρηνείας) και έγιναν οι πρώτοι έρανοι στη Λάπηθο και τον Καραβά αλλά και στην υπόλοιπη Κύπρο, σε σχολεία και συλλόγους. Το κόστος της κατασκευής υπολογίστηκε σε 8.000 λίρες, πέρα από την αξία της γης, ενώ καταγράφηκε ως εναλλακτική τοποθεσία ανέγερσης το μοναστήρι της Παναγίας της Αχειροποιήτου, μερικές εκατοντάδες μέτρα ανατολικότερα.
Πηγές: