Μικρός τουρκοκυπριακός οικισμός στην επαρχία Λεμεσού, που εγκαταλείφθηκε μετά το 1931. Βρίσκεται περί τα 32 χμ. δυτικά της πόλης της Λεμεσού, κοντά στο χωριό Αυδήμου, σε μέσο υψόμετρο 120 μέτρων.
Από γεωλογικής απόψεως, ο οικισμός ήταν κτισμένος πάνω στους ασβεστολιθικούς ψαμμίτες, τους άμμους, τα χαλίκια, τις κρητίδες, τις μάργες και τις μαργαϊκές κρητίδες. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν ασβεστούχα εδάφη. Το τοπίο είναι διαμελισμένο από το ποτάμιο δίκτυο του ποταμού της Αυδήμου.
Η περιοχή του οικισμού δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 450 χιλιοστόμετρα. Οι κύριες καλλιέργειες ήταν οι χαρουπιές και οι ελιές.
Από συγκοινωνιακής απόψεως, ο οικισμός συνδέεται στα βορειοδυτικά με τα χωριά Πλατανίσκια (περί τα 4 χμ.) και Άγιος Θωμάς (περί τα 5 χμ.) και στα νότια με τον κύριο δρόμο Λεμεσού- Πάφου.
Το 1931 ο οικισμός είχε 9 κατοίκους, ενώ στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε με τη μετακίνησή τους σε γειτονικά τουρκοκυπριακά χωριά. Η περιοχή του περιελήφθη στη διοικητική έκταση του επίσης τουρκοκυπριακού χωριού Πλατανίσκια.
Ο οικισμός λειτουργούσε για αρκετά χρόνια ως τσιφλίκι. Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας το χωριό υφίστατο με την ονομασία Καλογιαννάτα, που υποδήλωνε ότι αρχικά τούτο ήταν ιδιοκτησία κάποιου Καλογιάννη, ίσως κατά τη Βυζαντινή περίοδο, από το όνομα του οποίου ονομάστηκαν έτσι τα κτήματά του.
Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας ο οικισμός των Καλογιαννάτων ανήκε στους Ναΐτες ιππότες αλλά, μετά τη διάλυση του τάγματος των Ναϊτών, παραχωρήθηκε στο τάγμα των Ιωαννιτών ιπποτών κι ανήκε στη Μικρή Κομμανδαρία του Φοίνικος (από το ομώνυμο χωριό της επαρχίας Πάφου). Αναφέρεται ακόμη ότι μετά την παραχώρηση της Κύπρου στους Βενετούς από την τελευταία βασίλισσα του νησιού Αικατερίνη Κορνάρο, το 1489, τα Καλογιαννάτα δόθηκαν απ’ αυτούς στον αδελφό της βασίλισσας, τον Γεώργιο Κορνάρο, ως είδος αμοιβής για τις προσπάθειες που είχε καταβάλει προκειμένου να πείσει την Αικατερίνη να παραχωρήσει την Κύπρο στη Βενετία, παραιτούμενη ταυτόχρονα και του θρόνου.
Ο οικισμός μνημονεύεται και σε δυο παλαιά χειρόγραφα, της περιόδου της Βενετοκρατίας, με την ονομασία του αρκετά παρεφθαρμένη: ως Calovinata στο ένα χειρόγραφο, όπου περιλαμβάνεται μεταξύ των χωριών που ανήκαν διοικητικά στο διαμέρισμα της Αυδήμου. Το ίδιο και στο άλλο χειρόγραφο, που περιλαμβάνει το χωριό μεταξύ εκείνων που αποτελούσαν ιδιοκτησία της μικρής Κομμανταρίας του Φοίνικος, των Ιωαννιτών ιπποτών. Σε βενετική απογραφή σημειώνεται ως Coloinachia.
Η ονομασία του χωριού ήταν αρχικά Καλογιαννάτα (= κτήματα ενός κάποιου Καλογιάννη κατά τα Βυζαντινά χρόνια, προφανώς). Ωστόσο υπάρχει και η άποψη ότι η ονομασία προήλθε από το ότι η περιοχή ήταν πολύ εύφορη, συνεπώς Καλογεννάτα, υποδηλώνοντας περιοχή που έδινε καλά γεννήματα.
Ο Φλώριος Βουστρώνιος (16ος αιώνας) γράφει σαφώς Καλογεννάτα και όχι Καλογιανάτα, σημειώνοντας σε δύο περιπτώσεις Calogennata και Kaloiennata, ως φέουδο της κομμανταρίας του Φοίνικα, του Τάγματος των Ιωαννιτών ιπποτών.