Μετά την ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητο κράτος κατεβλήθηκαν σοβαρές προσπάθειες για την ανάπτυξη της εμπορικής ναυτιλίας. Προς αυτή την κατεύθυνση σημαντικό σταθμό αποτελεί το έτος 1963, έτος κατά το οποίο ψηφίστηκαν τρεις βασικοί νόμοι για την ανάπτυξη της ναυτιλίας: ο περί νηολόγησης, πωλήσεων και υποθηκεύσεων νόμος, ο περί φορολογικών διατάξεων νόμος και ο περί πλοιάρχων και ναυτικών νόμος.
Κατά τη διάρκεια των πρώτων από το 1963 χρόνων, ο αριθμός των πλοίων που ήσαν εγγεγραμμένα στο Κυπριακό Νηολόγιο ήταν αμελητέος, πράγμα που θεωρείται φυσικό αφού η ναυτιλιακή κοινότητα χρειάστηκε κάποιο χρόνο μέχρι να αντιληφθεί τα πλεονεκτήματα και τις ευκαιρίες που προσέφερε η σχετική κυπριακή νομοθεσία. Όμως, από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, ο κυπριακός εμπορικός στόλος άρχισε να αυξάνεται με γοργότερους ρυθμούς σε σχέση με τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας του νηολογίου, κατά τη διάρκεια των οποίων μεγάλη σημασία εδίνετο στη θέσπιση της κατάλληλης νομοθεσίας και στην συγκρότητση της αναγκαίας διοικητικής υποδομής. Το 1971 η Κύπρος κατείχε την 17η θέση στον παγκόσμιο εμπορικό στόλο με πλοία ολικής χωρητικότητας 1,74 εκατομμυρίων κόρων, γεγονός που της επέτρεψε να συμμετάσχει στον παγκόσμιο εμπορικό στόλο με ποσοστό 0,7%.
Δυστυχώς, όμως, η τουρκική εισβολή του 1974 ανέκοψε την ανοδική πορεία και αναπόφευκτα οδήγησε στη συνεχή και σταθερή συρρίκνωση του κυπριακού εμπορικού στόλου και φυσικά των εσόδων του κράτους από τη ναυτιλία. Η δυσμενής αυτή κατάσταση στην οποία βρέθηκε ξαφνικά η κυπριακή εμπορική ναυτιλία κράτησε μέχρι και το 1978. Το 1978 ο συνολικός αριθμός των υπό κυπριακή σημαία πλοίων ανερχόταν σε 1.200, με συνολική δυναμικότητα 2,7 εκατομμυρίων τόνων.
Σημαντικός σταθμός στην ανάκαμψη και περαιτέρω ανάπτυξη της εμπορικής ναυτιλίας της Κύπρου είναι το έτος 1978, όταν η κυπριακή κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει την κατάσταση που υπήρχε, πήρε μια σειρά μέτρων. Τα μέτρα αυτά, όπως και άλλοι παράγοντες, συνέβαλαν σημαντικά στην αναζωογόνηση και περαιτέρω ανάπτυξη της ναυτιλίας. Τα μέτρα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα τη θεαματική άνοδο της ναυτιλίας της Κύπρου τα επόμενα 6-7 χρόνια. Η ανάπτυξη της κυπριακής ναυτιλίας, κατά την πιο πάνω περίοδο, υπήρξε τόσο ραγδαία και σημαντική, ώστε ο εμπορικός στόλος της Κύπρου όχι μόνο ξεπέρασε τη συρρίκνωση που παρατηρήθηκε στα προηγούμενα χρόνια, αλλά και αυξήθηκε πολύ πιο πέρα από τα επίπεδα του 1974. Έτσι, το 1986 η Κύπρος κατείχε την 7ην θέση στην παγκόσμια εμπορική ναυτιλία με εμπορικό στόλο συνολικής χωρητικότητας 13,38 εκατομμυρίων κόρων και με ποσοστό συμμετοχής στον παγκόσμιο εμπορικό στόλο 3,5%.
Η δεκαετία του 1990 άρχισε με ευνοϊκούς οιωνούς τόσο για τη διεθνή, όσο και για την κυπριακή εμπορική ναυτιλία. Παγκοσμίως παρατηρήθηκε σημαντική βελτίωση της ναυαγοράς σε βαθμό ώστε να αρχίσουν πάλι οι παραγγελίες πλοίων στα ναυπηγεία. Ταυτόχρονα όμως, λόγω των πολλών και σοβαρών ατυχημάτων σε πλοία που κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του 1970 και της μεγάλης έκτασης ρύπανσης της θάλασσας που προκλήθηκε σε πολλές περιπτώσεις, η αντίδραση των κυβερνήσεων και των ασφαλιστικών και χρηματοδοτικών οργανισμών στα ατυχήματα αυτά ήταν πολύ πιο έντονη και αυστηρή παρά πριν από πέντε ή δέκα χρόνια.
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΕΙΚΟΣΙ ΧΩΡΕΣ ΜΕ ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΣΤΟΛΟ
ΤΟ 1994
Χώρα Χωρητικότητα Αριθμός* Μέση
σε κόρους (GT) πλοίων Ηλικία
ΣΥΝΟΛΟ 475 359 036 80 676 18
Παγκοσμίως
*Δεν περιλαμβάνονται τα μικρά πλοία με χωρητικότητα κάτω των 100 κόρων (GT). Πηγή: Lloyd´s Statistical Tables, 1994.
Παρά το ότι τέτοια προβλήματα αντιμετώπισε και η Κύπρος, γεγονός που φαίνεται τόσο από τα ποσοστά ολικών απωλειών, όσο και από τα ποσοστά κρατήσεων κυπριακών πλοίων σε ξένα λιμάνια λόγω ελλείψεων, η κυπριακή εμπορική ναυτιλ΄’ια στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990 συνέχισε την ανοδική της πορεία. Έτσι, το 1994 ο ολικός αριθμός των υπό κυπριακή σημαία πλοίων έφθασε τις 2.650 και η χωρητικότητά τους ξεπέρασε τα 25,6 εκατομμύρια κόρους ολικής χωρητικόητας (GT), γεγονός που κατατάσσει την Κύπρο ως την τέταρτη μεγαλύτερη ναυτιλιακή χώρα διεθνώς. Εδώ, θα πρέπει να τονιστεί ότι ο αριθμός των πλοίων που αναφέρεται στις στατιστικές της Lloyd´s διαφέρει από τον αριθμό των πλοίων που αναφέρονται στις εθνικές στατιστικές των διαφόρων χωρών και τούτο γιατί στις στατιστικές της Lloyd´s δεν περιλαμβάνονται τα εμπορικά πλοία με χωρητικότητα μικρότερη των 100 GT, π.χ. τα κότερα κ.ά.
Η σημαντική αυτή ανάπτυξη της κυπριακής εμπορικής ναυτιλίας, όπως φαίνεται και από τον πιο κάτω πίνακα, είχε ως αποτέλεσμα και την κατακόρυφη αύξηση των εσόδων από την εμπορική ναυτιλία. Τα έσοδα αυτά από 2,4 χιλιάδες λίρες το 1964 και 427,5 χιλιάδες λίρες το 1980 αυξήθηκαν σε 4,54 εκατομμύρια λίρες το 1994.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΤΟΛΟΥ
Έτη Αριθμός Χωρητικότητα σε Έσοδα σε
Πλοίων χιλιάδες κόρους (GT) χιλιάδες λίρες
1964 9 32,2 2,9
1970 314 1572,7 218,2
1975 930 3329,4 657,5
1980 1233 2098,4 427,5
1985 1487 9596,9 1433,0
1987 1981 17890,1 2350,0
1994 2640 25300,0 4544,0
Πηγή: Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας
Σύμφωνα με στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, το 1994 το συνολικό εισόδημα του Κυπριακού κράτους από τη ναυτιλία ανήλθε σε £42 εκατομμύρια. Σ΄αυτό το ποσό περιλαμβάνονται τα διάφορα τέλη που επιβάλλονται σε πλοία (άμεσα έσοδα) και οι φόροι και τα έξοδα λειτουργίας των ναυτιλιακών εταιρειών καθώς επίσης άλλα έσοδα και οικονομικά οφέλη από αυτές και γενικότερα τη ναυτιλία. Τώρα στην Κύπρο υπάρχει ένας πολύ μεγάλος αριθμός υπεράκτιων εταιρειών με πλήρως εξοπλισμένα γραφεία και μόνιμο προσωπικό αποτελούμενο από ξένους και Κυπρίους. Πολλές από αυτές τις εταιρείες είναι ναυτιλιακές. Μόνο στη Λεμεσό οι ναυτιλιακές εταιρείες εργοδοτούσαν το 1994 1.100 άτομα. Τον ίδιο χρόνο από την εγγραφή πλοίων εισεπράχθη ποσό της τάξης των £9 εκατομμυρίων. Σημαντικές είναι και οι επενδύσεις των υπεράκτιων ναυτιλιακών εταιρειών σε κτιριακές εγκαταστάσεις.
Μέτρα ανάπτυξης
Τα κυριότερα μέτρα και παράγοντες που συνέβαλαν στην αλματώδη ανάπτυξη της εμπορικής ναυτιλίας κατά την περίοδο 1980-94 ήσαν τα ακόλουθα:
Η διοργάνωση του συνεδρίου αυτού δίνει την ευκαιρία στους συνέδρους να γνωρίσουν τις προσπάθειες που καταβάλλονται από την κυβέρνηση, αλλά και τους επιχειρηματίες, κυρίως επαγγελματίες δικηγόρους και λογιστές, ώστε η Κύπρος να αναπτυχθεί ακόμη περισσότερο ως διεθνές ναυτιλιακό κέντρο και να προσελκύσει ακόμη μεγαλύτερο αριθμό ξένων ναυτιλιακών εταιρειών και εταιρειών διαχείρισης πλοίων.
Προβλήματα και προοπτικές
Τα προβλήματα που αντιμετώπισε η κυπριακή εμπορική ναυτιλία κατά τη δεκαετία 1980 (ποσοστά ολικών απωλειών, σοβαρές ελλείψεις σε αριθμό πλοίων, θέματα διεθνούς αποκλεισμού, νομοθεσίας κ.ά.) έχουν βασικά απαμβλυνθεί. Επιπλέον τούτου έχει βελτιωθεί κι η μέση ηλικία των κυπριακών πλοίων. Λαμβάνοντας υπ΄όψιν τη μέση ηλικία του εμπορικού στόλου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ανέρχεται στα 19,8 χρόνια και του παγκόσμιου εμπορικού στόλου που είναι 18 χρόνια, η μέση ηλικία του κυπριακού εμπορικού στόλου που το 1995 ήταν 16 χρόνια δεν παρουσιάζει κανένα πρόβλημα. Με αυτά τα δεδομένα, αν λυθεί ικανοποιητικά το πρόβλημα του σχετικά ψηλού ποσοστού ελλλείψεων στα κυπριακά λιμάνια με τη λήψη δραστικών μέτρων και αντιμετωπιστεί θετικά και η επάνδρωση των πλοίων με προσοντούχο προσωπικό, η κυπριακή εμπορική ναυτιλία θα μπορέσει να προχωρήσει με γοργούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ωστόσο θα πρέπει να τονιστεί ότι η σημερινή περίοδος χαρακτηρίζεται από μια στροφή από την ποσότητα στην ποιότητα. Δηλαδή δεν έχει σήμερα τόση μεγάλη σημασία ο αριθμός των πλοίων που πλέουν στις θάλασσες υπό κυπριακή σημαία ανά την υφήλιο, όσο η ποιότητά τους.
Το πρόβλημα της επάνδρωσης των πλοίων με προσοντούχο προσωπικό τονίζεται ιδιαίτερα γιατί αυτό καθίσταται διαρκώς πιο οξύ, αφού προβλέπεται ότι κατά το υπόλοιπο της δεκαετίας του 1990 θα απαιτηθούν πάνω από 40.000 νέοι αξιωματικοί εμπορικού ναυτικού. Σύμφωνα με τον Κώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης των πλοίων, η εφαρμογή του οποίου θα καταστεί (κατέστη)υποχρεωτική από το 1998, τόσο οι πλοιοδιαχειρίστριες εταιρείες όσο και τα πλοία θα πρέπει να εργοδοτούν προσοντούχο προσωπικό. Επίσης πρέπει να ακολουθούν συγκεκριμένο σύστημα διαδικασιών αποτελεσματικού ελέγχου που (θα) στοχεύει στην εφαρμογή σχεδίων για την ασφαλή λειτουργία των πλοίων βάσει διεθνών προδιαγραφών και την πρόληψη της ρύπανσης από αυτά. (Ήδη) για το σκοπό αυτό το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας έχει αποφασίσει 8απεφάσισε)να θέσει σε λειτουργία νέο σύστημα ελέγχου των κυπριακών πλοίων από δίκτυο ανεξάρτητων επιθεωρητών που θα τοποθετηθούν (τοποθετήθηκαν)σε 50 περίπου λιμάνια του εξωτερικού. Από τα πιο πάνω συνάγεται το συμπέρασμα ότι το μέλλον θα ευνοήσει εκείνα τα νηολόγια που θα παρέχουν άρτια εξυπηρέτηση στα πλοία τόσο σε διοικητικά όσο και σε τεχνικά θέματα με ευνοϊκούς όρους.
Βέβαια, θα πρέπει να τονιστεί ότι οι προοπτικές για την περαιτέρω ανάπτυξη της εμπορικής ναυτιλίας της Κύπρου είναι πολύ καλές. Ήδη η Κύπρος διαθέτει την ανγκαία υποδομή όχι μόνο σε ό,τι αφορά τα θεσμικά και νομικά πλαίσια, αλλά και σε ό,τι αφορά τις τηλεπικοινωνίες και τις συναφείς με τη ναυτιλία υπηρεσίες.
Για την περαιτέρω ανάπτυξη της κυπριακής ναυτιλίας νέο σταθμό θα αποτελέσει αναμφίβολα και η αναμενόμενη σύντομα πλήρης ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Την Κύπρο με την Ευρώπη συνδέουν μακραίωνοι ιστορικοί δεσμοί, πολιτισμός, συνήθειες και πολύ στενές και αμοιβαία επωφελείς εμπορικές και οικονομικές σχέσεις. Προσπάθεια και επιδίωξη της Κύπρου είναι η πλήρης ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση να μη αποβεί εις βάρος εκείνων που έχουν επιλέξει την Κύπρο ως δεύτερη πατρίδα τους και έχουν εγκαταστήσει εδώ τις επιχειρήσεις τους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη ενημερωθεί ότι η Κύπρος ως μια μικρή χώρα στηρίζει και θα συνεχίσει να στηρίζει την οικονομία της σε μεγάλο βαθμό στην παροχή υπηρεσιών, περιλαμβανομένης και της εμπορικής ναυτιλίας. Μέσα σ΄αυτά τα πλαίσια θα επιδιωχθεί η παραχώρηση ενός ειδικού καθεστώτος στην Κύπρο ώστε να μη επηρεαστεί αρνητικά η οικονομία της όσον αφορά αυτόν τον τομέα και επιπλέον να διευκολυνθούν οι υπεράκτιες εταιρείες που υπάρχουν στην Κύπρο να προσαρμοστούν εύκολα στο νέο καθεστώς που θα υπάρχει μετά την ένταξη.
Με την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα ενισχυθεί σημαντικά ο ευρωπαϊκός εμπορικός στόλος αφού αυτός με την προσθήκη του εμπορικού στόλου της Κύπρου (23, 29 εκ. GT) και της Μάλτας (15,45 εκ. GT) που υπολογίζεται ότι θα ενταχθεί ταυτόχρονα, θα φθάσει στα 108,6 εκ. GT), και θα αποτελεί το 28,8% του παγκόσμιου εμπορικού στόλου.
Η συμβολή της ναυτιλίας στην κυπριακή οικονομία είναι αξιόλογη. Με την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένεται ότι αυτή θα γίνει ακόμη πιο σημαντική και θα επιφέρει συνεχώς αυξανόμενα οφέλη με πολύ ευεργετικές επιδράσεις σε διάφορους τομείς της οικονομίας.
Πηγές: