Φυτό πολυετές και καλαμοειδές, πολύ χρήσιμο στον άνθρωπο. Απαντάται σε 12 είδη που αυτοφύονται στις τροπικές και εύκρατες χώρες. Ανήκει στην οικογένεια των Αγρωστωδών (Graminae). Στην Κύπρο, συνηθισμένο και γνωστό από την Αρχαιότητα, είναι το αυτοφυές είδος Arundo donax, το κοινό καλάμι, ο κύπριος κάλαμος των αρχαίων.
Είναι είδος που ευδοκιμεί σε υγρά και αρδευόμενα εδάφη, αν και αντέχει και σε ξηρότερα εδάφη. Απαντάται κυρίως στις κοίτες των ποταμών και των ρυακιών, αλλά φυτεύεται και σε γραμμές στις άκρες των κτημάτων, όπου σχηματίζει φράκτη που, μεταξύ άλλων, προστατεύει τις καλλιέργειες από τους ανέμους. Πολλαπλασιάζεται εύκολα, με ριζώματα, κι αναπτύσσεται σε ύψος συνήθως μέχρι τα 4 μέτρα. Οι περιοχές όπου υπάρχουν φυτεμένα πολλά καλάμια, λέγονται καλαμιώνες ή και καλαμιές.
Αναπτύσσεται με ετήσιους βλαστούς που ο καθένας έχει ένα μακρύ κορμό γύρω από τον οποίο ξεπετάγονται τα έντονου πράσινου χρώματος μακριά φύλλα του. Ο κορμός είναι αρχικά πράσινος, αλλά παίρνει ένα έντονο κίτρινο χρώμα όταν ξεραθεί, χαρακτηρίζεται δε από τους «κόμπους» με τους οποίους είναι χωρισμένος σε κανονικά διαστήματα.
Κάλαμος πολλών χρήσεων
Ιδιαίτερα χρήσιμοι στον Κύπριο, στάθηκαν μέσα στους αιώνες οι κορμοί των καλαμιών, που είχαν πάρα πολλές χρήσεις: απ' αυτούς κατασκευάζονταν τα καλάθια και οι κοφίνες καθώς και αρκετά άλλα είδη της καλαθοπλεκτικής. Με αυτούς σχηματίζονταν φράκτες ή πλέκονταν καλύβες. Εχρησιμοποιούντο επίσης στην παραδοσιακή λαϊκή αρχιτεκτονική της Κύπρου για τη στέγαση σπιτιών (κατασκευή του δώματος, είτε με σειρές από κορμούς καλαμιών, είτε με ψάθες που πλέκονταν από τους κορμούς των καλαμιών). Από τον κορμό του καλαμιού κατασκεύαζαν οι βοσκοί τα πιδκιαύλια (= φλογέρες), αλλά και τα παιδιά τους χαρταετούς τους, τα λεγόμενα πετάσια. Ακόμη, οι μακριοί, λεπτοί και ευλύγιστοι κορμοί των καλαμιών εχρησιμοποιούντο για ψάρεμα, ενώ είχαν και διάφορες άλλες χρήσεις, όπως υποστυλώματα σε καλλιέργειες κλπ.
Το καλάμι χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα από τους αρχαίους Κυπρίους, όπως και από πολλούς άλλους αρχαίους λαούς. Για το κυπριακό καλάμι (τον κύπριον κάλαμον) κάνει λόγο ο Αθήναιος, όπως κι ο Στέφανος Βυζάντιος. Ο Διοσκουρίδης επίσης, που αναφέρει ότι από το καλάμι κατασκευάζονταν μεταξύ άλλων βέλη, φλογέρες, πέννες γραφής κλπ., γράφει και για το κυπριακό καλάμι:« ...ὁ δέ τις παχύς καί κοῖλος, παρά ποταμοῖς φυόμενος, ὅς καί δόναξ καλεῖται, ὑπό τινων δέ κύπριος...» (Περί Ὕλης Ἰατρικῆς, 1.85). Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει και τον φραγμίτη (που στην Κύπρο λέγεται καζάβιν) κι αποδίδει σ' αυτόν φαρμακευτικές ιδιότητες, όπως και στον φλοιό του κυπριακού καλαμιού (ό.π.π., αλλά και Περί ἁπλῶν φαρμάκων, 1.89).
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια