Χωριό της επαρχίας Λάρνακας, στη νότια λοφώδη γεωγραφική περιφέρεια, περί τα 40 χμ. νοτιοδυτικά της πόλης της Λάρνακας. Γειτονεύει με μερικά άλλα μεικτά χωριά, όπως είναι η Τόχνη, το Ζύγι, το Μαρί και το Μαρώνι.
Η Καλαβασός είναι κτισμένη στη δυτική όχθη του ποταμού Βασιλικού, σε μέσο υψόμετρο 80 μέτρων. Το ανάγλυφο είναι διαμελισμένο από το ποτάμιο σύστημα του Βασιλικού. Στα ανατολικά και δυτικά του χωριού το τοπίο είναι λοφώδες με τους χαρακτηριστικούς αποστρογγυλωμένους λόφους των κρητίδων. Στα δυτικά το υψόμετρο φθάνει τα 290 μέτρα, στα ανατολικά τα 196 μέτρα και στα βορειοανατολικά τα 250 μέτρα.
Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν οι κρητίδες, οι μάργες, οι μαργαϊκές κρητίδες, οι γύψοι, οι ασβεστολιθικοί ψαμμίτες και οι πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις της Ολόκαινης γεωλογικής περιόδου. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν εδάφη τέρρα ρόζα, ξερορεντζίνες, προσχωσιγενή και ασβεστούχα.
Το χωριό δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 445 χιλιοστόμετρα. Στην προσχωσιγενή αρδευόμενη κοιλάδα του ποταμού Βασιλικού, καλλιεργούνται τα εσπεριδοειδή (κυρίως πορτοκαλιές, λεμονιές και γκρέιπφρουτ), τα οπωροφόρα δέντρα (κυρίως αχλαδιές), τα λαχανικά (κυρίως πατάτες, ντομάτες και πεπονοειδή), οι αμυγδαλιές και τα αμπέλια (με επιτραπέζιες κυρίως ποικιλίες). Στις υπόλοιπες ξηρικές περιοχές καλλιεργούνται τα σιτηρά, τα κτηνοτροφικά φυτά, τα όσπρια, οι ελιές και οι χαρουπιές. Υπάρχουν όμως και αρκετές ακαλλιέργητες εκτάσεις πάνω στις οποίες φυτρώνουν λίγα πεύκα, αγριοελιές, ασπάλαθοι, λάδανο και θυμάρι. Η κτηνοτροφία του χωριού είναι περιορισμένη: εκτρέφονται λίγα πρόβατα και κατσίκες.
Τα τελευταία χρόνια πολλές είναι η πλημμύρες που σημειώνονται λόγω των καταρρακτωδών βροχών. Συγκεκριμένα, η κοινότητα Καλαβασού χωρίστηκε στα δύο, καθώς τα ορμητικά νερά του Βασιλοπόταμου περνούσαν μέσα από σπίτια και υποστατικά και έχουν προκαλέσει σοβαρές ζημιές στους δρόμους από τις καταρρακτώδεις βροχές που άρχισαν στις 7 Ιανουαρίου 2020. Τα ορμητικά νερά που διέρχονταν ολόκληρες γειτονιές του χωριού προκάλεσαν υποχωρήσεις δρόμων, πλημμυρισμένα γεφύρια και καταστροφές σε οικίες και περιουσίες. Οι σφοδρές βροχοπτώσεις δημιούργησαν εικόνες βιβλικής καταστροφής στην κοινότητα και χρειάστηκε η επέμβαση μελών της ΕΜΑΚ για απεγκλωβισμό πολιτών από τα σπίτια τους καθώς οι δρόμοι μετατράπηκαν σε ποτάμια. Στην είσοδο του χωριού, ο δρόμος έκλεισε με οδηγίες της Επαρχιακής Διοίκησης Λάρνακας, της Αστυνομίας και των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης καθώς το οδόστρωμα παρασύρθηκε από μεγάλους όγκους νερού, ενώ ο τοίχος αντιστήριξης κατέρρευσε.
Η Καλαβασός περιλαμβάνεται στο υδατικό έργο Βασιλικού - Πεντάσχοινου και έχει ωφεληθεί απ' αυτό με την κατασκευή φράγματος και την άρδευση σημαντικής έκτασης γης, καθώς και με την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών. Εξάλλου στο χωριό εφαρμόστηκαν δυο σχέδια αναδασμού, τα οποία έλυσαν σοβαρά και πιεστικά προβλήματα διακατοχής γης. Οι εκτάσεις που περιλήφθηκαν στα σχέδια αναδασμού αρδεύονται στα πλαίσια του υδατικού έργου Βασιλικού - Πεντάσχοινου. Το πρώτο σχέδιο αναδασμού που εφαρμόστηκε στο χωριό είναι γνωστό ως σχέδιο Καλαβασού - Τόχνης γιατί περιλαμβάνει έκταση και των δυο αυτών χωριών. Το σχέδιο αυτό συμπληρώθηκε το 1986. Το δεύτερο σχέδιο αναδασμού, στα βόρεια του οικισμού, είναι γνωστό ως σχέδιο Καλαβασού / 2 και συμπληρώθηκε το 1990.
Από συγκοινωνιακής απόψεως, το χωριό συνδέεται οδικά με τον δρόμο Λευκωσίας - Λεμεσού που περνά από τα νότιά του. Συνδέεται επίσης στα βορειοδυτικά με τα χωριά Ασγάτα (περί τα 3,5 χμ.) και Δράπεια (περί τα 4 χμ.), και στα βορειοανατολικά με το χωριό Τόχνη (περί τα 2,5 χμ.).
Η Καλαβασός γνώρισε πληθυσμιακές αυξομειώσεις. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:
Χρονολογία | Κάτοικοι |
---|---|
1881 | 667 |
1891 | 661 |
1901 | 738 |
1911 | 839 |
1921 | 953 |
1931 | 957 |
1946 | 1.243 (1.051 Έλληνες, 187 Τούρκοι και 5 άλλης εθνικότητας) |
1960 | 1.126 (881 Έλληνες, 243 Τούρκοι και 2 άλλης εθνικότητας) |
1973 | 752 (όλοι Έλληνες) |
1976 | 870 |
1982 | 655 |
1992 | 642 |
2001 | 644 |
2011 | 737 |
2021 | 880 |
Στις απογραφές των ετών 1931, 1946 και 1960, ο πληθυσμός της Καλαβασού συνυπολογιζόταν με τους πληθυσμούς των χωριών Παρσάτα και Δράπεια. Ο οικισμός της Καλαβασού είναι στο σύνολό του κτισμένος κατά μήκος της κοιλάδας του Βασιλικού ποταμού και ιδιαίτερα κατά μήκος του κύριου δρόμου που τον διασχίζει και ο οποίος τον συνδέει με τον υπεραστικό δρόμο Λευκωσίας -Λεμεσού.
Στο χωριό είναι σχετικά ανεπτυγμένη η κεντητική. Περί τα 6 χμ. βορειοδυτικά του χωριού βρίσκονται τα μεταλλεία της Καλαβασού, τα οποία στη διάρκεια της λειτουργίας τους βοήθησαν στην εργοδότηση αρκετού πληθυσμού.
Βλέπε λήμμα: Καλαβασός, Μεταλλεία
Η περιοχή του χωριού Καλαβασός, προνομιούχα από πολλές απόψεις και κυρίως εξαιτίας του Βασιλικού ποταμού που εξασφάλιζε την άρδευση και ύδρευση, αλλά και των μεταλλοφόρων της κοιτασμάτων, πυκνοκατοικήθηκε από τα αρχαιότατα χρόνια. Η περιοχή αποτελεί σήμερα σημαντικότατο αρχαιολογικό χώρο (για τον οποίο βλέπε το αμέσως επόμενο χωριστό λήμμα.
Η κοιλάδα του Βασιλικού ποταμού, καθώς κι ολόκληρη η γύρω περιοχή, θα πρέπει να ήταν δασωμένη και καταπράσινη σε παλαιότερες εποχές, πράγμα που έδωσε, σύμφωνα προς την επικρατέστερη ερμηνεία, και την ονομασία του χωριού. Η αρχαία ελληνική λέξη βᾶσσα (ή και βῆσσα) σημαίνει ακριβώς δασώδης κοιλάδα. Στην Αρκαδία της Πελοποννήσου υφίστατο κατά την Αρχαιότητα οικισμός με την ονομασία Βᾶσσαι, όπου βρισκόταν, κατά τον Παυσανία (8.47,1) ο περίφημος ναός του Επικουρίου Απόλλωνος. Από την ίδια ρίζα προέρχονται, κατά πάσαν πιθανότητα, οι ονομασίες των κυπριακών χωριών Βάσα, Γεροβάσα (=Ιερή Βάσσα), Γεράσα και Καλαβασός (=Καλή Βάσσα).
Ο οικισμός της Καλαβασού υφίστατο κατά τον Μεσαίωνα με την ίδια ονομασία και σε παλαιούς χάρτες σημειώνεται ως Calavaso και Calavato. Σε δυο παλαιά χειρόγραφα, της περιόδου της Βενετοκρατίας, ο οικισμός ευρίσκεται σημειωμένος ως Calavato. Στο ένα απ' αυτά (χειρόγραφο Λειμωνίδα) περιλαμβάνεται μεταξύ των χωριών που κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια ανήκαν διοικητικά στο διαμέρισμα Μαζωτού. Στο δεύτερο χειρόγραφο απαντώνται δυο οικισμοί με την ονομασία Calavato: ο ένας ως ιδιοκτησία της Μαργαρίτας Λουζινιανής (μέλους της βασιλικής οικογένειας της Κύπρου κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, πιθανότατα της κόρης του βασιλιά Πέτρου Α' και αδελφής του βασιλιά Πέτρου Β') και ο δεύτερος ως ευρισκόμενος στην περιοχή Παλαικύθρου. Συνεπώς η Καλαβασός αποτελούσε, κατά τον 14ο αιώνα (β' μισό) ιδιοκτησία της Μαργαρίτας Λουζινιανής. Για τον οικισμό κοντά στο Παλαίκυθρο, που φαίνεται ότι ονομαζόταν επίσης Καλαβασός, δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες. Πιθανόν όμως να πρόκειται περί λάθους και να μην υφίστατο αυτός ο δεύτερος οικισμός (δηλαδή λανθασμένη τοποθέτηση της γνωστής Καλαβασού κοντά στο Παλαίκυθρο). Ο Φλώριος Βουστρώνιος (16ος αιώνας) μνημονεύει το χωριό, γράφοντάς το ακριβώς Calavasso. Σημειώνει σχετικά ότι κατά την αναδιανομή των φέουδων στην οποία προέβη ο βασιλιάς της Κύπρου Ιάκωβος Β΄ μετά την άνοδό του στον θρόνο το 1460, η Καλαβασός δόθηκε στον αξιωματούχο Γκαλεάτσο ντε Βιλλαραούν (ή Βιλλαφράγκα) μαζί με άλλα 4 χωριά.
Αλλά ο Φλώριος Βουστρώνιος αναφέρει επίσης και την Καλαβασό του Κεφάλου (;) (Calavasso di Chifalo) που είχε την ίδια εποχή δοθεί από τον Ιάκωβο Β΄ ως φέουδο στον Ιωάννη Αρονιόν. Πιθανότατα επρόκειτο για οικισμό που βρισκόταν κοντά στο Παλαίκυθρο και αναφέρεται ως Καλαβασός (του Κεφαλόβρυσου;)
Η εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στην Παναγία και δίπλα από αυτήν υπάρχει αρχαίο νεκροταφείο.
Τα «κοινά γράμματα» δίδαξαν ιεροδιδάσκαλοι και γραμματοδιδάσκαλοι. Ο Ιωσίας Σπένσερ, ιερωμένος και πρώτος Άγγλος επιθεωρητής της παιδείας, στην έκθεσή του για το σχολείο, το οποίο επισκέφθηκε μεταξύ Απριλίου και Μαΐου του 1880 γράφει: Το σχολείο απ' ό,τι μπορώ να θυμηθώ, επειδή δεν κράτησα στατιστικές σημειώσεις, είναι κάπως ανώτερο του μέσου όρου. Ο δάσκαλος είναι νεαρός με αρκετές ικανότητες και πληρώνεται 3.000 γρόσια το χρόνο από τους γονείς των παιδιών, 25 αγοριών και 3 κοριτσιών. Στην Καλαβασό υπάρχει και μικρό τουρκικό σχολείο. Οι πληροφορίες, από τον Ιερώνυμο Περιστιάνη.
Κατά τον Ν. Κληρίδη, πρώτος δάσκαλος που δίδασκε τα «εκκλησιαστικά γράμματα» το 1854 ήταν ο Παπανικόλας, ο παπάς του χωριού. Το σχολικό κτίριο κτίστηκε το 1875, όπως γράφει ο ίδιος ερευνητής. Παρόμοιες πληροφορίες δίνει και ο Λοΐζος Φιλίππου, που προσθέτει ότι ο Παπανικόλας δίδαξε για 10 χρόνια, οπότε τον διαδέχθηκε ο χωριανός Χατζηστυλιανός Χατζησολωμού, που είχε μάθει γράμματα στα Ιεροσόλυμα όπου έζησε 8 χρόνια.
Οι Τούρκοι κάτοικοι της Καλαβασού εγκατέλειψαν το χωριό μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και μεταφέρθηκαν στις κατεχόμενες από τους εισβολείς περιοχές της Κύπρου.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια