Η περίοδος αναταραχών που εκδηλώθηκε στην Κύπρο κατά το τέλος της Μέσης Εποχής του Χαλκού και στις αρχές της Ύστερης Χαλκοκρατίας συμπίπτει χρονικά με την περίοδο των επιδρομών των Ασιατών Υκσώς στην Ανατολική Μεσόγειο όμως δεν υπάρχουν τεκμήρια για την κατάληψη της Κύπρου – είτε ολόκληρης είτε τμήματός της – από το λαό αυτό. Οι Υκσώς ηττήθηκαν και εκδιώχθηκαν από την Αίγυπτο γύρω στο 1.550 π.Χ.
Χεττιτικά κείμενα από το Μπογκάζκιοϊ της Μ. Ασίας αναφέρουν ότι η Κύπρος γύρω στο 1.400 π.Χ. καταλήφθηκε από τους Χετταίους, αιχμαλωτίστηκε ο βασιλιάς της και της επιβλήθηκε φόρος υποτελείας. Ο ισχυρισμός αυτός μέχρι στιγμής θεωρείται αναληθής, καθώς δεν έχει επιβεβαιωθεί από αρχαιολογικές ενδείξεις. Τέτοιοι ισχυρισμοί, γεμάτοι κομπασμό και αλαζονεία, δεν ήταν ασυνήθιστο φαινόμενο στις αρχαίες ανατολικές πηγές.
Σε έγγραφα της Τελλ-Ελ-Αμάρνα στην Αίγυπτο και του Μπογκάζκιοϊ της Μ. Ασίας αναφέρεται ότι έγιναν επιδρομές των Λούκκι (λαού που προέρχεται από τη Μ. Ασία) εναντίον πόλεων της Αλάσιας. Ίσως η καταστροφή της Έγκωμης γύρω στο 1.375 –1.350 π.Χ. να οφείλεται στις επιδρομές αυτές.
Λίγα χρόνια μετά την εγκατάσταση των Αχαιών στην Κύπρο γύρω στο 1.200 π.Χ. παρατηρήθηκαν βίαιες καταστροφές στις παράλιες πόλεις της Κύπρου. Οι καταστροφές αυτές αποδίδονται στους λεγόμενους «Λαούς της Θάλασσας». Με την ονομασία αυτή τα αρχαία κείμενα αποκαλούσαν ομάδες τυχοδιωκτών από διάφορα μέρη της Μεσογείου, οι οποίοι για ένα διάστημα επιδίδονταν σε επιδρομές και λεηλασίες. Οι επιδρομείς αυτοί εξουδετερώθηκαν οριστικά από το Φαραώ Ραμσή Γ΄ (1.191 π.Χ.).
Γύρω στο 1.100 π.Χ. ο μυκηναϊκός πολιτισμός στο Αιγαίο πλήγηκε από τη λεγόμενη «Κάθοδο των Δωριέων». Η Κύπρος δεν επηρεάστηκε άμεσα παρά μόνο έμμεσα. Οι Κρήτες πρόσφυγες που κατέφτασαν και εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο (κυρίως στα αστικά κέντρα της Έγκωμης και του Κιτίου) έφεραν μαζί τους την τέχνη, τη γλώσσα, τη θρησκεία τους και γενικά τον πολιτισμό τους, επηρεάζοντας ανεξίτηλα το μέλλον του τόπου.
Η κάθοδος των Αχαιών
Μετά την καταστροφή των μινωικών κέντρων, γύρω στο 1.400 π.Χ., οι Μυκηναίοι, αφού αντικατέστησαν τους Μινωίτες σε όλες τους τις εμπορικές δραστηριότητες, επεκτάθηκαν στην Ανατολική Μεσόγειο και επιβλήθηκαν στα σημαντικότερα λιμάνια, συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου, από όπου άρχισαν να εμπορεύονται με τις γειτονικές χώρες και την Αίγυπτο.
Τα αναρίθμητα καλλιτεχνικά έργα αυτών των επιδέξιων τεχνιτών, που ανακαλύφθηκαν σε ασύλητους τάφους στην Έγκωμη και άλλες τοποθεσίες, περιλαμβάνουν χρυσά κοσμήματα, αντικείμενα από φίλντισι, αλάβαστρο και φαγεντιανή, σφραγιδοκύλινδρους και σκαραβαίους, ασημένια αντικείμενα και διάφορα άλλα σημαντικά δείγματα μικροτεχνίας.
Αργότερα, στα τέλη του 12ου και αρχές του 11ου αιώνα π.Χ., ένα νέο κύμα Αχαιών, πιθανόν κάτω από την πίεση της καθόδου των Δωριέων, έφτασαν στο νησί και με την εγκατάστασή τους εισήγαγαν τον πολιτισμό τους σε όλες τις πτυχές της ζωής. Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ήταν ο εξελλληνισμός της Κύπρου.
Ο εξελληνισμός της Κύπρου
Οι πρώτοι Έλληνες εγκαταστάθηκαν αρχικά, γύρω στο 1.400 π.Χ. ως έμποροι στην Κύπρο. Σιγά – σιγά άρχισαν να επιβάλλονται στην κοινωνία του νησιού και μέχρι το τέλος του 13ου αι. π.Χ. είχαν ενδυναμώσει τη θέση τους. Όπως φαίνεται από τα δημόσια και ιδιωτικά οικοδομήματα που αποκαλύφθηκαν στην Έγκωμη, το Κίτιο, την Καλαβασό – Άγιος Δημήτριος, την Άλασσα, την Παλαίπαφο και άλλες μυκηναϊκές τοποθεσίες, οι πρώτοι Μυκηναίοι άποικοι εισήγαγαν νέες μεθόδους και κανόνες στην αρχιτεκτονική και την πολεοδομία.
Αργότερα, στα τέλη του 12ου και αρχές του 11ου αιώνα π.Χ., ένα νέο κύμα Αχαιών, πιθανόν κάτω από την πίεση της καθόδου των Δωριέων, έφτασε στο νησί. Με την εγκατάστασή τους οι νέοι άποικοι εισήγαγαν τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις παραδόσεις και τα έθιμά τους και κάποιες καινοτομίες στην τέχνη και τη νομοθεσία των βασιλείων. Ακολούθησε μια σταδιακή συγχώνευση του κυπριακού και του ελληνικού πολιτισμού, στον οποίο επικράτησαν τα ελληνικά στοιχεία και έτσι η Κύπρος κατά την εποχή του Σιδήρου μεταβλήθηκε σε ένα εξελληνισμένο νησί.
Σχέσεις με τους Ετεοκύπριους
Η εγκατάσταση των Αχαιών στην Κύπρο επηρέασε καταλυτικά το νησί και οδήγησε στον εξελληνισμό του. Οι σχέσεις των Αχαιών με το ντόπιο στοιχείο ήταν ομαλές και δεν υπάρχουν ενδείξεις για τυχόν ένταση ή ρήξη. Η πολιτισμική αλλαγή που επέφεραν οι Αχαιοί δεν υπήρξε απότομη και βίαιη. Φαίνεται ότι οι Έλληνες άποικοι κράτησαν χαμηλούς τόνους στις σχέσεις τους με τους Ετεοκύπριους, ενώ παράλληλα η δυναμική παρουσία τους σε όλους τους τομείς της ζωής επηρέασε τους αυτόχθονες και με την πάροδο των χρόνων οδήγησε τελικά στην αφομοίωσή τους.
Προσωπικότητες
Μια σειρά από μυθολογικά πρόσωπα συνδέονται με την ίδρυση διαφόρων πόλεων της Κύπρου κατά την εποχή της Ύστερης Χαλκοκρατίας. Η μυθολογική παράδοση που αποδίδει την ίδρυση των αρχαίων κυπριακών βασιλείων στους Αχαιούς επιβεβαιώνεται σήμερα από πολλά και διάφορα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης στους χώρους αυτών των αρχαίων οικισμών. (Χ1) Αν τοποθετήσουμε χρονικά τον Τρωικό πόλεμο στα 1250 π.Χ., τότε η ίδρυση των κυπριακών βασιλείων πρέπει να έγινε γύρω στο 1220 π.Χ.
Τεύκρος
Σύμφωνα με πολλές αρχαίες γραπτές μαρτυρίες η ίδρυση της Σαλαμίνας της Κύπρου οφείλεται σε ένα ήρωα του Τρωικού πολέμου, τον Τεύκρο. Αυτός ήταν γιος του Τελαμώνα, βασιλιά της Σαλαμίνας στην Ελλάδα, και αδελφός του Αίαντα, του ήρωα που είχε τραγικό τέλος στην Τροία. Ο Τεύκρος μετά την αυτοκτονία του αδελφού του στην Τροία και την άλωση της πόλης αυτής από τους Αχαιούς, γύρισε πίσω στην πατρίδα του, τη Σαλαμίνα. Ο πατέρας του, οργισμένος μαζί του για τη στάση που είχε τηρήσει απέναντι στην αυτοκτονία του αδελφού του, δεν τον δέχτηκε και τον έδιωξε από τη Σαλαμίνα. Διωγμένος από την πατρίδα του, λοιπόν, κατέφυγε στην Κύπρο, όπου ίδρυσε μια πόλη και της έδωσε το όνομα Σαλαμίνα για να του θυμίζει την πατρίδα του.
Αγαπήνωρ
Ο Αγαπήνορας, μυθικός βασιλιάς της Τεγέας, στην Πελοπόννησο, θεωρείται ο ιδρυτής της πόλης της Πάφου. Σύμφωνα με τον Παυσανία, ο Αγαπήνορας μετά τον Τρωικό πόλεμο παρασύρθηκε με τα καράβια του από μια θύελλα και προσάραξε στην Κύπρο. Εκεί, στο δυτικό μέρος του νησιού, έκτισε μια πόλη, την Πάφο. Μετά από χρόνια η κόρη του Αγαπήνορας, η Λαοδίκη, έστειλε στην Τεγέα ένα πέπλο ως αφιέρωμα στο ναό της θεάς Αθηνάς.
Ακάμας
Ο Ακάμας ήταν γιος του μυθικού Θησέα, βασιλιά της Αθήνας. Μαζί με τον Φάληρο, εγγονό του Ερεχθέα, έκτισε την πόλη των Σόλων στην Κύπρο.
Πράξανδρος
Ο Πράξανδρος από τη Λακωνία υπήρξε ο ιδρυτής της αρχαίας Λαπήθου στα χρόνια που ακολούθησαν τον Τρωικό πόλεμο.
Χύτρος
Ο Χύτρος υπήρξε εγγονός του Ακάμαντος, του ιδρυτή των Σόλων. Ο ίδιος έκτισε την πόλη των Χύτρων, τη σημερινή Κυθρέα.
Χαλκάνωρ
Ο Έλληνας ήρωας Χαλκάνορας ίδρυσε το αρχαίον Ιδάλιον. Σύμφωνα με μια παράδοση την οποία διέσωσε ο Στέφανος Βυζάντιος, ο Χαλκάνορας ακολούθησε τις οδηγίες ενός χρησμού για την επιλογή του χώρου όπου θα έκτιζε μια πόλη. Ο χρησμός έλεγε ότι η πόλη πρέπει να χτιστεί εκεί όπου θα έβλεπε τον ήλιο να ανατέλλει. Έτσι λοιπόν, ο Χαλκάνορας και οι σύντροφοί του άρχισαν να περιπλανώνται στο νησί, μέχρι που ένας από αυτούς φώναξε στο Χαλκάνορα ότι είδε τον ήλιο («Είδον άλιον»). Λέγεται ότι στη φράση αυτή οφείλεται η ονομασία της αρχαίας πόλης του Ιδαλίου.
Κηφεύς
Ο Κηφέας, ο ιδρυτής της αρχαίας Κερύνειας, καταγόταν από τη βόρεια Πελοπόννησο. Οδήγησε στην Κύπρο μια ομάδα από οικιστές από τη Βούρα, τη Δύμη και την Ωλενό. Εικάζεται ότι οι οικιστές αυτοί διαφωνούσαν για το όνομα που έπρεπε να δοθεί στη νεοϊδρυθείσα πόλη, έτσι της έδωσαν το όνομα Κερύνεια, το οποίο υπήρχε ως τοπωνύμιο στην παλιά πατρίδα τους.