Καντού αρχαιολογικός χώρος

Image

Πάνω σε λόφο στην περιοχή «Κουφόβουνος» του χωριού Καντού, παρά την κοίτη του ποταμού Κούρη, εντοπίστηκε νεολιθικός αρχαιολογικός χώρος όπου, από το 1992 και για σειρά ετών έγινε ανασκαφή από ομάδα του Πανεπιστημίου Αθηνών υπό τη διεύθυνση της καθηγήτριας Ελένης Μαντζουράνη. Σε κάποιο στάδιο συνεργάστηκαν και εξειδικευμένα κλιμάκια από το Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το Πανεπιστήμιο Κρήτης, για αποτύπωση του χώρου και γεωφυσικές έρευνες με σύγχρονες μεθόδους.

           

Όπως έχει διαφανεί από την αρχαιολογική έρευνα, ο χώρος στο Καντού εκπροσωπεί αγροτικό μεγάλο οικισμό που χρονολογείται μεταξύ του 4500 και του 3700 π.Χ., δηλαδή στην Ύστερη Νεολιθική περίοδο. Ραδιοχρονολογήσεις που έγιναν από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης συμφωνούν για την ακμή του οικισμού κατά τα μέσα της 5ης π.Χ. χιλιετίας.

           

Οι κατοικίες του οικισμού ήταν μεγάλες για την εποχή και άνετες, με εμβαδόν περί τα 30 – 35 τετραγωνικά μέτρα, ως επί το πλείστον τετράπλευρες, με αποστρογγυλεμένες γωνίες. Μερικές ωστόσο των κατοικιών είχαν κάτοψη στρογγύλη ή ελλειψοειδή. Ο οικισμός ήταν πυκνοδομημένος, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις οι χώροι μεταξύ των κατοικιών ήσαν μεγάλοι και ευρύχωροι, οι κατοικίες είχαν δηλαδή άνετες αυλές. Οι τοίχοι των κατοικιών, από τοπικό πέτρωμα, σώζονται μόνο στο κάτω μέρος τους, σε ύψος περίπου 35 – 40 εκατοστομέτρων, και σε μερικά σημεία μέχρι και σχεδόν το ένα μέτρο.

           

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι βρέθηκαν και ταφές ανθρώπων μέσα σε κατοικίες. Αυτό είναι στοιχείο που παραπέμπει σε ενδιάμεσο, ίσως, κρίκο συντήρησης  της μακράς παράδοσης, τουλάχιστον ως προς τα ταφικά έθιμα, αφού ταφές μέσα σε κατοικίες απαντώνται τόσο σε προγενέστερες εποχές (Πρώιμη Νεολιθική – Χοιροκοιτία, Καλαβασός κ.α.) όσο και σε μεταγενέστερες (Χαλκολιθική – Λέμπα, Κισσόνεργα, Ερήμη). Την ως ένα βαθμό συνέχιση της παράδοσης φαίνεται ότι υποδηλώνουν και οι λίγες κατοικίες κυκλικής κάτοψης που αποκαλύφθηκαν στο Καντού.

           

Τα διάφορα κινητά ευρήματα περιλαμβάνουν κεραμική, εργαλεία από λιασμένους και επεξεργασμένους λίθους, ανθρώπινα οστά, οστά ζώων, όπως χοίρων και αιγοπροβάτων, πράγμα που υποδηλώνει και ασχολία των κατοίκων με τη κτηνοτροφία. Βρέθηκαν επίσης και απομεινάρια θαλάσσιας ζωής. Όλα αυτά δείχνουν ότι επρόκειτο για οικισμό του οποίου οι κάτοικοι ασχολούνταν όχι μόνο με τη γεωργία και κτηνοτροφία, αλλά και με το κυνήγι και το ψάρεμα, παρά το ότι ο οικισμός βρισκόταν σε σχετική απόσταση από την ακτή. Η πρόσβαση όμως προς τη θάλασσα ήταν εύκολη, μέσω της κοιλάδας του ποταμού Κούρη. Ο οικισμός βρισκόταν πάντως σε προνομιακή τοποθεσία, δίπλα στον ποταμό, όχι μακριά από τη θάλασσα και επίσης όχι μακριά από τις δασώδεις πλαγιές της οροσειράς του Τροόδους. Λόγω του ποταμού, ικανοποιητικές εκτάσεις προσφέρονταν για καλλιέργειες.

           

Η μελέτη των ευρημάτων φανερώνει ότι ο οικισμός αυτός διατηρούσε επαφή και εμπορικές σχέσεις με άλλους οικισμούς της ίδιας εποχής.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image