Περιοχή της Ισπανίας που αποτελεί ξεχωριστή γεωγραφική έκταση κι έχει δική της ιστορία. Διατηρεί τα δικά της έθιμα κι έχει ένα δικό της ξεχωριστό χαρακτήρα. Πρωτεύουσά της είναι η Σαραγκόσα. Στην αρχαιότητα υπήρξε ρωμαϊκή επαρχία, αργότερα κατακτήθηκε από τους Βησιγότθους (5ος μ.Χ. αι.) και από τους Άραβες (8ος μ.Χ. αι.). Κατά τον Μεσαίωνα η Αραγκόν ή Αραγονία αποτελούσε βασίλειο που διεξήγαγε πολέμους κυρίως εναντίον των Αράβων τους οποίους εκδίωξε από την Ισπανία. Το βασίλειο της Αραγονίας ενώθηκε με την Καταλονία στα 1164 και ύστερα από πολέμους κατέκτησε τη Βαλέντσια, την Κορσική, τη Σαρδηνία, τη Σικελία κ.α. μέρη.
Το βασίλειο της Αραγκόν είχε, κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας, ποικίλες σχέσεις και επαφές με το βασίλειο της Κύπρου. Αυτές μαρτυρούνται ήδη από το 1313 - 1324, με μια σειρά επιστολών ανώτατων αξιωματούχων της Κύπρου κατά την περίοδο αυτή προς τον βασιλιά της Αραγκόν Ιάκωβο Β'. Κατά την εποχή αυτή είχε καταβληθεί προσπάθεια να παντρευτεί η αδελφή του Κύπριου βασιλιά Ερρίκου Β' (1310-1324), η Μαρία, τον βασιλιά της Αραγκόν Ιάκωβο Β', τον οποίο και παντρεύτηκε τελικά στα 1315. Αλλά κι ο βασιλιάς Ερρίκος νυμφεύθηκε την Κωνστάνς της Αραγκόν, κόρη του Φρειδερίκου Β' βασιλιά της Σικελίας, στη Λευκωσία στις 16 Οκτώβριο του 1317. Οι γάμοι αυτοί, που ενείχαν και μεγάλη πολιτική σημασία, συνέβαλαν στις στενότερες σχέσεις μεταξύ των δυο βασιλείων κι οι εμπορικές επαφές μεταξύ τους, κυρίως μέσω Καταλανών εμπόρων και ναυτικών, αυξήθηκαν. Τούτο σε εποχή κατά την οποία ο εμπορικός ανταγωνισμός στην ανατολική Μεσόγειο μεταξύ Βενετών, Γενουατών, Καταλανών και άλλων, συνεχώς αυξανόταν. Η βασίλισσα της Κύπρου Κωνστάνς της Αραγκόν εγκατέλειψε το νησί κι επέστρεψε στον πατέρα της στις 2 Μαρτίου του 1326, δυο χρόνια μετά το θάνατο του συζύγου της, βασιλιά Ερρίκου.
Η αλληλογραφία μεταξύ του επόμενου βασιλιά της Κύπρου Ούγου Δ' (1324-1359) με τον βασιλιά της Αραγκόν, φανερώνει ότι οι επαφές συνεχίστηκαν, αν και όχι πάντα αρμονικές. Ωστόσο ένας νέος γάμος διευθετήθηκε μεταξύ των δυο βασιλείων: ο Ούγος νύμφευσε τον γιο του Πέτρο με την Ελεωνόρα της Αραγκόν στα 1353. Η Ελεωνόρα ήταν η δεύτερη σύζυγος του Πέτρου, μετά την Εχίβη ντε Μοντφόρτ.
Όταν ο βασιλιάς Ούγος Δ' παραιτήθηκε από το θρόνο, ο γιος του Πέτρος και η Ελεονώρα στέφθηκαν βασιλείς της Κύπρου στις 24 Νοεμβρίου του 1358, ενώ στις 5 Απριλίου 1359 στέφθηκαν στην Αμμόχωστο βασιλείς Ιεροσολύμων. Η δυναμική βασίλισσα Ελεονώρα της Αραγκόν εγκατέλειψε την Κύπρο τον Οκτώβριο του 1380, αρκετά μετά τη δολοφονία του συζύγου της βασιλιά Πέτρου Α' (1369) και πέθανε στη Βαρκελώνη στις 26 Δεκεμβρίου 1417. Η Ελεωνόρα, μετά την άγρια δολοφονία του Πέτρου, κατέβαλε προσπάθειες να εκδικηθεί τον θάνατό του και προσπάθησε να προκαλέσει επέμβαση στην Κύπρο στρατιωτικών δυνάμεων από την πατρίδα της, και κυρίως επέμβαση των Γενουατών. Πατέρας της Ελεονώρας ήταν ο Πέτρος της Αραγκόν, γιος του βασιλιά της Αραγκόν Ιάκωβου Β'. Ο πατέρας της, μετά το θάνατο της συζύγου του Ιωάννας, έγινε φραγκισκανός μοναχός. Έτσι, όταν η Ελεωνόρα ήταν βασίλισσα της Κύπρου, στην Αραγκόν βασίλευε ο ξάδελφός της Πέτρος Δ'.
Περαιτέρω σχέσεις των δυο βασιλείων συνεχίστηκαν μέχρι το τέλος της δυναστείας των Λουζινιανών στην Κύπρο.