«Παρακαλώ καθίστε! Όπου, μ’ όποιους κι όποιες προτιμάτε», είπε η Τζένη. «Δεν υπάρχει πρωτόκολλο απόψε».
Η ανακοίνωση προξένησε στους καλεσμένους – όλους βολεμένους μέσα στην αυστηρή εθιμοτυπία του Κονακιού – μούδιασμα και αδράνεια. Για μερικές στιγμές μείνανε αμήχανοι, αναποφάσιστοι πώς θα ενεργούσαν· μερικοί, οι πιο οικείοι, σπεύσανε να καθίσουν στις θέσεις που συνήθως τους παραχωρούσε η ετικέτα. Άλλοι, οι πιο άτολμοι, περίμεναν να δουν πού θα καθόντουσαν οι φίλοι κι οι γνωστοί.
Ο Κέης, που ανήκε ασφαλώς στη δεύτερη κατηγορία, ετοιμαζόταν να καθίσει σ’ έν’ απ’ τα επικουρικά τραπέζια, πλάι στον Μπάρυ Μιχαήλοβιτς, όταν με δυσφορία ένιωσε ένα χέρι, μακρύ σαν ανακόντα, να τυλίγεται στη μέση του. Το αναγνώρισε προτού το δει, απ’ την αφή κι από το βάρος.
«Ναι μεν δεν έχουμε πρωτόκολλο απόψε, όμως για σένα κράτησα μια θέση ειδική», του ’πε ο οικοδεσπότης. Και συνέχισε: «Απόψε είσαι συ το νούμερο ένα! Πρόσεξες φαντάζομαι την πρόσκληση…»
Μ’ αυτό απαντήθηκε η μια απ’ τις απορίες του Κέη· η αρίθμηση στην πρόσκληση δεν ήτανε τυχαία. Πώς μπορούσε να ’ταν διαφορετικά; Ίσαμε δω καλά! Μα η εξήγηση έφερε μια ερώτηση καινούργια: γιατί να ’ναι αυτός απ’ όλους ο τιμώμενος; Αυτός, ο ταπεινότερος απ’ όλους; Τι είχε σκαρφιστεί ο Καρόλου; Τι σχεδίαζε;
Απόσπασμα από το έργο του Πάνου Ιωαννίδη Η αβάσταχτη φιλοπατρία του Π.Φ.Κ.