Αξιωματικός του ελληνικού στρατού, στυλοβάτης του στρατιωτικού δικτατορικού καθεστώτος που επεβλήθη στην Ελλάδα την 21η Απριλίου του 1967, οπότε κατείχε το αξίωμα του Αρχηγού της ΕΣΑ (Στρατιωτική Αστυνομία). Το 1964 είχε σταλεί στην Κύπρο όπου και υπηρέτησε για σύντομο διάστημα, οπότε συνδέθηκε με φιλία με τον Νικόλαο Σαμψών ο οποίος έγινε κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος στην Κύπρο (και με την υποστήριξη του Ιωαννίδη από την Αθήνα), «πρόεδρος» της πραξικοπηματικής κυβέρνησης. Τον Νοέμβριο του 1973, η στρατιωτική ομάδα του ταξιάρχου (τότε) Δημητρίου Ιωαννίδη ανέτρεψε το δικτατορικό καθεστώς του Γεωργίου Παπαδοπούλου ύστερα από τα τραγικά γεγονότα του Πολυτεχνείου, κι επέβαλε νέο, όσο και πιο σκληρό στρατιωτικό καθεστώς. Ωστόσο ο ίδιος απέφευγε πάντοτε να εμφανίζεται στο προσκήνιο, προτιμώντας να κατευθύνει τα νήματα από το παρασκήνιο. Έτσι, σχημάτισε «κυβέρνηση» όπου τα αξιώματα διαμοίρασε σε άλλους (Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος, Φαίδων Γκιζίκης κ.α.) ενώ ο ίδιος απεκλήθη αόρατος δικτάτωρ.
Μετά τον θάνατο του στρατηγού Γεωργίου Γρίβα - Διγενή στην Κύπρο, τον Ιανουάριο του 1974, ο ταξίαρχος Ιωαννίδης κατόρθωσε, με τα όργανά του στην Κύπρο, να θέσει υπό τον πλήρη έλεγχό του την οργάνωση ΕΟΚΑ Β' της οποίας έγινε ο ουσιαστικός αρχηγός διορίζοντας ως εκπρόσωπο του το Νάσο Σκλαβενίτη.
Ο Ιωαννίδης κατηύθυνε την εγκληματική δραστηριότητα της ΕΟΚΑ Β' από την Αθήνα, όπως και την γενικότερη πολεμική κατά του προέδρου της Κύπρου αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Ήταν ο εμπνευστής και εκείνος που διέταξε την διενέργεια του πραξικοπήματος κατά του προέδρου Μακαρίου στις 15 Ιουλίου 1974. Αμέσως μετά την τρομερή καταστροφή που υπέστη η Κύπρος εξαιτίας της τουρκικής εισβολής που ακολούθησε το πραξικόπημα και που προκλήθηκε εξαιτίας του, ο Ιωαννίδης απεδείχθη ανίκανος να αντιμετωπίσει την όλη εκρηκτική κατάσταση που είχε πλέον δημιουργηθεί και στην ίδια την Ελλάδα η οποία βρέθηκε στο χείλος ενός ολοκληρωτικού πολέμου με την Τουρκία. Αναγκάστηκε τότε να αποσυρθεί, και η διακυβέρνηση της χώρας περιήλθε και πάλι στα χέρια των πολιτικών με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο τελευταίος επέστρεψε στην Ελλάδα εσπευσμένα, ύστερα από 11χρονη απουσία στη Γαλλία. Λίγο αργότερα, κι εξαιτίας νέων υπόπτων κινήσεών του, ο ταξίαρχος Ιωαννίδης (που είχε πλέον αποστρατευθεί με τον βαθμό του αντιστράτηγου!) συνελήφθη μαζί με άλλους πρωτεργάτες της χούντας και δικάστηκε. Πέθανε από θερμοπληξία στις 16 Αυγούστου 2010 έγκλειστος στη φυλακή.
» Δημήτριος Ιωαννίδης: Μια συνέντευξη που δημοσιεύθηκε μετά θάνατο
Ο Δημήτριος Ιωαννίδης μέχρι το τέλος της ζωής του δεν ήθελε να παραδεκτεί τις ευθύνες του για την Κύπρο. Στο βιβλίο του ο δημοσιογράφος Αλέξης Παπαχελάς με τίτλο "Σκοτεινό Δωμάτιο 1967-1974", αποκαλύπτει μέρος των συζητήσεων στο ελληνικό εθνικό συμβούλιο της 20ης Ιουλίου 1974: "Οι Τούρκοι ήδη βομβάρδιζαν πόλεις της Κύπρου, η Ελλάδα παρακολουθούσε παγωμένη και αμέτοχη, τα ελληνικά όπλα σιγούσαν και οι συμμετέχοντες στο συμβούλιο τραύλιζαν ανίκανοι να καταλήξουν σε αποφάσεις-παρεμβάσεις. Εκεί ο Ιωαννίδης είπε τη φράση που φαίνεται ότι τον στοίχειωσε ως το τέλος της ζωής του: «Να τους αφήσουμε να μπουν στην Κυρήνεια και μετά επεμβαίνουμε». Δευτερόλεπτα μετά, μαθαίνει για τον τρόπο που επελαύνουν οι Τούρκοι και μαζί συνειδητοποιεί ότι έχει πέσει στην παγίδα που του έστησε ο Χένρι Κίσινγκερ και ο Τούρκος πρωθυπουργός Ετσεβίτ. Το ηχητικό ντοκουμέντο τελειώνει με τον Ιωαννίδη, προφανώς όρθιο, να χτυπά το χέρι στο τραπέζι και να φωνάζει «κηρύσσουμε τον πόλεμο τώρα, αφού βομβαρδίζονται…»
» Βλέπε λήμμα: Ψυχογραφήματα του Στέιτ Ντιπάρντμεντ
Βιογραφικό:
Ο Δημήτριος Ιωαννίδης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 13 Μαρτίου 1923, από εύπορη οικογένεια. Πέθανε στις 16 Αυγούστου 2010 στη φυλακή.
Κατατάχθηκε στη Σχολή Ευελπίδων το 1940 και ως εύελπις πήρε μέρος στη μάχη της Κρήτης στο Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην Κατοχή εντάχθηκε στις δυνάμεις των ΕΟΕΑ/ΕΔΕΣ του Ναπολέοντα Ζέρβα, ενώ ως αξιωματικός του Εθνικού Στρατού συμμετείχε στον Εμφύλιο Πόλεμο και μάλιστα υπηρέτησε στη Μακρόνησο.
Το 1945 εντάχθηκε στον ΙΔΕΑ και συμμετείχε στο αποτυχημένο στρατιωτικό κίνημα της 30ης Μάιου 1951. Στην παραστρατιωτική αυτή οργάνωση εκκολάφθηκαν πολλά από τα στελέχη της 21ης Απριλίου. Μέχρι το 1959 υπηρέτησε σε διάφορες μονάδες, εν συνεχεία σε επιτελικές θέσεις του ΓΕΣ και το 1963 τοποθετήθηκε στην Κύπρο. Το 1966, με τον βαθμό του συνταγματάρχη διορίστηκε αρχηγός του τάγματος της Σχολής Ευελπίδων, με το οποίο έλαβε μέρος στην εκδήλωση του Πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, στήνοντας μπλόκα στους δρόμους και καταλαμβάνοντας κυβερνητικά κτίρια στην Αθήνα.
Μετά το πραξικόπημα ανέλαβε τη διοίκηση της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας (ΕΣΑ). Ειδικά στο διαβόητο Ειδικό Ανακριτικό Τμήμα (EAT) της ΕΣΑ, βασανίσθηκαν πολλοί αντίπαλοι του καθεστώτος. Ήταν τακτικός συνομιλητής με το κλιμάκιο της CIA στην Αθήνα, με το οποίο διατηρούσε προνομιακές σχέσεις, και ιδιαίτερα με τον μετέπειτα θρυλικό πράκτορα Γκαστ Αβράκοτο. Ως εκφραστής της αδιάλλακτης πτέρυγας των πραξικοπηματιών ήταν αντίθετος στη φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος που επιχειρούσε να κάνει ο Γεώργιος Παπαδόπουλος και η εξέγερση του Πολυτεχνείου αποτέλεσε το έναυσμα για την ανατροπή του. Στις 25 Νοεμβρίου 1973 έκανε το δικό του πραξικόπημα και ανέτρεψε τον Παπαδόπουλο, ανακόπτοντας την πορεία της δικτατορίας προς τη λεγόμενη «πολιτικοποίηση».
Πηγές: