Νομικός, Υπουργός επί κυβερνήσεων Μακαρίου και Σπύρου Κυπριανού. Γεννήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 1924 στην Πάφο. Πέθανε στις 23 Φεβρουαρίου 1995.
Ήταν μέλος πολυμελούς οικογένειας. Η μητέρα του, Τερέζα, το γένος Χριστοφίδου, καταγόταν από τη Λευκωσία, από οικογένεια καταστηματαρχών, αλλά, αφού έμεινε ορφανή, μια θεία της σκέφτηκε να τη μεταφέρει στην Πάφο. Εκεί γνώρισε τον Ξενοφώντα Ιωαννίδη, από τις Αρόδες, υφασματοπώλη στο επάγγελμα.
Ο Γιώργος ή Κοκής, όπως τον φώναζαν και τον ήξεραν όλοι, ήταν ο δεύτερος από τα τρία αγόρια της οικογένειας. Η οικογένεια του Ξενοφώντα Ιωαννίδη δεν ήταν ευκατάστατη, αλλά διέθετε τα στοιχειώδη προς το ζην, λόγω του επαγγέλματος του πατέρα. Δεν έλειψαν όμως και οι δύσκολες στιγμές που θα σημάδευαν τον ψυχισμό του Κοκή. Ευτυχώς δεν στερήθηκαν τα παιδιά τη δυνατότητα να μορφωθούν. Ο μικρός Κοκής φοίτησε αρχικά στο Δημοτικό Σχολείο και στη συνέχεια γράφτηκε στη Νεοφύτειο Αστική Σχολή της Πάφου το 1929.
Το 1935 ο Κοκής Ιωαννίδης πέρασε την πύλη του Ελληνικού Γυμνασίου Πάφου για να συνεχίσει τη φοίτησή του. Ήδη από την Γ’ τάξη, σε ηλικία 14 χρονών, αποφάσισε να σπουδάσει Νομικά, γιατί τον έλκυε η επιστήμη του λόγου και της ρητορικής, όπως ομολογεί στις σημειώσεις του. Ωστόσο, ένα χρόνο αργότερα, το καλοκαίρι του 1939, παρολίγο τα όνειρά του να γίνονταν στάχτη, αφού η επιχείρηση του πατέρα του κηρύχθηκε σε αναγκαστική πτώχευση. Ήταν επώδυνο για τον έφηβο Κοκή να βλέπει τον πατέρα του να τραβολογιέται στα δικαστήρια. Αυτό όμως ατσάλωσε τη θέλησή του για σπουδές.
Ενώ μαινόταν ήδη ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, το 1940 ο πατέρας του ξεπέρασε τα οικονομικά προβλήματα, έχοντας να αποπληρώσει μόνο ελάχιστα χρέη. Όταν η φασιστική Ιταλία επιτέθηκε αιφνιδίως στην Ελλάδα στις 28 Οκτωβρίου 1940, ο Κοκής συνέδραμε, όπως και πολλοί άλλοι μαθητές και πολίτες, στην αποστολή βοήθειας στο μαχόμενο ελληνικό λαό. Τον επόμενο μήνα υποβλήθηκε σε εγχείρηση στο τυφλό έντερο, γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το ποδόσφαιρο. Ο αθλητισμός ήταν μια από τις μεγάλες του αγάπες.
Αποπεράτωσε τις γυμνασιακές του σπουδές το 1941 με βαθμό απολυτηρίου άριστα. Όμως οι πολεμικές συνθήκες δεν του επέτρεπαν να φύγει για σπουδές, όπως διακαώς επιθυμούσε. Άρχισε να ασχολείται με το εμπόριο τσιγάρων. Είχε καλό εισόδημα. Γράφτηκε για σπουδές δι’ αλληλογραφίας στο Βρετανικό Ινστιτούτο του Λονδίνου, στον κλάδο των Εμπορικών του Ινστιτούτου της Παλαιστίνης.
Νομική και ΕΟΚΑ
Οι περιορισμοί που έθεσαν οι Βρετανοί στο ελεύθερο εμπόριο τον οδήγησαν το 1942 να ασχοληθεί με την επιχείρηση του πατέρα του. Τότε «άρχισα να αγαπώ το εμπόριο για τα κέρδη του και την ησυχία του, ενώ η ψυχή μου λυπότανε σαν αντίκριζα φτωχούς οικογενειάρχες να έρχονται να δίνουν το βαλάντιο του ιδρώτα τους για να πάρουν ένα κοστούμι. Και μίσησα τους εκμεταλλευτές των εργοστασιαρχών και εμπόρων που πνίγανε τον κόσμο», εξομολογείται στα γραφόμενά του.
Στη συνέχεια προσλήφθηκε στο κυβερνητικό Γεωργικό Τμήμα. Μόνο για λίγους μήνες εργάστηκε εκεί, γιατί προσβλήθηκε από ελώδη πυρετό.
Επανήλθε σε κυβερνητική δουλειά, στο Κέντρο Διανομής Πάφου, στο Τμήμα Προμηθειών. Δεν εγκατέλειψε όμως το όνειρό του για σπουδές στη Νομική. Έστειλε τα χαρτιά του σε νομική σχολή στο Λονδίνο και έγινε δεκτός. Αποφοίτησε από το Μiddle Τemple του Λονδίνου και απέκτησε πτυχίο δικηγόρου (Βarrister at Law).
Όταν επέστρεψε στην Κύπρο άνοιξε τo 1948 δικηγορικό γραφείο στην Πάφο. Παράλληλα συμμετείχε και στα κοινά. Είχε ανάμειξη στα διοικητικά του σωματείου ΑΠΟΠ, του οποίου διατέλεσε γενικός γραμματέας, καθώς και του Γυμναστικού Συλλόγου Κόροιβος. Ήταν επίσης μέλος της Σχολικής Εφορείας. Το 1949 εξελέγη δημοτικός σύμβουλος με το συνδυασμό του δημάρχου, Χριστόδουλου Γαλατόπουλου.
Στη διάρκεια του ένοπλου αγώνα της ΕΟΚΑ το 1955-1959, δεν έμεινε αμέτοχος. Αντιθέτως, εντάχθηκε στην οργάνωση. Ήταν ο συνήγορος πολλών μελών της ΕΟΚΑ. Ανάμεσα σ’ άλλους υπερασπίστηκε στο δικαστήριο, σε συνεργασία με τον Γεώργιο Χρυσαφίνη, τον Σωκράτη Λοϊζίδη και τους άλλους συλληφθέντες, ύστερα από την άφιξη του πλοιαρίου «Άγιος Γεώργιος», το οποίο μετέφερε οπλισμό για την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ.
Ο Κοκής Ιωαννίδης ήταν υπεύθυνος της Παγκύπριας Επιτροπής Κυπριακού Αγώνα (ΠΕΚΑ) στην Πάφο. Χρησιμοποιούσε τα ψευδώνυμα Νέστωρ 5 και Διομήδης. Είχε πολύ στενή επαφή με τον αρχηγό της ΕΟΚΑ, Γεώργιο Γρίβα.
Μια ατυχής στιγμή όμως προκάλεσε τη σύλληψή του το 1958. Οι Βρετανοί αποικιοκράτες είχαν εντοπίσει ένα φυλλάδιο της ΕΟΚΑ, το οποίο είχε γράψει ο Κοκής Ιωαννίδης. Αναγνωρίστηκε ο γραφικός του χαρακτήρας και τον συνέλαβαν. Πέρασαν αστυνομικοί νύχτα από το σπίτι του και τον συνέλαβαν με τις πυτζάμες που φορούσε. Τον κράτησαν για μερικές μέρες στο Δασούδι, όπου είχαν στρατόπεδο οι Βρετανοί. Στη συνέχεια τον μετέφεραν στα κρατητήρια της Πύλας, όπου παρέμεινε για μερικούς μήνες. Τότε κινητοποιήθηκαν οι συνάδελφοί του, γιατί ήταν ο μόνος δικηγόρος πολιτικός κρατούμενος. Με την πίεση που άσκησε και η οργάνωση των δικηγόρων της Αγγλίας, ο Κοκής Ιωαννίδης αφέθηκε ελεύθερος μερικούς μήνες πριν από τη λήξη του ένοπλου αγώνα.
Όταν αποφυλακίστηκε, συνδέθηκε με τη μέλλουσα σύζυγό του, Μαρούλλα. Παντρεύτηκαν τον Αύγουστο του 1959.
Πολιτική καριέρα
Για τις Συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου, με τις οποίες ανακηρύχθηκε το ανεξάρτητο κυπριακό κράτος, ο Κοκής Ιωαννίδης είχε τις επιφυλάξεις του. Διέβλεπε τις συγκρουσιακές καταστάσεις που εγκυμονούνταν.
Εκτιμώντας την προσφορά του, ο Γεώργιος Γρίβας έγραψε επιστολή στον Μακάριο και του ζητούσε να υπουργοποιήσει τον Κοκή Ιωαννίδη. Ο Μακάριος ήθελε να τον έχει στο υπουργικό του συμβούλιο, αλλά παρενέβησαν αγωνιστές της ΕΟΚΑ, που απαιτούσαν να δοθούν σε άλλους τα υπουργεία. Ο Κοκής Ιωαννίδης δεν χολώθηκε που έμεινε εκτός του υπουργικού συμβουλίου. Εξάλλου, είχε απασχόληση το δικηγορικό του γραφείο.
Το 1960 πάντως εκλέγηκε βουλευτής Πάφου με το Πατριωτικό Μέτωπο, τον μακαριακό πολιτικό σχηματισμό, ΕΔΜΑ που μόλις είχε ιδρυθεί. Τότε άρχισε να εκδίδει στην Πάφο τοπική εβδομαδιαία εφημερίδα, με τον τίτλο «Αγών», σε συνεργασία με τον επίσης δικηγόρο και βουλευτή Πάφου, Πανίκο Σιβιτανίδη. Είχε ήδη δημοσιογραφική εμπειρία αφού έστελνε ανταποκρίσεις από την Πάφο στις εφημερίδες «Έθνος» και «Ο Φιλελεύθερος» αργότερα. Ο «Αγών» συνέχισε να εκδίδεται για περίπου δύο χρόνια.
Στις διακοινοτικές συγκρούσεις του 1963-1964 ο Κοκής Ιωαννίδης ήταν υπεύθυνος των ένοπλων ομάδων που είχαν σχηματιστεί στην Πάφο, αφού δεν είχε ακόμη συσταθεί η Εθνική Φρουρά, ενώ η Τουρκία απειλούσε με εισβολή, προβάλλοντας το πρόσχημα της «προστασίας των Τουρκοκυπρίων». Η σύζυγός του, Μαρούλλα, ήταν υπεύθυνη για το λόχο γυναικών εθελοντριών. Στα χρόνια που ακολούθησαν ο Κοκής Ιωαννίδης είχε σημαντική δράση στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αλλά και στο διεθνές προσκήνιο αξιοποιήθηκαν οι ικανότητές του, αφού υπήρξε αναπληρωματικό μέλος της Συμβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και μέλος της Επιτροπής Πολιτιστικών και Επιστημονικών Θεμάτων της Συνέλευσης.
Η πικρή εμπειρία στη θέση του συνομιλητή
Όταν έγινε το πραξικόπημα εναντίον του Μακάριου στις 15 Ιουλίου 1974, ο Κοκής Ιωαννίδης μόλις που πρόλαβε να φύγει από το υπουργικό του γραφείο το οποίο λεηλατήθηκε από τους Πραξικοπηματίες.
Η τουρκική εισβολή που ακολούθησε στις 20 Ιουλίου 1974 βρήκε τον Κοκή και τη Μαρούλλα Ιωαννίδη στη Λευκωσία. Ύστερα πήγαν στην Πάφο για λίγες μέρες και γύρισαν πάλι στη Λευκωσία. Όταν επέστρεψε ο Μακάριος τον Δεκέμβριο του 1974, τον διόρισε πάλι υπουργό Δικαιοσύνης τον Ιανουάριο του 1975. Ο διάδοχος του Μακάριου στην προεδρία της Δημοκρατίας, Σπύρος Κυπριανού δημιούργησε τον Μάρτιο του 1978 το υπουργείο Προεδρίας και διόρισε σε αυτό τον Κοκή Ιωαννίδη. Τον επόμενο χρόνο τού ανέθεσε καθήκοντα συνομιλητή, στις διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού. Υπηρέτησε στη θέση αυτή από τις 31 Μαίου 1979 μέχρι τις 26 Απριλίου 1982.
Ο Κοκής Ιωαννίδης αρνήθηκε να πληρώνεται για τις υπηρεσίες του, λόγω του ότι πολύς κόσμος βρισκόταν ακόμη στα προσφυγικά αντίσκηνα.
Το 1982 παραιτήθηκε. Δεν μπορούσε να τα βρει με τον τότε πρόεδρο Σπύρο Κυπριανού. Άφησε όμως σημαντική παρακαταθήκη την εμπειρία του για τα τρία χρόνια που διετέλεσε συνομιλητής. Ο ίδιος ανέφερε σε μια ομιλία του στον όμιλο «Σύναξη» στις 22 Μαρτίου 1983:
«Οι δύο πλευρές έχουν διαφορετική φιλοσοφία και προσέγγιση ως προς τη λύση που επιδιώκουν και τούτο παρά την ύπαρξη των δύο συμφωνιών κορυφής που προβλέπουν λύση ομοσπονδιακή. Συγκεκριμένα, η ελληνοκυπριακή πλευρά επιδιώκει λύση ομοσπονδιακή που να έχει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και στοιχεία που απαιτούνται για τη διατήρηση και κατοχύρωση της ανεξαρτησίας, κυριαρχίας, εδαφικής ακεραιότητας, ενότητας και του αδέσμευτου της Κυπριακής Δημοκρατίας, και αυτό είναι σύμφωνο με τις συμφωνίες κορυφής. Η τουρκική πλευρά προσβλέπει προς ένα συνεταιρικό καθεστώς που θα έχει ως βάση σε μέγιστο βαθμό τα σημερινά κατοχικά “τετελεσμένα” και το οποίο θα έχει τα στοιχεία μιας συνομοσπονδίας ή ψευδοομοσπονδίας ή οιονεί ομοσπονδίας, κάτω από οποιεσδήποτε όμως συνθήκες δεν θα πρόκειται για ομοσπονδιακή λύση. Η διχοτομική πολιτική και επιδίωξη με διάφορα προσχήματα και δικαιολογίες ακολουθεί πιστά τα βήματα της πολιτικής της Τουρκίας από το 1955. Ιδιαίτερα τώρα που κατέχει το 37% του εδάφους μας, η θέση της έχει καταστεί πιο φανερή. Αυτή η ουσιώδης και βασική διαφορά, όπως είναι φυσικό, εφόσον υφίσταται δεν μπορεί να οδηγήσει σε λύση του Κυπριακού προβλήματος. Η αποδοχή της ομοσπονδιακής συνταγματικής δομής και από τις δύο πλευρές προϋποθέτει και την ειλικρινή επιδίωξή τους να οικοδομήσουν και να θεμελιώσουν μια γνήσια ομοσπονδία. Αυτό αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία του διαλόγου. Εφόσον η τουρκοκυπριακή πλευρά προχωρεί στην προώθηση των σχεδίων της και των απειλών της, που ισοδυναμούν στην ουσία με διχοτομική διευθέτηση, κάθε ελπίδα για επίτευξη λύσης εξαφανίζεται».
Υποψήφιος Πρόεδρος
Κατά τις προεδρικές εκλογές του 1983 είχε προβληθεί η υποψηφιότητα του Γεωργίου Ιωαννίδη ως υπερκομματικού, προς συνένωση των πολιτικών δυνάμεων του τόπου. Η προσπάθεια αυτή δεν τελεσφόρησε και απέσυρε την υποψηφιότητά του, δηλώνοντας ότι η περαιτέρω παραμονή του ως υποψηφίου συνέβαλλε στη διαίρεση του λαού.
Στις προεδρικές εκλογές του 1988 ήταν η πρώτη επιλογή του ΑΚΕΛ. Την τελευταία στιγμή ωστόσο ο γενικός γραμματέας του κόμματος Εζεκίας Παπαϊωάννου παρουσίασε τότε στην Κεντρική Επιτροπή του ΑΚΕΛ μια φωτογραφία από συνάντηση της μασονικής στοάς στην οποία εμφανιζόταν ο Κοκής Ιωαννίδης και διαμήνυσε ότι δεν μπορούσε το ΑΚΕΛ να το ρισκάρει και να τον υιοθετήσει ως υποψήφιο. Το κουτσομπολιό της εποχής ήθελε ως αποστολέα της φωτογραφίας -που έφθασε σε φάκελο στην Εζεκία Παπαϊωάννου- το ΔΗΚΟ. Τελικά το ΑΚΕΛ στράφηκε προς τον Γιώργο Βασιλείου και κέρδισε τις εκλογές!
Πηγές: