Πατριάρχης Αντιοχείας από το 427 μέχρι το 443, φίλος του Νεστορίου, καλός γνώστης της θεολογίας και της εκκλησιαστικής νομολογίας. Μετείχε στην Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431) όπου τήρησε σκληρή στάση στο ζήτημα της καταδίκης του Νεστορίου, και στη συνέχεια ο ίδιος συγκάλεσε παρασύνοδο με τη συμμετοχή οπαδών του. Δημιουργήθηκε έτσι σοβαρή εκκλησιαστική κρίση και η κανονική σύνοδος τον αφόρισε. Αργότερα όμως επήλθε συμβιβασμός και η εκκλησιαστική ειρήνη αποκαταστάθηκε.
Σχέση του προς την Κύπρο: Όταν πέθανε ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου (Κωνσταντίας) Τρωίλος, λίγο πριν από τη σύνοδο του 431, ο Αντιοχείας Ιωάννης θεώρησε ότι ήταν κατάλληλη η ευκαιρία για να θέσει όρους και αξιώσεις επί της Εκκλησίας της Κύπρου. Με προτροπή του, ο κόμης της Εώας (Ανατολής) Φλάβιος Διονύσιος έγραψε προς το Θεόδωρο*, κονσουλάριον (=κυβερνήτη, διοικητή) της Κύπρου ζητώντας τη δυναμική επέμβασή του ώστε να αποτραπεί εκλογή νέου αρχιεπισκόπου Κύπρου. Οι Κύπριοι εκκλησιαστικοί ηγέτες όμως δεν ενέδωσαν στην πίεση. Εξέλεξαν αμέσως νέο αρχιεπίσκοπο, τον Ρηγίνο, που αναχώρησε, συνοδευόμενος από τέσσερις άλλους Κυπρίους ιεράρχες, για την Έφεσο. Εκεί, κατά τη διάρκεια της Γ' Οικουμενικής Συνόδου του 431, η εκλογή του Ρηγίνου δεν αμφισβητήθηκε.