Το Παντοπωλείο Λεμεσού (Δημοτική Αγορά) δημιουργήθηκε το 1918 επί Δημαρχίας του Σπύρου Αραούζου (1914-1920), με σχέδιο του αρχιτέκτονα Ζαχαρία Βόνδα. Ήταν μια ανάγκη που προέκυψε μέσα από τις νέες συνθήκες που δημιουργούνταν από τις αρχές του 20ου αιώνα. Ενώ από τα μέσα του 19ου αιώνα η Λεμεσός ήταν μια μικρή πλινθόκτιστη κυρίως πολίχνη, σιγά σιγά άρχισε να αναπτύσσεται. Το 1879 κτίστηκε το Διοικητήριο της πόλης που αργότερα μετατράπηκε σε τελωνείο. Την ίδια εποχή, άρχισε επίσης η κατασκευή της μεγάλης αποβάθρας. Το 1880 περατώθηκε το κέντρο Ακταίον και η Φραγκοκκλησιά. Η ανοικοδόμηση και ο εξωραϊσμός της πόλης συνεχίστηκε με γρηγορότερους ρυθμούς μετά το 1900. Στην θέση των μικρών σπιτιών, των στάβλων και των περβολιών άρχισαν να κτίζονται αρκετά μεγάλα και συχνά επιβλητικά σπίτια. Το 1906 περατώθηκε και ο μεγαλοπρεπής ναός της Αγίας Νάπας, ο οποίος αντικατέστησε παλαιότερο που είχε κτιστεί το 1738.
Ο πληθυσμός της Λεμεσού το 1911 ήταν πάνω από 10 χιλιάδες. Τα όρια της πόλης επεκτάθηκαν λιγότερο προς βορρά προς την οδό Γλάδστωνος και περισσότερο ανατολικά και δυτικά. Κτίστηκαν τότε μερικά τρίπατα σπίτια και περισσότερα δίπατα από πέτρα, αρχοντικά. Η πόλη απέκτησε απέκτησε επίσης Νοσοκομείο, Γυμναστήριο, Πτωχοκομείο, Κήπο, Σφαγείο, απέκτησε τη φήμη παραγωγής καλού κρασιού, έκανε εξαγωγή αμπελουργικών προϊόντων και χαρουπιών (Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείο ΡΙΚ).
Τα πρώτα βήματα
Ο Σπύρος Αραούζος εκλέγηκε Δήμαρχος Λεμεσού το 1914 και μεταξύ των πρώτων σκέψεων του Δημοτικού Συμβουλίου υπήρξε η ίδρυση μιας κεντρικής Δημοτικής Αγοράς "συμφώνως προς τους όρους της υγιεινής και τάξεως" ( πρακτικά συνεδριάσεως τού Δημοτικού Συμβουλίου Λεμεσού της 8ης Μαρτίου 1917). Μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου ήταν οι, Αλέκος Ζήνων αντιπρόεδρος, Ευριπίδης Γιωργαλλίδης, Γαβριήλ Ιωαννίδης, Ζήνων Κλ. Λανίτης, Αντώνης Χατζηπαύλου, Κώστας Π. Λανίτης, Χαβούζ Ντερβίς και Χασάν Χαβανίκ.
Το Δημοτικό Συμβούλιο εξασφάλισε από την αποικιακή κυβέρνηση δάνειο τεσσάρων χιλιάδων λιρών και τον Ιούνιο του 1916 μεταβιβάστηκαν επ’ονόματι του Δημαρχείου τα κτήματα που αγοράστηκαν για τη Δημοτική Αγορά έναντι του ποσού τών £ 600. Η ανάθεση της εκπόνησης σχεδίων έγινε Ελλαδίτη αρχιτέκτονα Ζαχαρία Βόνδα. Το τελικό σχέδιο της Αγοράς περιλάμβανε 70 πρατήρια και 8 εξωτερικά μαγαζιά καθώς και ένα καφενείο στην πλατεία. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς εγκρίθηκε όπως επί του παρόντος κατασκευασθούν μόνο τα θεμέλια, "του υπολοίπου έργου αναβαλλομένου εις ευθετώτερον χρόνον" (Συνεδρία Δημοτικού Συμβουλίου 11ης Αυγούστου 1916). Έτσι ζητήθηκαν προσφορές για τα θεμέλια και η εργασία δόθηκε προς ένα σελίνι το κυβικό μέτρο. Με αυτό τον τρόπο, τμηματικά, κτίστηκε η Αγορά, ζητώντας προσφορές και αναθέτοντας σε διάφορους εργολάβους τις εργασίες. Μετά τα θεμέλια κτίστηκαν οι τοίχοι από πέτρα. Η εργασία ανατέθηκε σε άλλον εργολάβο αντί δέκα σελινίων το κυβικό μέτρο. Η προσφορά αυτή περιλάμβανε επίσης τις κορνίζες, τις κολόνες, τις θύρες και τα παράθυρα κι’έπρεπε να διεκπεραιωθεί σε 8 μήνες με δικαίωμα παράτασης ενός μηνός σε περίπτωση δικαιολογημένων κωλυμάτων. Το συμβόλαιο με τον εργολάβο εγκρίθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1916. Στην ίδια συνεδρία του Δημοτικού Συμβουλίου ψηφίστηκε "μηνιαίον επιμίσθιον εκ £ 2" για το Δημοτικό Μηχανικό ο οποίος θα είχε την εποπτείαν του έργου. Ο αρχιτέκτων Βόνδας είχεν επίσης, βάσει του Συμβολαίου που υπέγραψε με το Δημοτικό Συμβούλιο, "την από καιρού εις καιρόν επίβλεψιν επί της εφαρμογής του σχεδίου".
Τέλος Σεπτεμβρίου του 1917 αποφασίστηκαν μερικές τροποποιήσεις ώστε η Αγορά να τελειώσει ώς εξής: (Συνεδρίαση Δημοτικού Συμβουλίου 26 Σεπτεμβρίου 1917). 1. "Άνω της γενικής στέγης η οποία είναι αδύνατος τώρα ελλείψει σιδηρών δοκών και καλού τσιμέντου να γίνουν ηλιακοί με ξύλα και κεραμίδια δι' ών να στεγασθούν μόνο τα πρατήρια. 2. Να γίνωσιν τα πρατήρια με χωρίσματα από πέτραν και άσβεστο και έδαφος με μάρμαρα εντόπια. 3. Το διά το χοιροπωλείον σχεδιασθέν αρχικώς μέρος να προορισθεί δια 8-10 κοινά κρεοπωλεία το δε χοιροπωλείον να γίνει έξω εις τον Ηλιακόν της πρώτης εισόδου. 4. Να ζητηθούν προσφορές δια την τοιχοποιία και μαρμάρωμα καθώς και δια την ξυλείαν η δε άλλη εργασία να γίνει υπό του Δημαρχείου".
Τον Μάρτιο του 1918 ενώ πλησίαζε η αποπεράτωση τής Δημοτικής Αγοράς το Δημοτικό Συμβούλιο ζήτησε δια των εφημερίδων προσφορές για την ενοικίαση των εσωτερικών πρατηρίων και των εξωτερικών μαγαζιών. Τον Απρίλιο του 1918 το Δημοτικό Συμβούλιο κατάργησε τα δύο παλιά παντοπωλεία που εξυπηρετούσαν την πόλη τα τελευταία χρόνια με την προοπτική της λειτουργίας της νέας Αγοράς. Το μικρό παλιό Παντοπωλείο βρισκόταν στην οδό Αγ. Ανδρέου και το άλλο στην πλατεία της Κουναπιάς (όπου η σημερινή Β’ Δημοτική Αγορά). Τα εγκαίνια της Αγοράς έγιναν με κάθε επισημότητα την Κυριακή 14 Απριλίου 1918. "Την ενάτην πρωινήν ώραν συνεκεντρώθη πολύ πλήθος πρό της αγοράς, εις την οποία η είσοδος ήτο κλειστή δια ταινίας. Επί κεφαλής ήτο το Δημοτικόν Συμβούλιον. Έγκαίρως κατέφθασε και ο έντ. Διοικητής, ότε ο αξ. Δήμαρχος κ. Σπ. Αραούζος δι’ ωραίου λόγου του εξιστόρησε τα τής ανεγέρσεως της αγοράς, της απαιτηθείσης δαπάνης ώς και τών εισοδημάτων τα οποία θα έχη ο Δήμος εξ’ αυτής. Είτα έλαβε τον λόγον ο κ. Διοικητής επαινέσας τήν πρόοδον τής πόλεως και μακαρίσας αυτήν διότι ηυτύχησε πάντοτε να έχη καλούς δημάρχους…" (εφ. Ελευθερία, 7/20 Απριλίου 1918). Έβγαλε το καπέλο ο Διοικητής κι’έκοψε "δι’αργυράς ψαλίδος την εμποδίζουσαν τήν είσοδον είς την αγοράν ταινίαν και το πλήθος κατεπλημμύρησεν αυτήν διά να προλάβη κάτι να αγοράση".
Και η ανταπόκριση της "Ελευθερίας" από τη Λεμεσό καταλήγει: " Τάξις και καθαριότης είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τής νέας μας αγοράς, ήτις προσθέτει έν επί πλέον καλλώπισμα και έργον προόδου είς τήν πόλιν μας". Το κτίριο χαρακτηρίστηκε από τον τύπο (Εφημ. Σάλπιγξ 4/17 Απριλίου 1918) " μεγαλοπρεπέστατον και τέλειον υπό πάσαν έποψιν".
Ο Άγγλος Διοικητής της πόλης τελώντας τα εγκαίνια της Αγοράς εξέφρασε τη χαρά του ότι απευθυνόταν προς τους Κυπρίους ώς Βρεττανούς υπηκόους οι οποίοι ετύγχαναν κάθε προστασίας εκ μέρους τών Αγγλικών Αρχών (Η επίσημη προσάρτηση της Κύπρου είχε γίνει το 1914 και λίγους μήνες πριν με διάταγμα του Βασιλιά της Αγγλίας ημερομηνίας 27 Νοεμβρίου 1917 ονομάζοντο οι Κύπριοι, Βρεττανοί υπήκοοι). Στη συνέχεια ο Διοικητής αναφέρθηκε στην πρόοδο της πόλης της Λεμεσού η οποία φαίνεται να πρωτοστατεί σε κάθε εκδήλωση της ζωής, χαρακτήρισε δε την Αγορά ως την καλύτερη της Κύπρου και ίσως και όλης της Ανατολής (Εφημ. Σάλπιγξ 4/17 Απριλίου 1918).
Νέα πνοή στην πόλη
Η κίνηση στην Δημοτική Αγορά αυξανόταν με γοργό ρυθμό, άρχιζε το πρωί πριν να ξημερώσει και τα καλοκαίρια τελείωνε μετά τις 7:30 το βράδυ οπότε η Αγορά έκλεινε. Ο Μιχάλης Πιτσιλλίδης περιγράφει πολύ παραστατικά τη ζωηρότητα της περιοχής γύρω στα 1931:(Μιχ. Πιτσιλλίδης, Μνήμες της Λεμεσού, Έκδοση Δήμου Λεμεσού 1991 σελ 6)."Η κίνηση μέσα στην πόλη, πριν εξήντα χρόνια, άρχιζε στην πλατεία της Δημοτικής Αγοράς. Ο Τσιρίδης, ο Λοίζος, ο Κωσταντής, ο Ερμιάς κι’ οι άλλοι τότε μανάβηδες, ήταν εκεί πριν την αυγή, περιμένοντας τους περβολάρηδες από τα Τσιφλικούδια και το Ζακάκι, να τους φέρουν τα λαχανικά, που κουβαλούσαν με τα γαϊδούρια τους. Και πριν ακόμα ξυπνήσει ο εργαζόμενος κόσμος, λάχανα, μαρούλια, σέλινα, κραμπιά, κουνουπίδια, κρεμμύδια και κολοκυθάκια, καθώς και φρούτα της εποχής, ήταν αραδιασμένα ολόφρεσκα πάνω στους πάγκους των μανάβικων, για να πουληθούν στους πελάτες πριν πάνε στη δουλειά τους με το γέννημα του ήλιου.
Με το πρώτο ξύπνημα της πόλης, η πλατεία της δημοτικής αγοράς ήταν γεμάτη κόσμο και κίνηση. Μανάβηδες και χασάπηδες καπαλιάζονταν ποιος να τραβήξει πιο πολλούς αγοραστές κι’ οι φωνές τους σμίγουνταν με τα διαλαλήματα των κουλουράδων και των άλλων μικροπωλητών που, από τα χαράματα κι’ αυτοί κύκλωναν την αγορά έξω στην πλατεία της. Τα γκαρσόνια του καφενείου του Πελλόγιαννου πηγαινοέρχονταν ασταμάτητα για να σερβίρουν την πελατεία καφέδες και ζεστά ροφήματα, δίπλα ο Χριστόδουλος Καλότυχος κοπάνιζε ολοένα μέσα στο κανάτι του ρεβύθια με το κοπάνι του να φτιάξει χούμους για να ταίσει αγουροξυπνημένους θεονήστικους, πιο πέρα οι μερακλήδες στριμώχνουνταν μέσα στο μαγειριό για ν’ απολαύσουν πρωινή ζεστή πατσιά. Τα μεγάλα μπακάλικα του Γερολαίμου και του Κοντού, που βρίσκονταν στη νότια πύλη της αγοράς, αντικρυστά το ένα, στο άλλο, ήταν οι κυριώτερες πηγές εφοδιασμού της πόλης με ντόπια και εισαγόμενα τρόφιμα. Εκεί βρίσκοταν και του πουλιού το γάλα. Λακέρδα σε βαρέλια, μπακαλιάρος παστός, χέλια, σκουμπριά σε σακούλες, ρέγγες, ανζούγιες, βούτυρο του χαλεπιού ή βερουτιανό. Άλλα δυό μπακάλικα, το ίδιο σημαντικά, βρίσκονταν στη δυτική πύλη της αγοράς. Οι τελευταίοι κάτοχοί τους που θυμούμαι, ήταν ο Ηρόδοτος στο ένα κι’ ο Αρμεύτης στο άλλο". (Αναμνήσεις απο το παλιό Παντοπωλείο Λεμεσού)
Ουρητήρια και αποχωρητήρια
Το 1930 ο Δήμος Λεμεσού άρχισε να συμπληρώνει ορισμένα κενά που παρουσίαζε το κτίριο της Αγοράς. Κατασκεύασε ουρητήρια και αποχωρητήρια, εγκατέστησε χολέτρες στο υπόστεγο. Το 1931 άρχισε να μελετάται η ανάγκη στέγασης του κτιρίου. Το Δημοτικό Συμβούλιο υπό την προεδρία του Δημάρχου Χριστόδουλου Χατζηπαύλου τον Φεβρουάριο του 1931 ανέθεσε στο Δημοτικό Σύμβουλο Αντώνιο Πηλαβάκη να εκπονήση τα σχετικά σχέδια τα οποία πριν από την εκτέλεση θα υποβάλλονταν προς έγκριση σε ειδικό Μηχανικό. Τον Δεκέμβριο του 1931 το Δημοτικό Συμβούλιο ενέκρινε σχέδια που υπέβαλε ο δημοτικός μηχανικός και ζήτησε μειοδοτικές προσφορές μέσω του εγχωρίου και ξένου τύπου για την ανάληψη και εκτέλεση εργολαβικώς: (α) του όλου έργου της στέγασης (β) 1. της εκ σιδήρου εργασίας 2. της εκ τσιμέντου εργασίας 3. της επιστεγάσεως (covers) κεχωρισμένως.
Ταυτόχρονα το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε όπως μελετηθούν και τα υπό του Αντώνη Πηλαβάκη εκπονηθέντα σχέδια για τη στέγαση και ζητηθούν προσφορές, για την εκτέλεση του όλου έργου. Στις 23 Δεκεμβρίου 1931 το Δημοτικό Συμβούλιο ενέκρινε το το σχέδιο ζήτησης προσφορών για την προμήθεια όλων των υλικών, εργατικών, κλπ. για την κατασκευή, ανέγερση και εντελώς αποπεράτωση εργολαβικώς, μιας στέγης για τη Δημοτική Αγορά Λεμεσού. Μια βδομάδα αργότερα με επιστολή του Ζήνωνα Πιερίδη από τη Λάρνακα η εταιρεία "Modern Constructions Ltd" γνωστοποιεί στο Δημοτικό Συμβούλιο ότι αναλαμβάνει την εκπόνηση σχεδίων στεγάσεως της Δημοτικής Αγοράς Λεμεσού σε "μπετόν-αρμέ". Τα σχέδια αυτά υποβλήθηκαν στο Δημοτικό Συμβούλιο το οποίο και ζήτησε προσφορές βάσει των προδιαγραφών των. Αφού ανοίχθηκαν όλες οι προσφορές τον Απρίλιο του 1932 το Δημοτικό Συμβούλιο δεν κατέληξε σε καμία απ’ αυτές αλλά αποφάσισε να αποταθεί στην Κυβέρνηση και ζητούσε να έχει τη γνώμη του Διευθυντή των Δημοσίων ‘Εργων πάνω στα τρία σχέδια για τη στέγαση, ήτοι το σχέδιο του Δημοτικού Μηχανικού για σιδηρά σκεπή και τα σχέδια της εταιρείας "Modern Constructions Ltd" και Οδυσσέως Τσαγγαρίδη για σκεπές από Beton – Arme.
Μετά την γνωμάτευση του Διευθυντή τών Δημοσίων ‘Εργων ο οποίος απέκλινε υπέρ της κάλυψης με σιδηρά στέγη, το Δημοτικό Συμβούλιο ζήτησε εκ νέου προσφορές βάσει των ίδιων σχεδίων και της ίδιας συγγραφής υποχρεώσεων με τις οποίες αρχικώς εζήτησε προσφορές, με μόνη τροποποίηση ότι το πάχος των σιδηρών γωνιών των ψαλιδιών της στέγης θα είναι 5/16 αντί 1/4 της ίντζας. Υποβλήθηκαν τέσσερεις προσφορές και η εργασία ανατέθηκε τον Μαίο του 1932 στον Ιωάννη Κότσαπα έναντι του ποσου £ 2260 με την υποχρέωση αποπεράτωσης του ‘Εργου σε έξι μήνες. Τον Σεπτέμβριο του 1938 λήφθηκε η απόφαση για περίφραξη του χώρου βόρεια της Αγοράς με κιγκλίδωμα.
Εικοσιέξι χρόνια μετά την ανέγερση της Αγοράς, ο Δήμαρχος Λεμεσού Πλουτής Σέρβας στην Έκθεση Δράσης του Δημοτικού Συμβουλίου το Νοέμβριο του 1944 αναφέρεται σε βελτιώσεις που πρέπει να γίνουν στη Δημοτική Αγορά (ομιλία στο θέατρο "Ριάλτο", 26/11/1944) γιατί η "Λεμεσός μεγάλωσε, ούτε τα σπίτια την χωρούν αλλά ούτε και τα παντοπωλεία. Η πώληση του χοιρινού κρέατος και των ψαριών γίνεται κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες. Ο χώρος είναι ανεπαρκής. Γι’ αυτό μέσα στο 1945 πρέπει οπωσδήποτε να γίνουν σημαντικές βελτιώσεις."
Οι βελτιώσεις στη Δημοτική Αγορά άρχισαν το 1947. Στις 5 Μαρτίου 1947 το Δημοτικό Συμβούλιο υπό το Δήμαρχο Πλουτή Σέρβα αποφάσισε να προχωρήσει στη σύναψη δανείου και να εκτελέσει ανάμεσα σε άλλα έργα και διάφορες διαρρυθμίσεις στην Α’ Δημοτική Αγορά. Στις 9 Απριλίου του 1947 το Δημοτικό Συμβούλιο πήρε τις ακόλουθες αποφάσεις: 1. Να κτιστούν 5 νέα μαγαζιά κοντά στην Α’ Δημοτική Αγορά έναντι του ποσού των £ 1900 2. Να μετατραπεί το υπάρχον καφενείο παρά την Α’ Δημοτική Αγορά σε καφενείο και μαγαζί £ 1200 3. Να στεγαστεί χώρος στην Α’ Δημοτική Αγορά και να μετατραπεί σε πρατήριο παραγωγών και ιχθυοπωλείο £ 2700 4. Να στεγαστεί χώρος στην Α’ Δημοτική Αγορά και να μετατραπεί σε χοιροπωλείο £1800 5. Να επιδιορθωθούν στην Α’ Δημοτική Αγορά οι αίθουσες βορείως της υπαρχούσης λαχαναγοράς και να μετατραπούν σε μια αίθουσα εστιατορίου ή αίθουσα εορτών £ 800. Περαιτέρω το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε όπως όλα τα πιο πάνω έργα εκτελεσθούν εργολαβικώς κατόπιν σχετικών προσφορών.
Τον Ιούνιο του 1947 πάρθηκε η απόφαση να γίνουν προσωρινές διευθετήσεις για χρησιμοποίηση της μεγάλης αίθουσας προς βορράν της Α’ Δημοτικής Αγοράς για τους σκοπούς του δημοτικού λαικού εστιατορίου. Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς αποφασίστηκε όπως η μεγάλη αυτή αίθουσα χρησιμοποιείται και για χορούς, με την προϋπόθεση ότι δεν θα παρακωλύεται η κανονική λειτουργία του εστιατορίου. Στο μεταξύ τον ίδιο μήνα ανατέθηκε σε εργολάβο μαραγκό να κατασκευάσει και να τοποθετήσει πορτοπαράθυρα στην αίθουσα. Τον Οκτώβριο του 1947 τα 12 ειδικά πρατήρια για την πώληση του χοιρινού κρέατος ήταν έτοιμα και νοικιάστηκαν. Στις 30 Δεκεμβρίου 1947 το Δημοτικό Συμβούλιο ανέθεσε σε δύο εργολάβους οικοδομών την κατασκευή των 5 μαγαζιών καθώς και τις μετατροπές και επιδιορθώσεις στο υπάρχων καφενείο, στην πλατεία της Α’ Δημοτικής Αγοράς σύμφωνα με τα σχέδια και την συγγραφή των υποχρεώσεων αντί του συνολικού ποσού των £2747. Το Φεβρουάριο του 1948 άλλος εργολάβος ανέλαβε να διεκπεραιώσει μετατροπές και επιδιορθώσεις στην αίθουσα του Λαικού Εστιατορίου αντί του ποσού των £392-10-0. Η επέκταση της Αγοράς συμπληρώθηκε μέσα στο 1948 (Λογοδοσία του Δημάρχου Πλουτή Σέρβα στο θέατρο "Ριάλτο" 4 Μαϊου1949).
Η Δημοτική Αγορά σήμερα
Στα 100 χρόνια ζωής της, η Δημοτική Αγορά έζησε μέρες πραγματικής δόξας. Υπήρξε το κέντρο της εμπορικής κίνησης της πόλης, αλλά και πολλών πολιτιστικών και κοινωνικών εκδηλώσεων. Με τις κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις της πόλης από τη δεκαετία του 1980 και μετά, η Δημοτική Αγορά άρχισε μια φθίνουσα πορεία. Έγιναν έκτοτε αρκετές προσπάθειες για αναζωογόνηση και αναβάθμισή της. Τελικές αποφάσεις εξαγγέλθηκαν στις 11 Νοεμβρίου 2019 στο χώρο της Ά' Δημοτικής Αγοράς (Limassol AGORA), από τον δήμαρχο Λεμεσού Νίκο Νικολαϊδη. Ο Δήμαρχος Λεμεσού ανάφερε πως το έργο αυτό, πέρα από την εμπορική ενίσχυση της πόλης, θα προωθεί και προάγει την διατήρηση των παραδόσεων της Κύπρου γιατί μέσα από τις δραστηριότητες στο χώρο θα αναβιώνουν τα παραδοσιακά προϊόντα και οι υπηρεσίες του τόπου μας.
Πηγές